Quantcast

Facebook και άλλοι κοινωνικοί κίνδυνοι: Ποιες είναι οι εναλλακτικές;

Αρκούν 68 likes στο Facebook, για να μπορεί κάποιος να προβλέψει με 95% ακρίβεια το χρώμα του δέρματός σου και με 88% και 85% πιστότητα αντίστοιχα, τη σεξουαλική σου ταυτότητα και το αν ψηφίζεις τους Δημοκρατικούς ή τους Ρεπουμπλικανούς. Δέκα likes είναι αρκετά για να σε γνωρίσει κάποιος καλύτερα από τον συνεργάτη σου και 70 για να μπορεί να πει περισσότερα για εσένα από ό,τι ένας φίλος σου… Με 150 likes σε ξέρουν καλύτερα από ότι η οικογένεια σου και με 300 από ότι ο/η σύντροφός σου. Την ίδια στιγμή, το 90% των δεδομένων (data) στην παγκόσμια ιστορία δημιουργήθηκε την τελευταία διετία. Κάθε μέρα γίνονται 5 δισ. αναζητήσεις στην Google. Κάθε λεπτό οι χρήστες του YouTube παρακολουθούν 4,1 εκατομμύρια βίντεο. Και το ερώτημα είναι, ποιος ελέγχει αυτά τα δεδομένα;

Τα social media «ελέγχουν όσοι έχουν χρήμα και εξουσία», απαντά η Μανάλ Αλ Σαρίφ ιδρυτής του κινήματος #Women2Drive και της ακαδημίας Women2Hack, από την Σαουδική Αραβία, μιλώντας σε εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή Στέλιου Κούλογλου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Facebook and other social dangers» και θέμα τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της δραστηριότητας των μεγάλων μονοπωλίων του διαδικτύου στην καθημερινή μας ζωή.

Social media με συνδρομή; 

«Από 60 εκατομμύρια χρήστες το 2011 στο Twitter σήμερα υπάρχουν πάνω από 300 εκατομμύρια, μετά και την διαγραφή 70 εκατομμυρίων ψεύτικων ή κακόβουλων λογαριασμών. Οι κυβερνήσεις βάζουν στο στόχαστρο όσους έχουν επιρροή στο Twitter. Για παράδειγμα στα γραφεία της εταιρείας στο Ντουμπάι βρήκαν τις διευθύνσεις IP αυτών των ανθρώπων. Ένας από αυτούς βασανίστηκε και σκοτώθηκε. Το 2011 στις 2 τα ξημερώματα και ενώ ο δίχρονος γιος μου κοιμόταν έστειλαν αστυνομία στο σπίτι μου να με συλλάβει», συμπλήρωσε η Μανάλ Αλ Σαρίφ  που έχει χαρακτηριστεί από το περιοδικό ΤΙΜΕ ως ένα από τα 100 πιο επιδραστικά άτομα στον κόσμο και σήμερα και συνέχισε: «Από τις δικτατορίες μέχρι τις δημοκρατικές κυβερνήσεις, όλοι χρησιμοποιούν τα social media για να επηρεάσουν ανθρώπινες συμπεριφορές και πολιτικές απόψεις. Κανείς εκτός από εμένα δεν θα έπρεπε να μπορεί να ελέγχει τα δεδομένα μου και να τα πουλάει σε όποιον έχει τα λεφτά. Προσωπικά είμαι πρόθυμη να πληρώσω για social media που δεν ελέγχουν την πληροφορία μου και από τα οποία μπορώ να αποσυνδεθώ χωρίς να κρατήσουν τα προσωπικά μου δεδομένα. Κατά μία εκτίμηση, αν όλοι πληρώναμε 4 δολάρια το χρόνο, το Facebook δεν χρειαζόταν να πουλάει την πληροφορία μου σε brokers», πρόσθεσε. 

Aνοίγοντας την εκδήλωση, o ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Κούλογλου  ανέφερε ως παράδειγμα χρήσης των social media από την εξουσία τις πρόσφατες εκλογές στην Βραζιλία, όπου ο Μπολσονάρο χρησιμοποίησε πολύ κατά την εκστρατεία του τα social media και ιδίως εφαρμογές όπως το WhatsApp. Μάλιστα, έγινε γνωστό πως η εκστρατεία στο WhatsApp χρηματοδοτήθηκε από ισχυρούς επιχειρηματίες της Βραζιλίας.

Το ζήτημα της παραβίασης της ιδιωτικότητας έθιξε ο υποψήφιος διδάκτορας στο King’s College του Λονδίνου, Φοίβος Παπαδάκης, επισημαίνοντας ότι κάθε μέρα παράγονται 2,5 πεντάκις εκατομμύρια bytes δεδομένων ενώ το 90% των data στην παγκόσμια ιστορία δημιουργήθηκε την τελευταία διετία. «Υπάρχει ένα χάσμα στη σύγχρονη δημοκρατία, μεταξύ εκείνων που παράγουν δεδομένα και εκείνων που τα ελέγχουν” τόνισε αναφέροντας ως πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα την παρακολούθηση των δεδομένων από εταιρείες που τα χρησιμοποιούν με σκοπό να επηρεάσουν , όπως συνέβη με το σκάνδαλο της Cambridge Analytica και τις αμερικανικές εκλογές. “Υπάρχει ανάγκη για να αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα παγκοσμίως. Τι μπορούμε να κάνουμε; Μεταξύ άλλων, να διασφαλίσουμε διαφάνεια στο λογισμικό με σκοπό να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των χρηστών αλλά και να εμπλακεί η κοινωνική επιστήμη στην ανάπτυξη των αλγορίθμων», συμπλήρωσε ο κ. Παπαδάκης. 

Αυξήθηκαν τα έσοδα  του Facebook

Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο Μαρκ Κόουτ, διδάκτορας του King s College σε θέματα δεδομένων, πολιτισμού και κοινωνίας, μιλώντας στην εκδήλωση, το ενδιαφέρον είναι ότι μετά το σκάνδαλο της Cambrigde Analytica και βάσει στοιχείων του τελευταίου τριμήνου του 2018, τα έσοδα του Facebook αυξήθηκαν, κάτι που δείχνει ότι δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα. Τα έσοδα από διαφημίσεις ανέβηκαν  στα 43,2%, στα 13 δισ. ευρώ και όλα δείχνουν ότι το Facebook για το 2018 θα συντρίψει τον πήχη των 50 δισ. ευρώ σε έσοδα.  «Δεν υπάρχει λόγος να δεχτούμε μια κατάσταση όπου η καθημερινή μας ζωή, οι εμπειρίες, τα βιώματα και οι κοινωνικές μας σχέσεις θα ελέγχονται ολοένα και περισσότερο από τα data points όπου θα έχουμε μόνο συναλλακτική σχέση με παρέμβαση και διείσδυση στην προσωπική μας ζωή με σκοπό την επιρροή σε πολιτικές διαδικασίες», τόνισε ο ακαδημαϊκός εφιστόντας την προσοχή στο γεγονός ότι μέσα από αυτό το σύστημα φαίνεται να «κανονικοποιείται» η ψευδής είδηση.

Τη μετατόπιση της διαφημιστικής δαπάνης από τα παραδοσιακά μέσα όπως οι εφημερίδες προς τα κοινωνικά δίκτυα, επισήμανε, από την πλευρά της, η Τζένιφερ Πίμπους (Jennifer Pymbus), διδάκτορας ψηφιακού πολιτισμού στο King's College: «αν κοιτάξουμε την ψηφιακή διαφήμιση, η βιομηχανία αυτή έχει αλλάξει ριζικά. Το 2017 το 57% της βιομηχανίας αφορούσε δυο βασικούς παίκτες: την Google, η οποία προσέλκυσε διαφημιστική δαπάνη 63 δισ. λίρες και το Facebook (24 δισ. λίρες). Την ίδια στιγμή, τα ψηφιακά έσοδα της εφημερίδας Guardian δεν ξεπέρασαν τις 94,2 εκατομμύρια λίρες -και σε αυτά συνυπολογίζονται και οι συνδρομές, όχι μόνο η διαφήμιση. Όσοι, λοιπόν, θέλουν να διαφημιστούν απευθύνονται απευθείας σε αυτές τις δυο εταιρείες. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά που έγινε αισθητή την τελευταία δεκαετία ως αποτέλεσμα της κατάχρησης των προσωπικών μας δεδομένων».

Πόσο εξοικειωμένα και ασφαλή είναι τα παιδιά σε αυτό το ψηφιακό σκηνικό; Περίπου το 60% των ανηλίκων στην ΕΕ χρησιμοποιούν καθημερινά το διαδίκτυο και θεωρούνται digital natives. Βάσει πρόσφατης μελέτης, όμως, παρότι τέσσερα στα δέκα παιδιά (ποσοστό 43%) πιστεύουν ότι γνωρίζουν περισσότερα από τους γονείς τους για το διαδίκτυο, στην πραγματικότητα «δεν μπορούν να το αντιληφθούν με κριτική σκέψη», όπως δήλωσε η Αναστασία Καραγιάννη, ειδική σε θέματα ψηφιακών δικαιωμάτων και προστασίας των παιδιών, εκπροσωπώντας τη MKO Homo Digitalis, και πρότεινε τη συγκρότηση μιας επιτροπής, η οποία θα προωθήσει νομοθετικά μέτρα με σκοπό τη μεγαλύτερη προστασία των προσωπικών δεδομένων των παιδιών.

Εναλλακτικές 

  «Αν σε ανάγκαζαν να μοιραστείς τους μύχιους φόβους σου, θα χαρακτήριζες το καθεστώς τυραννία, αλλά στο Google τους μοιράζεσαι δωρεάν και οικειοθελώς και μετά το προφίλ μας πωλείται σε διαφημιστές», υποστήριξε ο Ντιέγκο Ναράνιο (Diego Naranjo) από τη ΜΚΟ για τα ευρωπαϊκά ψηφιακά δικαιώματα, EDRi,  ενώ στη συνέχεια, παρουσιάστηκαν και εναλλακτικές εφαρμογές, μηχανές αναζήτησης αλλά και καινοτόμες πλατφόρμες για την αντιμετώπιση των fake news. 

  Ο Δημήτρης Παπαευαγγέλου παρουσίασε το mediawatch.io, χάρη στο οποίο μπορεί κάποιος να αναζητήσει την πρώτη πηγή μιας είδησης, να ακολουθήσει την πορεία αναπαραγωγής της και να διαπιστώσει εάν αυτή αναμεταδόθηκε ορθώς  ή εάν το τηλέφωνο… έσπασε με αποτέλεσμα να καταλήξουμε σε αναπαραγωγή fake news. 

Οσο για το ένα υπάρχουν εναλλακτικές μηχανές αναζήτησης που δεν αποθηκεύουν προσωπικά δεδομένα και δεν τα χρησιμοποιούν για στοχευμένη διαφήμιση, ο Λέοναρντ Κοξ, δημιουργός της μηχανής αναζήτησης Qwant, δηλώνει ναι. «Είμαστε μια ευρωπαϊκή και ηθική μηχανή αναζήτησης που σέβεται τις υποσχέσεις που δίνει για: σεβασμό στην ιδιωτικότητα, ουδέτερα αποτελέσματα, αντικειμενικό πανόραμα, όχι εξατομικευμένες πραγματικότητες. Υπάρχει δικαίωμα στην λήθη στο διαδίκτυο», πρόσθεσε ο κ. Κοξ. Έπειτα από επτά χρόνια λειτουργίας, η Qwant έχει μεγαλώσει και μέχρι στιγμής φέτος έχει επεξεργαστεί περίπου 20 δισ. αιτήματα αναζήτησης, ενώ παρέχει αποτελέσματα σε 28 γλώσσες. 

Τέλος, η Λουσίνα Μεχραμπιγιάν, δημιουργός του FACTMATA, παρουσίασε την μιντιακή αυτή πλατφόρμα που σκοπό έχει να ωθήσει να συμμετάσχουν σε αυτή την προσπάθεια όσο το δυνατόν περισσότεροι χρήστες του διαδικτύου. «Σκοπός μας δεν είναι να χρησιμοποιήσουμε τις κοινότητες και τα μέλη μας ως προϊόν αλλά ως συνεργάτες.  Ο εντοπισμός των ψευδών ειδήσεων δεν μπορεί να γίνεται μόνο από αλγόριθμους, είναι αναγκαία η εμπλοκή του ανθρώπινου παράγοντα, αυτό που λέμε «Human in the loop».