Quantcast

Γ. Χατζηθεοδοσίου: Αναγκαία η αύξηση του κατώτατου μισθού

Εφτασε πλέον η στιγμή που πρέπει να συζητήσουμε επί της ουσίας για την «επόμενη μέρα» και να ληφθούν πρωτοβουλίες που μπορούν να αλλάξουν προς το θετικότερο τη μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Μία από τις βασικότερες ενέργειες που θεωρώ ότι μπορούν να συμβάλουν θετικά σε επιχειρηματικότητα, απασχόληση και βελτίωση της εικόνας της αγοράς, είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού από τα 586 ευρώ στα 751 ευρώ.

Να θυμίσω ότι το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, ξεκάθαρα και υπεύθυνα, έχει ταχθεί εδώ και καιρό υπέρ αυτής της αύξησης. Και δεν το κάνουμε ούτε για να δημιουργήσουμε εντυπώσεις, ούτε για λόγους ιδεοληψίας. Βλέποντας με ρεαλισμό την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην αγορά, παρατηρούμε ότι η «ελεύθερη πτώση» που παρατηρείται στους τζίρους των επιχειρήσεων οφείλεται κυρίως στην αποδυνάμωση των καταναλωτών. Εφόσον λοιπόν αυξηθούν τα εισοδήματά τους, τότε εκτιμούμε ότι ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των επιπλέον χρημάτων θα κατευθυνθεί στην αγορά.

 Τι σημαίνει αυτό; Αύξηση στους τζίρους των επιχειρήσεων, ειδικά των μικρομεσαίων. Συνέπεια αυτού θα είναι η ενίσχυση των εσόδων του Δημοσίου ενώ ταυτόχρονα θα αλλάξει και η ψυχολογία στην οικονομία. Και όσοι είναι γνώστες της αγοράς ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει θετική ψυχολογία για μία οικονομία που παλεύει να σταθεί στα πόδια της και να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική.

Η αύξηση βέβαια του κατώτατου μισθού πρέπει να εφαρμοστεί ταυτόχρονα με τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, καθώς λόγω των υπέρογκων ασφαλιστικών και φορολογικών επιβαρύνσεων ήδη τίθεται σε κίνδυνο η βιωσιμότητα πολλών μικρομεσαίων επιχειρηματιών.

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους και είναι αποκαλυπτικοί. Μόνο το 2017 η νέα αύξηση στις εισφορές οδήγησε σε άνοδο του μη μισθολογικού κόστους κατά 8,1%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, κάθε ελεύθερος επαγγελματίας στην Ελλάδα καταβάλλει το 39,3% του εισοδήματός του σε φόρους και εισφορές, ενώ ο μέσος όρος στα κράτη-μέλη του Οργανισμού είναι 35,9%.

Ο δρόμος της ανάπτυξης μπορεί να έλθει μόνο μέσα από την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, τη βελτίωση της επιχειρηματικότητας, την αύξηση της απασχόλησης, την εξωστρέφεια, την προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων. Οφείλουμε λοιπόν να προχωρήσουμε μπροστά και η συζήτηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού δεν πρέπει να μας τρομάζει, ούτε να αποτελεί «ταμπού». Μέσα από τέτοια μικρά αλλά σταθερά βήματα, θεωρώ ότι μπορούμε να αφήσουμε οριστικά πίσω μας την κρίση. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένας εθνικός αναπτυξιακός σχεδιασμός και βέβαια αποφασιστικότητα για την υλοποίησή του.