Quantcast

Το οικονομικό θαύμα του Ακη!

Με εισοδήματα ύψους 1,6 εκατ. ευρώ, ο Ακης Τσοχατζόπουλος και η οικογένειά του απέκτησαν ακίνητη περιουσία 4,1 εκατ. ευρώ.
ΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΣ ΚΑΣΙΜΗ

«Ελληνας κροίσος με τέσσερα γράμματα» αποδεικνύεται ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος κατάφερε -ούτε λίγο ούτε πολύ- να πραγματοποιήσει αγορές ακινήτων ύψους 1,6 εκατ. ευρώ. Ακριβώς, δηλαδή, όσο εκτιμάται ότι ήταν και τα αφορολόγητα έσοδά του από το 1989 μέχρι το 2010. Την ίδια ώρα, στα 2,5 εκατ. ευρώ ανέρχεται η αξία των ακινήτων που έχει αγοράσει η κόρη του, Αρετή Τσοχατζοπούλου, η οποία, εκτός αυτού, μόνο κατά τη διετία 2009-2010 «επένδυσε» σε δύο εταιρείες της άλλα 2,4 εκατ. ευρώ. Η συνολική εμπορική αξία των ακινήτων όλης της οικογένειας ξεπερνά τα 4 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οικόπεδα-«φιλέτα» στην Κορινθία και στην Εύβοια.

Ο Α. Τσοχατζόπουλος το 1989 δήλωνε εισόδημα μόλις 4.555.877 εκατ. δρχ. και καταθέσεις 5 εκατ. Το 1996, το εισόδημά του φτάνει τα 20 εκατ. δρχ., ενώ στο τέλος της θητείας του στο υπ. Εθν. Άμυνας εκτοξεύεται στα 40,5 εκατ. δρχ. με καταθέσεις 39 εκατ. δρχ. Ο πρώην υπουργός δηλώνει στο «πόθεν έσχες» του 2004 87.950 ευρώ και σε αυτό του 2006 85.042 ευρώ. Παράλληλα, η νυν σύζυγός του, Βίκυ Σταμάτη, έχει στην ιδιοκτησία της από γονική παροχή ένα διαμέρισμα 130 τ.μ. στο Χαλάνδρι και δηλώνει, ως υπάλληλος της ΔΕΗ, εισόδημα μόλις 22.593 ευρώ, αλλά και 99.000 ευρώ σε καταθέσεις.

Στο «πόθεν έσχες» του πρώην υπουργού για το 2009, το εισόδημά του ανέρχεται στα 100.431 ευρώ, ενώ της συζύγου του αγγίζει μόλις τα 15.330 ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, το 2010, η Β. Σταμάτη αγοράζει δύο ορόφους στο νεοκλασικό της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου 33, καταβάλλοντας 1,1 εκατ. ευρώ στην offshore Nobilis (650.000 ευρώ από δάνειο), η οποία το 2001 το είχε αγοράσει από την Torcaso, την offshore που είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου.

Τα διαμερίσματα στην οδό Κόμνα Τράκα 3, 142 τ.μ. και 59 τ.μ., ο Ακης Τσοχατζόπουλος τα αγόρασε, το 2004, με 85.899 ευρώ και 29.058 ευρώ, αντίστοιχα. Πωλητής δεν ήταν άλλος από τον ξάδελφό του, Ν. Ζήγρα, ο οποίος φέρεται να είναι ο ιδιοκτήτης της Torcaso, τουλάχιστον μέχρι το 2003.

Αρετή: Ενα ακίνητο τον χρόνο

Αγορές ακινήτων ύψους 2,5 εκατ. ευρώ πραγματοποιεί και η Αρετή Τσοχατζοπούλου, παρότι τα τελευταία 5-6 χρόνια δηλώνει εισοδήματα που κυμαίνονται από 25.000 έως 60.000 ευρώ. Η Αρ. Τσοχατζοπούλου από το 2003 έως το 2009 αποκτά σχεδόν κάθε χρόνο και ένα ακίνητο με δικά της χρήματα, αφού από τις φορολογικές της δηλώσεις δεν συμπεραίνεται λήψη δανείων. Χρήματα, όμως, που -όπως προκύπτει- δεν προέρχονται από τα τακτικά της εισοδήματα, αν και στη δήλωση «πόθεν έσχες» του 2007 αναφέρεται πως εισέπραξε το ποσό των 2,145 εκατ. ευρώ από πώληση ακινήτου το 2005.

Στη φορολογική δήλωση του ίδιου έτους, αναφέρεται το ποσό των 270.000 ευρώ που προέρχεται από τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή συναλλάγματος, δάνεια και δωρεές. Στη δήλωση του 2009 εμφανίζονται αγορές ακινήτων ύψους 900.000 ευρώ, οι οποίες αφορούν δαπάνη για αγορά ή για χρονομονομεριστική μίσθωση αξίας 470.000 ευρώ και ανάλωση κεφαλαίου ύψους 430.000 ευρώ. Εντύπωση προκαλεί πως δύο από τις εταιρείες στις οποίες συμμετέχει μαζί με τον αδελφό της, Αλέξανδρο, προχωρούν σε τεράστιες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου: Η Ληθαία ΕΠΕ κατά 1.200.000 ευρώ το 2010 και η Bauplus ΕΠΕ κατά 1.200.000 ευρώ το 2009. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το «πόθεν έσχες» του 2007.

Σε αυτό, η Αρ. Τσοχατζοπούλου δηλώνει πως είναι ιδιοκτήτρια 8 ακινήτων:

• Διώροφου 271 τ.μ. στο Κολωνάκι, το οποίο αγόρασε έναντι 627.942 ευρώ το 2006 (από τον Αστέριο Οικονομίδη, ο οποίος το 2005 το είχε αγοράσει από την offshore Bluebell S.A.).

• Διαμερίσματος 185 τ.μ. στη Θεσσαλονίκη, με θέα τον Θερμαϊκό. Το αγόρασε το 1996, έναντι περίπου 200 εκατ. δρχ.
• Του 50% οικοπέδου 532 τ.μ. στον Κόρφο Κορινθίας.

• Του 50% οικοπέδου 469 τ.μ., περιλαμβανομένης οικίας 148 τ.μ., στον Κόρφο Κορινθίας. Το άλλο 50% ανήκει στον Ακη Τσοχατζόπουλο.

• Του 50% δύο αγροτεμαχίων 1.276 τ.μ. και 745 τ.μ. στην Αμάρυνθο Ευβοίας. Το άλλο 50% ανήκει στον Άκη Τσοχατζόπουλο.

• Οικοπέδων 271 τ.μ. στην οδό Κεφαλληνίας. Το πρώτο αγοράστηκε το 2004 έναντι 32.212 ευρώ, ενώ το δεύτερο το 2008 έναντι 395.155 ευρώ.

Τέλος, διαθέτει καταθέσεις 112.569 ευρώ σε τράπεζες, καθώς και μετοχές και αμοιβαία κεφάλαια ύψους 860.000 ευρώ, για τα οποία ως πηγή προέλευσης δηλώνει πώληση ακινήτου.

Τα εισοδήματα της πρώην

Η πρώην σύζυγός του, Γκούντρουν Μολντενχάουερ, δηλώνει μηδενικό ή σχεδόν μηδενικό εισόδημα όλες τις χρονιές, εκτός από το 1994, που δήλωσε 7 εκατ. δρχ. Κι όμως, εμφανίζεται με καταθέσεις αρκετών εκατομμυρίων. Είναι χαρακτηριστικό πως αν και το 1989 φαίνεται πως είχε στην τράπεζα σχεδόν 10 εκατομμύρια, το 2001 το ποσό ανήλθε σε 68 εκατομμύρια δραχμές. Κι όλα αυτά, ενόσω είχε προχωρήσει στην αγορά του σπιτιού στο Ψυχικό, με συνολικό τίμημα 110.646.532 δρχ.

Μάλιστα, στο «πόθεν έσχες» του πρώην υπουργού αναφέρεται ότι τα χρήματα για την αγορά προήλθαν από... εισοδήματά της και από την πώληση ενός διαμερίσματος στα Μελίσσια. Την ίδια χρονιά, εμφανίζεται να αγοράζει το 50% ενός αγροτεμαχίου στον Κόρφο Κορινθίας, έκτασης 4 στρεμμάτων και το 13% έτερου αγροτεμαχίου στην περιοχή, έκτασης 48 στρεμμάτων.

Φωνάζει ο... κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης

Με μια αγωγή που δεν απαντά στα ερωτήματα και δεν μπαίνει στην ουσία των αποκαλύψεων της Real news επιχειρεί ο Ακης Τσοχατζόπουλος να διαψεύσει τα όσα η εφημερίδα έβγαλε στο φως της δημοσιότητας για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο με τις «μίζες» των υποβρυχίων. Μια αγωγή που ήρθε μετά από αυτή που κατέθεσε η εταιρεία Real Media και ο εκδότης της «R» Νίκος Χατζηνικολάου εναντίον του πρώην υπουργού για συκοφαντική δυσφήμηση, με την οποία ζητούν αποζημίωση ύψους 2 εκατομμυρίων ευρώ. Το ποσό αυτό, εφόσον δικαιωθούν, δεσμεύονται να το διαθέσουν σε οικογένειες Ελλήνων αξιωματικών που έχασαν τη ζωή τους εν ώρα υπηρεσίας.

Τι αναφέρει

Ο Ακης Τσοχατζόπουλος στρέφεται κατά της εταιρείας Real Media, του Νίκου Χατζηνικολάου και του συντάκτη της εφημερίδας Αλέξανδρου Κόντη, από τους οποίους ζητά συνολικά 500.000 ευρώ, καθώς, κατά τον πρώην υπουργό, η υποχρέωση κάθε δημοσιογράφου να αποκαλύπτει υποθέσεις με έντονη οσμή διασπάθισης δημόσιου χρήματος είναι «λασπολογία» και υποκινείται από κάποιους. Το ότι για όλα αυτά γίνεται δικαστική έρευνα σε δύο χώρες -Γερμανία και Ελλάδα-μάλλον το θεωρεί άνευ σημασίας και στέκεται, όπως και στην ανακοίνωση που είχε προηγηθεί της αγωγής, στους τύπους και στη διαδικασία της ανάθεσης.

Οπως αναφέρεται στην αγωγή της εφημερίδας και του Ν. Χατζηνικολάου κατά του Ακη Τσοχατζόπουλου: «Με αφορμή άρθρα της εφημερίδας που δημοσιεύτηκαν στις 13 και 20 Φεβρουαρίου του 2011, τα οποία αφορούσαν σε μεγάλα χρηματικά ποσά που φαίνεται ότι διοχετεύτηκαν παράνομα σε προμήθειες σε Ελληνες πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, εν όψει της αγοράς και κατασκευής γερμανικών υποβρυχίων για τον εξοπλισμό του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, πρόγραμμα και σχετικές συμβάσεις που υπογράφηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας του Ακη Τσοχατζόπουλου ως υπουργού Εθνικής Αμυνας, ο εναγόμενος στις 25 Φεβρουαρίου 2011 εξέδωσε δελτίο Τύπου με συκοφαντικό και καταφρονητικό περιεχόμενο για την εφημερίδα μας και τον Νίκο Χατζηνικολάου, το οποίο απέστειλε σε όλα τα μέσα ενημέρωσης, ηλεκτρονικά και έντυπα, με σκοπό να μας διαβάλει, να μας συκοφαντήσει και να μας αναγκάσει, με την “απειλή” της προσφυγής στη Δικαιοσύνη εναντίον μας, να παύσουμε να ερευνούμε το θέμα και να διακοπούν οι αποκαλύψεις και τα σχετικά άρθρα. Αμεσο αποτέλεσμα της εις βάρος μας συκοφαντίας ήταν να υποστούμε σημαντική βλάβη, καθώς το δελτίο Τύπου έλαβε στη συνέχεια και ευρύτατη δημοσιότητα, μέσω της αναδημοσίευσης και της γνωστοποίησής του στην κοινή γνώμη».

Οπως σημειώνεται στην αγωγή, τα στοιχεία προέρχονται από τη δικογραφία που έχει σχηματιστεί στην Εισαγγελία του Μονάχου, καθώς η γερμανική Δικαιοσύνη έχει ξεκινήσει έρευνα εδώ και αρκετό καιρό. Η δικογραφία περιλαμβάνει έγγραφα από δημόσιες Αρχές που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. «Συνεπώς», επισημαίνεται στην αγωγή, «ούτε λασπολόγοι είμαστε, όπως ψευδώς υποστηρίζει ο εναγόμενος στο επίμαχο δελτίο Τύπου, ούτε τον συκοφαντήσαμε -και μάλιστα “σκόπιμα” ούτε υποκινούμαστε από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, αλλά αντίθετα προβήκαμε στη δημοσίευση πραγματικών στοιχείων και στην άσκηση νόμιμης κριτικής, στο πλαίσιο της ελευθερίας του Τύπου και με σκοπό την ενημέρωση της κοινής γνώμης».

Δεν διαψεύδονται

Αυτό που επίσης τονίζεται στην αγωγή της Real media είναι πως «σε κάθε περίπτωση, στο επίμαχο δελτίο Τύπου δεν διαψεύδονται (πώς είναι, άλλωστε, δυνατόν;) τα στοιχεία της έρευνας καθαυτά (γίνεται, μάλιστα, λόγος για “ενόχους” και “παράνομες ενέργειες”), ούτε φυσικά η σχέση του εναγόμενου με τον κ. Μπέλτσιο, πρόσωπο-“κλειδί” της υπόθεσης, ενώ πραγματικά προξενεί εντύπωση η δήθεν άγνοια του πρώτου και αδιαφορία του για τα όσα αποκάλυψε η εφημερίδα μας, δεδομένης της υπεύθυνης θέσης του κατά την περίοδο εκείνη, ως υπουργού Εθνικής Αμυνας. Επομένως, ο εναγόμενος γνώριζε ότι ούτε λασπολόγοι είμαστε, ούτε ψεύτες, ούτε συκοφάντες, αλλά όλα όσα δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα μας ανταποκρίνονταν πλήρως στην πραγματικότητα και στηρίζονταν σε αδιάψευστα στοιχεία».

ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΚΑΝΔΥΛΗ