Quantcast

Έφυγε ο Αρά Γκιουλέρ, από τους πλέον θρυλικούς φωτογράφους της Κωνσταντινούπολης

Ο παγκοσμίου φήμης φωτογράφος Αρά Γκιουλέρ πέθανε αργά το βράδυ Τετάρτης, σε ηλικία 90 χρονών σε νοσοκομείο της Κωνσταντινούπολης από έμφραγμα.

Παγκόσμια γνωστός ως «Eye of Istanbul» «το μάτι της Κωνσταντινούπολης» επειδή με το φακό του απαθανάτισε, όπως κανείς άλλος,  την καθημερινή ζωή της Κωνσταντινούπολης.

Τουρκο-αρμένιος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και μεγάλωσε στο Πέρα. Φωτογράφισε όλη την Τουρκία και κάλυψε γεγονότα σε πολλές γωνιές του κόσμου, με διεθνή καριέρα και διακρίσεις για περισσότερα από εξήντα χρόνια, με περισσότερες από ένα εκατομμύριο φωτογραφίες.

[Ακολουθεί επικαιροποιημένη αναδημοσίευση της εφημερίδας «Αγορά» που φιλοξένησε τον «μεγάλο δάσκαλο» («Buyuk Usta» όπως τον αποκαλούν στην Τουρκία) στο τεύχος του Σαββάτου 20 Δεκεμβρίου 2014.]

Φιλέλληνας, πολύ γνωστός και αγαπητός στην Ελλάδα από τις εκθέσεις του στο μουσείο Μπενάκη.

Εκτός από τους ανώνυμους κατοίκους της Πόλης, ο φακός απαθανάτισε προσωπικότητες όπως ο Τσόρτσιλ, η Γκάντι, ο Χίτσκοκ, ο Νταλί, ο Πικάσο.  Ένα τριώροφο κτίριο στο κέντρο του Πέρα, στη σχολή Γαλατάσαραϊ, κληρονομιά του φαρμακοποιού πατέρα του, είναι σήμερα μουσείο- αρχείο με εκατοντάδες χιλιάδες φωτογραφίες του και στο ισόγειο το ομώνυμο «Αra cafe», αγαπημένο του στέκι. Κανένας άλλος δεν έχει φωτογραφίσει την Πόλη των δεκαετιών του 1950 και του 1960 με τον τρόπο που το έκανε ο Αρά Γκιουλέρ, γιατί ο φακός του εστίαζε στους «ανθρώπους μέσα στα τοπία της Πόλης». Πίστευε ότι, πρώτα υπάρχουν οι άνθρωποι της Πόλης και μετά η ίδια η Πόλη.

Συναντηθήκαμε απογευματάκι στο «Ara cafe». Καθόταν πάντα στο ίδιο τραπέζι, κάτω από τα τεράστια κάδρα με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του, δεκαετίας του '50, που τον καταξίωσαν διεθνώς. Κάποιες από αυτές, τις είδαμε στη μεγάλη έκθεση που φιλοξένησε το 2010 το Μουσείο Μπενάκη.

«Εσύ ποια είσαι;» Ο Αρά Γκιουλέρ, με το διεισδυτικό βλέμμα του μου έγνεψε να καθίσω στο ίδιο τραπέζι. Παραγγέλνει τσάγια, μπορέκια με γέμιση κυμά, ελιές, τυρί και ντομάτα.

«Τρώγε» είπε, σα να γνωριζόμασταν χρόνια.

«Κλείσε το μικρόφωνο! Θέλω να μιλάμε για αυτό που ζούμε τώρα, αυτή τη στιγμή εδώ, πίνουμε, τρώμε. Αυτό είναι η Ζωή! Σήμερα βγήκα από το νοσοκομείο, θα αρχίσω αιμοκάθαρση τρεις φορές την εβδομάδα..»

Συστήνομαι. «Ελληνίδα, γειτόνισσα δηλαδή. Τούρκοι και Έλληνες είμαστε ίδιοι. Μιλάμε με τα μάτια..»

Όση ώρα μιλάει κοιτάζω το «sous plat», εκτύπωση από μια εκπληκτική φωτογραφία του '58, ενός καφενείου στη στοά Χατζόπουλου στο Πέρα και χαζεύω τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες τους τοίχους..

Έχει αλλάξει η Πόλη από τότε; ρωτάω «Πολύ. Και ξέρεις γιατί; Τα νέα παιδιά που μεγαλώνουν εδώ, δεν ενδιαφέρονται πια για την ιστορία της. Το να ζεις στην Κωνσταντινούπολη και να μην ξέρεις την ιστορία της είναι θλιβερό. Πως αλλιώς θα αντλήσεις κάτι από τη σοφία της; Όμως το ίδιο συνάντησα και στην Αθήνα. Οι Έλληνες «κοιτάζουν» την Ακρόπολη. Γνωρίζουν όμως την αρχαιότητα σε βάθος; Σήμερα οι άνθρωποι έχουν Θεό τους το χρήμα.  Δεν σκέφτονται σχεδόν καθόλου. Αλίμονο αν αφήσουμε την Ιστορία μόνο στα χέρια των ιστορικών και δεν σηκώσει ο καθένας μας το βάρος που του αναλογεί».

Όταν η Κωνσταντινούπολη κλυδωνιζόταν από τα γεγονότα στο πάρκο Γκεζί  στην πλατεία Ταξίμ, ο Γκιουλέρ δεν ήταν στην Πόλη.

«Οι νέοι σήμερα είναι πιο έξυπνοι και πιο μορφωμένοι από εμάς. Σε πολλά όμως, είναι πιο επιφανειακοί. Νιώθουν; Κάθονται στα μαγαζιά και ασχολούνται με το κινητό τους τηλέφωνο ή τον υπολογιστή, ενώ μπροστά τους υπάρχει η πραγματική ζωή, η πόλη, οι άνθρωποι».

Ενημερωμένος για την κρίση στην Ελλάδα αλλά και πολιτικοποιημένος με κριτική άποψη για τα γεγονότα σε όλο τον κόσμο, με εντυπωσιακή μνήμη παρά την προχωρημένη ηλικία του.

«Το σώμα μπορεί ν' ανήκει στη Δύση, η καρδιά όλων μας είναι δεξιά στο χάρτη, χτυπά στην Ανατολή. Βρίσκουμε τον τρόπο να ξαναγεννιόμαστε από τις στάχτες μας   οι Τούρκοι με τους Έλληνες»

«Η φωτογραφία είναι συναίσθημα, μνήμη, στιγμή. Παίρνει ένα κομμάτι από τη ζωή και το κάνει αθάνατο. Ποτέ δεν συμπάθησα φωτογράφους που σκηνοθετούν αυθόρμητες στιγμές για να γίνουν διάσημοι. Δεν αποχωρίζομαι ποτέ τη μηχανή μου. Ακόμη και σήμερα κάνω κλικ σε ότι μ' εντυπωσιάζει»

Φωτογράφιζε ανθρώπους του μόχθου, αλάνια σε φτωχογειτονιές της Πόλης, εργάτες στους σταθμούς τρένων με φόντο υπέροχα οθωμανικά κτίρια, τη γέφυρα του Γαλατά, βαρκάρηδες μεταφέροντας επιβάτες από τη μια όχθη του Κεράτιου στην άλλη, οδηγούς πρωινών λεωφορείων, επιδρόμιους πωλητές μπροστά σε ετοιμόρροπα σπίτια, άνδρες στα καφενεία, γυναίκες με μαντίλα, οίκους ανοχής. Οι φωτογραφίες του «μιλάνε» νοσταλγικά, με ρεαλισμό αλλά και μελαγχολία.

Βράδιασε. «Μη φύγεις ακόμη. Πάμε να φάμε σ' ένα μαγαζί ενός φίλου μου Αρμένη» Πριν, περάσαμε απ' το σπίτι του, ένα ρετιρέ στον 6ο όροφο με θέα στο Βόσπορο, στην περιοχή Τζιχάνγκιρ της Πόλης.

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα.. ο Αρά Γκιουλέρ φοράει το καπέλο του, σηκώνεται από την καρέκλα με τη δυσκολία των 87 χρόνων και αποχαιρετιζόμαστε.

κ. Γκιουλέρ τι ενώνει τους Έλληνες με τους Τούρκους;

«Η ζωή! Ίδια ζούμε εμείς και ίδια οι Γερμανοί; Τα ίδια πράγματα θέλουμε για να είμαστε ευτυχισμένοι; Είμαι πάντα με το μέρος των ανθρώπων, όχι των πολιτικών. Οι πρώτοι δημιουργούν κόσμους, οι δεύτεροι τους καταστρέφουν»