Quantcast

«Βουτώντας» ξανά στα νερά της Ιστορίας

Η «Μεγάλη πλατεία» του Νίκου Μπακόλα σε νέα έκδοση, δεκαπέντε χρόνια μετά τον θάνατό του.

Μια δεκαπενταετία μετά τον θάνατο του Νίκου Μπακόλα κυκλοφορεί σε καινούργια έκδοση από τον Κέδρο το σημαντικότερο μυθιστόρημά του: η «Μεγάλη πλατεία», που δημοσιεύτηκε το 1987, είχε εξαιρετική απήχηση στο αναγνωστικό κοινό και συζητήθηκε επανειλημμένα από συγγραφείς και κριτικούς.
 
Όπως κι αν κοιτάξουμε την πεζογραφία του Μπακόλα, όχι μόνο τη «Μεγάλη πλατεία», αλλά και τα βιβλία που δημοσιεύτηκαν πριν και μετά από αυτήν, θα υπάρξει η ίδια διαπίστωση: 

Ο συγγραφέας, αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, βουτάει με το κεφάλι στα νερά της Ιστορίας, καλύπτοντας τουλάχιστον ογδόντα χρόνια του 20ου αιώνα, σ’ ένα γεωγραφικό τοπίο το οποίο έχει ως προνομιακά σημεία αναφοράς την πόλη της Θεσσαλονίκης και την περιφέρεια της Μακεδονίας, χωρίς να πρέπει ως εκ τούτου να αποκλειστεί από την επικράτειά του η υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα ή και, περιστασιακά, η Αθήνα.

Η Ιστορία είναι ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής της «Μεγάλης πλατείας». Στη σκηνή θα ανέβουν καταρχάς τα μείζονα γεγονότα: οι μνήμες του ελληνικού μικρασιατικού κόσμου, ο Μάης του 1936, ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή, οι διώξεις του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης, αλλά και ο Εμφύλιος.
 
Ισότιμη, όμως, θέση στο βιβλίο θα διεκδικήσουν και τα μικρά, αφανή συμβάντα, με τους μυθοπλαστικούς της ήρωες, τον Φώτη, τον Χρίστο, την Αγγέλα, τον Γιάννη, τον Χριστόφορο, τον Άγγελο και την Αντιγόνη, να τρέχουν πίσω από τις συνεχείς αναστατώσεις.

Και να πώς ξέρει να δουλεύει με τα υλικά της τέχνης του ο καλός μυθιστοριογράφος: τα γεγονότα μπορεί να δείχνουν σπουδαία, αλλά τα πρόσωπα της «Μεγάλης πλατείας» είναι σαν να μετέχουν τελείως από σπόντα στον καιρό τους.

Όσα διαδραματίζονται στην πόλη και στον τόπο τους, δεν τα αφορούν παρά μόνο κατά το μέτρο της στιγμιαίας εμπλοκής τους στα δρώμενα. Ο Μπακόλας θα αποτυπώσει την εποχή και το κλίμα της σε συνειδήσεις που κατανοούν την Ιστορία μόνο μέσα από το καθημερινό τους βίωμα. Οι ήρωες δεν θα ζωντανέψουν ιδεολογίες και δεν θα επωμιστούν ορατά κοινωνικά βάρη.
 
Το συλλογικό θα εισβάλει στη ζωή τους λιγότερο σαν μια κοντινή, χειροπιαστή κατάσταση και περισσότερο σαν ένας μακρινός (ενδεχομένως και παραμορφωμένος) θόρυβος.

Παρόλα αυτά, έστω έκκεντρα, έστω υπό γωνίαν, η πολιτική και η Ιστορία δεν θα αποχωρήσουν από τον στίβο της «Μεγάλης πλατείας». Όλες οι συλλογικότητες, μαζί με τις γενιές τους, είναι εδώ: οι μάνες της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι νεαροί του Μεσοπολέμου και οι έφηβοι της Κατοχής και του Εμφυλίου (ανάμεσά τους κι ο Μπακόλας).
 
Όσο για τις ταξικές ιδιαιτερότητες και τις ομαδικές νοοτροπίες, θα αποδοθούν κάπως αχνά, χωρίς ιδιαίτερη έμφαση, αρκεί ο συγγραφέας να έχει εξασφαλίσει ένα ρεαλιστικό πλαίσιο για την ανάπτυξη του μύθου του.

Ο Μπακόλας θα έχει με αυτή την ευκαιρία τη δυνατότητα να ξεδιπλώσει στη «Μεγάλη πλατεία» και την ιδιοφυή τεχνική του: τον πρωθύστερο, μακροπερίοδο και σκοπίμως ανολοκλήρωτο λόγο του, που θα συστεγάσει στις εικόνες του τις πιο διαφορετικές πραγματικότητες, παραχωρώντας εκ παραλλήλου απεριόριστη ελευθερία στη λειτουργία της πρόσφατης ή της απώτατης μνήμης.

Η «Μεγάλη πλατεία» είναι ένα μυθιστόρημα χωρίς αρχή, μέση και τέλος: ένα μυθιστόρημα κυκλικό, προσανατολισμένο με πάθος στα πάθη της πόλης του - μια πόλη που μοιάζει με τεράστια, περιστρεφόμενη σκηνή στο θέατρο του κόσμου. Γράφοντας, εκτός των άλλων, και ένα μυθιστόρημα πόλης, ο Μπακόλας θα επιτρέψει στη μυθοποιημένη πόλη της Θεσσαλονίκης να δεξιωθεί και το μεσαιωνικό παρελθόν της.
 
Η πορεία προς τα πίσω θα φτάσει μέχρι την επανάσταση των Ζηλωτών κατά τον 14ο αιώνα. Και η βυζαντινή ιστορία των Ζηλωτών θα τρέξει παράλληλα με την προπολεμική και τη μεταπολεμική ιστορία της Θεσσαλονίκης σε ένα χρονικό τόξο όπου οι άνθρωποι θα πρέπει να πολεμήσουν πεισματικά και χωρίς εκ των προτέρων εγγυήσεις με τη δύσκολη μοίρα τους.