Quantcast

Τέλος στη συλλογή αποδείξεων - Ποιοι εξαιρούνται- Νέα εγκύκλιος για έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας στις επιχειρήσεις

Με απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων οι φορολογούμενοι που δικαιούνται αφορολόγητο δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένοι να κρατούν τις αποδείξεις. Τι ισχύει για τα ζευγάρια. Με ποια προϋπόθεση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι δαπάνες μισθοδοσίας των επιχειρήσεων.

Τέλος στο χαρτοβασίλειο των αποδείξεων βάζει, με απόφασή του ο διοικητής της ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργος Πιτσιλής, απαλλάσσοντας τους φορολογούμενους από την υποχρέωση να κρατούν τις αποδείξεις πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών για να χτίζουν το αφορολόγητο.

Στην απόφαση ορίζεται ότι οι φορολογούμενοι οι οποίοι δικαιούνται το αφορολόγητο -μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες- δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένοι να κρατούν τις αποδείξεις.

Οι συγκεκριμένες δαπάνες τους που μετρούν στο αφορολόγητο θα μπορούν να επιβεβαιώνονται από την μηνιαία statement των τραπεζών που αφορούν στην κίνηση των χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών τους από τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους.

Σύμφωνα με την ίδια απόφαση στην περίπτωση συζύγων με κοινό τραπεζικό λογαριασμό, όπου ο ένας φορολογούμενος δικαιούται αφορολόγητο (πχ μισθωτός) και ο έτερος δεν δικαιούται (πχ ελεύθερος επαγγελματίες), ο δικαιούχος αφορολογήτου μπορεί να χρησιμοποιήσει το σύνολο των ηλεκτρονικών πληρωμών του κοινού λογαριασμού για το χτίσιμο του αφορολογήτου.

Υπενθυμίζεται ότι ελάχιστα ποσά δαπανών με πλαστικό χρήμα που θα πρέπει να συγκεντρώσουν οι φορολογούμενοι για να δικαιούνται το αφορολόγητο είναι τα ακόλουθα:

* 10% του ετησίου εισοδήματος, εφόσον αυτό ανέρχεται έως 10.000 ευρώ,
* 15% του κλιμακίου εισοδήματος από 10.001 έως και 30.000 ευρώ και
* 20% για το υπερβάλλον των 30.000 ευρώ εισόδημα.

Έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων

Επίσης με απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργου Πιτσιλή, απαραίτητη προυπόθεση για να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι δαπάνες μισθοδοσίας των επιχειρήσεων, είναι να έχουν γίνει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών.

Διευκρινίζεται ότι ως «ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής» θεωρείται κάθε μέσο πληρωμής, που απαιτεί τη μεσολάβηση ενός τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού δικτύου, όπως π.χ. η μεταφορά χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών («e-banking»), καρτών, το «ηλεκτρονικό πορτοφόλι», κ.λπ., ενώ η έννοια του «παρόχου υπηρεσιών πληρωμών» ορίζεται με τις διατάξεις της περ. δ' του άρθρου 62 του ν.4446/2016. Στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες).

Με αυτά τα δεδομένα, πέραν της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής για την έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα:

- Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά, είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα)
- Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής-ταχυπληρωμής, ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων
- Η χρήση τραπεζικής επιταγής,
- Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού.

Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, σε περίπτωση που μέρος των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης δεν εξοφληθεί με κάποιο από τα μέσα που παρατίθενται πιο πάνω, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση το σύνολο της δαπάνης. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία, μέρος του μισθού παρακρατείται από τον εργοδότη με σκοπό την εξόφληση υποχρεώσεών του (π.χ. δάνειο που του έχει χορηγήσει ο εργοδότης) ή την εκτέλεση κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου (π.χ. οφειλές του εργαζόμενου προς το Δημόσιο), οπότε η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο σύνολό της όταν το εναπομείναν ποσό έχει εξοφληθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής, ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.