Quantcast

ΕΝΦΙΑ τουλάχιστον ως το 2020 και με τη... βούλα του αναθεωρημένου μνημονίου

Ο ΕΝΦΙΑ είναι ο φόρος με την μεγαλύτερη εισπραξιμότητα από όλους όσοι έχει επιβάλλει το ελληνικό δημόσιο, γεγονός που καθιστά πολύ δύσκολη τη μείωση και πολύ περισσότερο την αντικατάστασή του.
Παρά τον σάλο των αντιδράσεων που προκάλεσαν άλλη μια χρονιά τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ, ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων θα μας συντροφεύει τουλάχιστον μέχρι και το 2019 με μόνη προοπτική μια ελάχιστη μείωση κατά 200 εκατ. ευρώ (από τα 3,15 δισ. ευρώ που βεβαιώθηκαν φέτος) το 2020 αν και εφόσον εφαρμοστούν τα αντίμετρα.

Αυτό προβλέπει το αναθεωρημένο μνημόνιο με την ΕΕ που συμφωνήθηκε στις αρχές Μαΐου με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, παρατείνοντας τη ζωή του «μισητού» φόρου ακινήτων στο… διηνεκές.

Είναι αλήθεια ότι από την πρώτη εφαρμογή του ο φόρος που κλήθηκε να αντικαταστήσει το ακόμη πιο άδικο «χαράτσι της ΔΕΗ» σχεδιάστηκε λάθος. Άφηνε ουσιαστικά εκτός αγροτεμάχια και ακίνητα εκτός σχεδίου (τα οποία θα πληρώσουν ένα συμβολικό τίμημα για τον ΕΝΦΙΑ) και φόρτωνε με τον κύριο όγκο του φόρου τα αστικά ακίνητα.

Επίσης, επέβαλε διπλή φορολογία σε αυτούς που θεωρούνταν «μεγαλοϊδιοκτήτες». Το όριο της μεγάλης ακίνητης περιουσίας μέχρι και το 2015 ήταν μια αντικειμενική αξία 300.000 ευρώ, η οποία μειώθηκε στις 200.000 το 2016 με την τελευταία φορολογική μεταρρύθμιση ξεσηκώνοντας και πάλι θύελλα αντιδράσεων.

Παρόλα αυτά, ο ΕΝΦΙΑ είναι ο φόρος με τη μεγαλύτερη εισπραξιμότητα (ξεπερνάει το 82%) από όλους όσοι έχει επιβάλλει το ελληνικό δημόσιο, αφού από τα 3,15 δισ. ευρώ που βεβαιώθηκαν φέτος, αναμένεται να εισπραχθούν τουλάχιστον 2,65 δισ. ευρώ.

Αυτό από μόνο του καθιστά πολύ δύσκολη τη μείωση και πολύ περισσότερο την αντικατάσταση του. Μάλιστα, είναι ένας από τους φόρους που παρακολουθούνται πολύ στενά από τους δανειστές, οι οποίοι δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για την αντικατάστασή του.

Την προοπτική αυτή έδωσε με γλαφυρό τρόπο ο τέως αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και γνώστης των φορολογικών κ. Τρύφωνας Αλεξιάδης, ο οποίος σε ερώτηση για το ενδεχόμενο κατάργησης ή αντικατάστασης του ΕΝΦΙΑ χαρακτήρισε τη σχετική εξαγγελία «περσινά ξινά σταφύλια», αφήνοντας να εννοηθεί ότι τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει.

Ακόμη και η αναφορά της σημερινής υφυπουργού Οικονομικών κ. Κατερίνας Παπανάτσιου από τη Βουλή περί της μείωσης των παράλογα υψηλών αντικειμενικών αξιών επί των οποίων επιβάλλεται ο φόρος στις εμπορικές αξίες μέχρι και το τέλος του χρόνου δεν δίνει όλη την εικόνα.

Η υφυπουργός ανέφερε, απλώς, τη μνημονική δέσμευση, η οποία ήταν γνωστή από το 2016, και έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί έως και τις 30 Ιουνίου του 2017 και τελικά πήρε αναβολή έως και το τέλος του χρόνου.

Αυτό που δεν είπε η κ. Παπανάτσιου είναι ότι ακόμη και με τη μείωση των αντικειμενικών αξιών τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ δεν θα αλλάξουν πολύ, καθώς, ο εισπρακτικός στόχος για ετήσια έσοδα 2,65 δισ. ευρώ δεν θα αλλάξει.
Για να γίνουν και τα δύο μαζί απλώς θα γίνει η αναπροσαρμογή των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ προς τα πάνω ώστε στόχος των εσόδων από τον συγκεκριμένο στόχο να επιτυγχάνεται έτσι κι αλλιώς.

Ακόμη και η αρχική ιδέα για περί εφαρμογής ενός φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας προσκρούει στο ότι ένας τέτοιος φόρος υπάρχει ήδη με την μορφή του συμπληρωματικού φόρου που επιβάλλεται στην ακίνητη περιουσία αντικειμενικές αξίες άνω των 200.000 ευρώ που αφορά περίπου 600.000 φυσικά και 50.000 νομικά πρόσωπα.

Ένας φόρος ιδιοκτησίας μόνο για τους μεγαλοϊδιοκτήτες, θα περιόριζε την βάση του φόρου στο 10% από τα 6,3 εκατομμύρια των ιδιοκτητών που πληρώνουν σήμερα το φόρο δημιουργώντας νέες παράλογες καταστάσεις.

Αν πάλι κάποιος μείωνε κι άλλο το κατώφλι της μεγάλης ακίνητης περιουσίας στην αντικειμενική των 100.000 ή 50.000 ευρώ στην οποία θα επιβάλλονταν ο φόρος τότε απλώς θα μιλούσαμε για έναν ΕΝΦΙΑ που θα είχε απλώς άλλο όνομα.

ΠΗΓΗ: enikonomia.gr