Quantcast

Νέοι εναντίον γερόντων

Ακούω διαρκώς δύο εκδοχές για τις συντάξεις. Είναι και οι δύο τεκμηριωμένες. Οι υπερασπιστές και της μιας και της άλλης εκδοχής έχουν φανατικό ακροατήριο. Το επόμενο διάστημα θα δούμε ξανά τους μεν και τους δε να συγκρούονται μέσα από πύρινα άρθρα και με διαξιφισμούς σε τηλεοπτικά πάνελ, καθώς οι δικαστικές αποφάσεις που θα δικαιώνουν συνταξιούχους θα διαδέχονται η μια την άλλη.

Η πρώτη εκδοχή που ακούγεται κυρίως από ευρωπαϊστές φιλελεύθερους και νεαρής ηλικίας κατά κανόνα, λέει ότι είναι αδιανόητο ο νέος εργαζόμενος επιστήμονας να παίρνει 400 έως 600 ευρώ και ο κατ’ αντιστοιχία συνταξιούχος που κατείχε την ίδια θέση να παίρνει 1.500 ευρώ. Είναι μία άδικη σχέση που οδηγεί σε πλήρη φτωχοποίηση και σταδιακή περιθωριοποίηση τη νέα γενιά. Αυτοί οι νέοι δεν θα μπορέσουν ποτέ να γίνουν αυτόνομοι πολίτες, να δημιουργήσουν οικογένεια και να στηρίξουν την ανάπτυξη της χώρας. Αναγκαστικά θα ζούνε στα σπίτια των γονιών τους και θα συμπληρώνουν το εισόδημά τους με τη σύνταξη του παππού. Τι σόι κράτος δικαίου είναι αυτό που αναδιανέμει τη φτώχεια με επιδότηση-χαρτζιλίκι της τρίτης ηλικίας προς την πρώτη. Είναι μια άνιση αδιέξοδη σχέση που οδηγεί σε μόνιμη στρέβλωση. Δεν μπορεί η παλιά γένια να στραγγίσει και την τελευταία σταγόνα του νερού που έχει απομείνει στο βαρέλι της ελληνικής οικονομίας, οδηγώντας σε μόνιμη δίψα νέους, μορφωμένους ανθρώπους. Και στο κάτω-κάτω της γραφής σε μια χώρα που έχει τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα πώς αυτοί οι άνθρωποι θα κάνουν παιδιά, εάν δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε καν τη δική τους επιβίωση;

Υπάρχει και η δεύτερη εκδοχή. Εξίσου καλοί επιστήμονες, μεγαλύτεροι σε ηλικία, υποστηρίζουν ότι μία κοινωνία που δεν μπορεί να εξασφαλίσει αξιοπρεπή γεράματα σε αδύναμους ανθρώπους είναι μια πρωτόγονη κοινωνία που δεν δικαιούται να καυχιέται ότι ανήκει στον δυτικό κόσμο. Ενας απόμαχος της ζωής, υποσιτισμένος, χωρίς φάρμακα, χωρίς θέρμανση και χωρίς εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας είναι ένας άρρωστος δυστυχισμένος, που η εικόνα του και μόνο προκαλεί θλίψη και ντροπή στη νεότερη γενιά που δεν μπορεί να τον προστατεύσει. Η αδικία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν αυτοί οι ηλικιωμένοι που περιφρονούνται έχουν δουλέψει 40 και περισσότερα χρόνια, έχουν πληρώσει τα ένσημά τους στο ακέραιο και έχουν επενδύσει τις οικονομίες τους στον κουμπάρα της δημόσιας ασφάλισης του κράτους ώστε να μην καταλήξουν επαίτες στο τέλος του βίου τους.

Και οι δύο θεωρίες ακούγονται σωστές, ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο αφηγητής-επιστήμονας τεκμηριώνει τη θέση του με παραδείγματα που με ευκολία βρίσκει στον οικογενειακό του περίγυρο. Είμαστε λοιπόν σε αδιέξοδο. Και πρέπει και αυτή και η επόμενη κυβέρνηση να διαλέξουν με ποιους θα αφήσει αν δεν γίνει άμεσα η ανατροπή.

Είναι άδικο να εγκαταλείψει τη νέα γενιά στην τύχη της η πολιτεία. Εξαιρετικά άδικο γιατί σε μια τέτοια περίπτωση η χώρα δεν έχει μέλλον. Είναι ανήθικο, όμως, οι κυβερνώντες να περιφρονήσουν την τρίτη ηλικία. Ετσι, όποιος μεγάλος άνθρωπος είχε την πρόνοια και την άνεση να κάνει αποταμίευση ή έχει ευκατάστατα παιδιά, αυτός θα καταφέρει να επιβιώσει και να ζήσει αξιοπρεπώς. Οι άλλοι θα μείνουν στο έλεος της τύχης. Και αυτό είναι εξίσου άδικο και θλιβερό καθώς αναβιώνει τον «γερόβραχο» σε μια νέα εκδοχή. Ξέρετε, εκείνο τον βράχο από τον οποίο έριχναν τα παιδιά τους ηλικιωμένους γονείς τους, για να μην γίνονται βάρος στους νεότερους, μόλις δεν είχαν τη δύναμη να προσφέρουν πλέον στην οικογένεια.

Εάν αυτή η δημόσια συζήτηση συνεχιστεί, θα στραφούν οι νέοι εναντίον των γέρων, που δήθεν συνεχίζουν να αδειάζουν τον κορβανά του κράτους σε βάρος του. Θα χάσουμε ξανά τον μπούσουλα μέσα από ένα κυνήγι μαγισσών, ενώ πολλοί θα έχουν δίκιο και όλοι άδικο.

Επιπλέον, θα ενταθεί το τροπάρι ότι οι δικαστές κάνουν δημοσιονομική πολιτική. Αυτός είναι ένας νέος παραλογισμός της ελληνικής κοινωνίας. Θα αφαιρέσουμε δηλαδή το δικαίωμα στον δικαστή να δικάζει; Σε μια σύγχρονη δημοκρατία ο διαιτητής των διαφορών του κράτους με τον πολίτη είναι εκ των πραγμάτων η Δικαιοσύνη. Αν τα δικαστήρια πάψουν να υπάρχουν, τότε θα λύνουμε τις διάφορες μας με κουμπούρια. Ποιοι τρελοί ισχυρίζονται ότι οι δικαστές δεν έχουν δικαίωμα να αποκαθιστούν συνταξιούχους που αδικήθηκαν; Αν θέλει κάποιος να μιλήσουμε για την ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων και αν οι δικαστές που χειρίζονται αυτά τα θέματα γνωρίζουν δημόσια οικονομικά, ώστε να αντιλαμβάνονται τις συνέπειες των αποφάσεων για το κοινωνικό σύνολο, αυτό είναι άλλης τάξεως θέμα. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορεί μια δημοκρατική πολιτεία να ακυρώσει το δικαίωμα οποιουδήποτε αισθάνεται αδικημένος να προσφύγει στη Δικαιοσύνη. Οπως και είναι αδιανόητο μια τελεσίδικη δικαστική απόφαση να μη γίνει εκτελεστή. Τότε μπαίνουμε σε επικίνδυνα μονοπάτια ολοκληρωτισμού.

Υπάρχει λύση; Ναι, υπάρχει και είναι μία και μοναδική και ας ακούγεται κοινότοπη. Αντί της σύγκρουσης για το ποιος θα πάρει πιο μεγάλο κομμάτι από τη μικρή πίτα που γίνεται όλο και μικρότερη, να μεγαλώσουμε αυτή την πίτα. Πώς θα γίνει; Με έκρηξη ανάπτυξης. Που αυτή θα είναι η πατριωτική επανάσταση της νέας εποχής. Και δεν θα έχει ούτε αριστερό ούτε δεξιό πρόσημο. Υπάρχει ανάγκη επιβίωσης. Να αλλάξουμε τώρα τους όρους του παιχνιδιού, για να προσελκύσουμε ξένο πλούτο στη χώρα. Γρήγορα, με απλές διαδικασίες, που θα προσπερνούν το γραφειοκρατικό τέρας του Δημοσίου που υπηρετεί μόνο τη δική του επιβίωση και διαιώνισή του στο διηνεκές εις βάρος της κοινωνίας.