Quantcast

Ο Ντ. Τραμπ μιλά για «σύγκρουση συμφερόντων» του ειδικού εισαγγελέα Μάλερ

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σήμερα ότι κατά πάσα πιθανότατα θα αφαιρέσει από τον Μπρους Ορ, υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης, την άδεια πρόσβασής του σε απόρρητα έγγραφα, χαρακτηρίζοντάς τον "όνειδος".

Παράλληλα, κατηγόρησε και πάλι για "σύγκρουση συμφερόντων" τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Μάλερ, τον επικεφαλής της έρευνας για την ανάμιξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους λίγα εικοσιτετράωρα αφότου ανακάλεσε την άδεια πρόσβασης σε απόρρητα του πρώην διευθυντή της CIA Τζον Μπρέναν, ο Τραμπ εξέφρασε για άλλη μια φορά τη διαμαρτυρία του για την έρευνα που διεξάγεται σχετικά με την πιθανή αθέμιτη σύμπραξη του προεκλογικού επιτελείου του με τη Μόσχα. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει κατ' επανάληψη διαψεύση ότι υπήρξε μια τέτοια συνεργασία ενώ και η Ρωσία αρνείται ότι αναμίχθηκε στις εκλογές.

"Πιστεύω ότι ο Μπρους Ορ είναι όνειδος. Υποψιάζομαι ότι θα την ανακαλέσω (σ.σ. την άδεια πρόσβασης) πολύ γρήγορα", είπε. Ο Ορ είναι ανώτατος δημόσιος υπάλληλος, στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης και το όνομά του έχει συνδεθεί με το φάκελο που συνέταξε ο Βρετανός πρώην κατάσκοπος Κρίστοφερ Στιλ για τις σχέσεις του επιτελείου του Τραμπ με τη Ρωσία.

"Ο κ. Μάλερ έχει επίσης πολλές συγκρούσεις συμφερόντων, ο ίδιος. Το ξέρετε αυτό", συνέχισε. Παρά το σχόλιο αυτό πάντως, ο Τραμπ είπε ότι θα πρέπει να επιτραπεί στον Μάλερ να ολοκληρώσει την έκθεσή του για την ενδεχόμενη ανάμιξη της Ρωσίας στις εκλογές.

 Στο μεταξύ, πρώην αρχηγοί της CIA, καθώς και στελέχη των αμερικανικών υπηρεσιών Πληροφοριών, καταγγέλλουν με δριμύτητα τον Ντόναλντ Τραμπ για την απόφασή του να αφαιρέσει από τον Τζον Μπρέναν την άδεια πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα.

Τα πρώην στελέχη της CIA, ανάμεσά τους οι Ρόμπερτ Γκέιτς, Τζορτζ Τένετ, Πόρτερ Γκος, Λίον Πανέτα, Ντέιβιντ Πετρέους- διορισμένοι από ρεπουμπλικανούς και δημοκρατικούς προέδρους των ΗΠΑ κατήγγειλαν την απόφαση του Τραμπ με ανακοίνωση που έδωσαν στην δημοσιότητα.

Η ενέργεια του προέδρου που αφορά τον πρώην αρχηγό της CIA Τζον Μπρέναν και οι απειλές για αντίστοιχα μέτρα εναντίον άλλων πρώην στελεχών δεν έχει καμία σχέση με το ποιος έχει ή δεν έχει πρόσβαση σε απόρρητα έγγραφα και έχει απόλυτη σχέση με μία απόπειρα καταστολής της ελευθερίας της έκφρασης», γράφουν στην ανακοίνωση αναφερόμενοι στην πρόσφατη απόφαση του Τραμπ για τον Τζον Μπρέναν, αρχηγό της CIA επί της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα.

Χαρακτηρίζοντας την απόφαση του μεγιστάνα που κατοικεί στον Λευκό Οίκο «απρεπή και εξαιρετικά λυπηρή», γράφουν: «Δεν έχουμε ποτέ δει στο παρελθόν να χρησιμοποιείται η χορήγηση ή η αφαίρεση άδειας πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα ως πολιτικό εργαλείο, όπως έγινε στην περίπτωση αυτή».

Ο Λευκός Οίκος εξήγησε ότι ο Τζον Μπρέναν, σφοδρός επικριτής του Ντόναλντ Τραμπ, στερήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα εξαιτίας «των κινδύνων που πηγάζουν από την ασταθή συμπεριφορά του».

Ομως στην συνέχεια ο Ντόναλντ Τραμπ παραδέχθηκε ότι η απόφασή του συνδέεται με τις επικρίσεις και τα σχόλια του Τζον Μπρέναν σχετικά με τις σχέσεις ανάμεσα στο επιτελείο της προεκλογικής του εκστρατείας το 2016 και την Ρωσία. Δήλωσε δε στην Wall Street Journal ότι η απόφασή του συνδέεται με την έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μάλερ για πιθανή συνέργεια του επιτελείου Τραμπ με την Μόσχα.

Η ενέργεια του Τραμπ για τον Τζον Μπρέναν επικρίθηκε με σφοδρότητα. Μεταξύ των αξιωματούχων που την κατήγγειλαν ήταν και ο χαίρων μεγάλου σεβασμού ναύαρχος εν αποστρατεία Ουίλιαμ ΜακΡέιβεν, ο οποίος είχε την εποπτεία της επιχείρησης κατά του Οσάμα Μπιν Λάντεν.

«Με την συμπεριφορά σας, μάς εκθέσατε στα μάτια των παιδιών μας, μάς ταπεινώσατε στην διεθνή σκηνή και, το χειρότερο από όλα, διχάσατε την χώρα μας», έγραψε σε ανοικτή επιστολή προς τον πρόεδρο που δημοσιεύθηκε στην Washington Post.

«Κατά συνέπεια, θα το θεωρήσω τιμή να αφαιρέσετε επίσης και την δική μου άδεια πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα, ώστε να μπορέσω να προσθέσω το όνομά μου στην λίστα των ανδρών και γυναικών που έχουν επικρίνει την προεδρία σας».

Οι ρεπουμπλικανοί σύμμαχοι του Τραμπ υποστήριξαν, ως συνήθως, την ενέργειά του και αρνήθηκαν να την καταδικάσουν δημόσια.