Quantcast

Σχέσεις μεταξύ σχιζοφρένειας, επιληψίας και μανιοκατάθλιψης

Με συμμετοχή Ελλήνων ερευνητών αποδείχθηκε η σχέση ανάμεσα στη σχιζοφρένεια, τη διπολική διαταραχή και την επιληψία.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ορισμένες νέες γενετικές μεταλλάξεις που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σε ένα άνθρωπο της σχιζοφρένειας, αλλά και της διπολικής διαταραχής (μανιοκατάθλιψης), σύμφωνα με δύο ανεξάρτητες μεταξύ τους διεθνείς έρευνες, στις οποίες συμμετείχαν και Έλληνες ερευνητές. Μια τρίτη μελέτη επιβεβαίωσε την ύπαρξη αμοιβαίας σχέσης ανάμεσα στη σχιζοφρένεια και την επιληψία, καθώς η ύπαρξη της μίας αυξάνει τον κίνδυνο για εμφάνιση και της άλλης.

Η πρώτη έρευνα (μετα-ανάλυση), από περίπου 200 ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σικάγο, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό γενετικής «Nature Genetics», σύμφωνα με το γαλλικό Πρακτορείο, ανέλυσε τις κυριότερες μέχρι σήμερα μελέτες για τη γενετική αιτιολογία της σχιζοφρένειας, που συνολικά αφορούσαν περίπου 22.000 άτομα (τα μισά σχεδόν με τη νόσο), όπως μεταδίδει το ΑΠΕ.

Η ανάλυση εντόπισε επτά γενετικούς παράγοντες (οι πέντε άγνωστοι μέχρι σήμερα) που εμπλέκονται στη ρύθμιση της λειτουργίας των εγκεφαλικών κυττάρων και στην εκδήλωση σχιζοφρένειας. Για να διασταυρώσουν το εύρημά τους, οι επιστήμονες προχώρησαν στην ανάλυση του γονιδιώματος ακόμη 30.000 ατόμων. Μεταξύ των ερευνητών ήταν ο αναπληρωτής καθηγητής Δημήτρης Δικαίος και ο καθηγητής Γιώργος Παπαδημητρίου από το τμήμα Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Η δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο ίδιο περιοδικό, της Ιατρικής Σχολής του Όρους Σινά στη Νέα Υόρκη, ανέλυσε σε πρώτη φάση τα γονιδιώματα περίπου 16.500 ατόμων (εκ των οποίων οι 7.500 με διπολική διαταραχή) και, στη συνέχεια, για λόγους διασταύρωσης, μελέτησε το DNA άλλων 45.000 ατόμων. Τελικά, οι ερευνητές εντόπισαν ένα γονίδιο, το CACNA1C, που σχετίζεται με τη νόσο και, παράλληλα, εμπλέκεται στη σχιζοφρένεια, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι υπάρχει γενετική επικάλυψη ανάμεσα στις δύο ψυχικές διαταραχές.

Ανακαλύφθηκε επίσης μια γενετική παραλλαγή, άγνωστη ως σήμερα, το γονίδιο ODZ4, που δείχνει ότι ορισμένα νευροχημικά «κανάλια» στον εγκέφαλο, τα οποία ενεργοποιούνται από το ασβέστιο, αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση της διπολικής διαταραχής.

Η σχιζοφρένεια εκτιμάται ότι πλήττει περίπου το 1% των ενηλίκων παγκοσμίως, ενώ η διπολική διαταραχή-μανιοκατάθλιψη (που χαρακτηρίζεται από ακραίες μεταβολές στη διάθεση του ασθενούς) αφορά ένα ανάλογο ποσοστό διεθνώς. Το γενετικό και βιολογικό «προφίλ» των δύο νόσων παραμένει ακόμα σχεδόν άγνωστο. Έχει παρατηρηθεί ότι οι δύο παθήσεις εκδηλώνονται σε οικογένειες, μια ένδειξη ότι υπάρχει κληρονομικότητα, άρα γενετικό υπόβαθρο.

Οι πρώιμες ελπίδες να βρεθεί κάποιο μοναδικό γονίδιο υπεύθυνο για τις δύο νόσους, διαψεύστηκαν και πλέον μια πλειάδα -ίσως και εκατοντάδες- γονιδίων θεωρείται ότι εμπλέκονται. Μέχρι στιγμής πάντως έχουν βρεθεί λίγα μόνο γονίδια, που πιστεύεται ότι αντιστοιχούν το πολύ στο 30% των συνολικών γενετικών παραγόντων που ευθύνονται για την κληρονομικότητα. Η νέα ανακάλυψη αυξάνει τις ελπίδες ότι μελλοντικά θα υπάρξει καλύτερη κατανόηση του βιολογικού υποβάθρου της σχιζοφρένειας και της διπολικής διαταραχής και θα αναπτυχθούν νέα φάρμακα.

Η τρίτη έρευνα από επιστήμονες του πανεπιστημίου της Ταϊβάν, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Epilepsia", κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ασθενείς με επιληψία έχουν σχεδόν οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν σχιζοφρένεια κι αντίστροφα, οι ασθενείς με σχιζοφρένεια έχουν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν επιληψία.

Προηγούμενες κλινικές έρευνες είχαν δείξει ότι οι πάσχοντες από επιληψία συχνά εμφανίζουν και ψύχωση. Η νέα μελέτη δείχνει ότι πιθανώς υπάρχει κοινό υπόβαθρο (γενετικό, νευροβιολογικό, περιβαλλοντικό) στην εκδήλωση σχιζοφρένειας και επιληψίας. Άλλες μελέτες έχουν εξάλλου βρει αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στην επιληψία και την κατάθλιψη ή στις διαταραχές της διάθεσης.