Quantcast

Φοιρός: Στην εθνική ομάδα θέλω Έλληνα προπονητή

Υπάρχουν ικανοί τεχνικοί εδώ που γνωρίζουν το έμψυχο υλικό των ομάδων στη χώρα, είπε ο Έλληνας κόουτς.
Ο αποκλεισμός της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου από την τελική φάση του Μουντιάλ και η ολοκλήρωση της διετούς συνεργασίας με τον Μίκαελ Σκίμπε, ξεσήκωσαν εδώ και λίγες ημέρες αρκετή συζήτηση για το θέμα της ανανέωσης του συμβολαίου του Γερμανού κόουτς και αρκετοί είναι αυτοί που εξέφρασαν διαφορετικές απόψεις για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων για το θέμα της Εθνικής και του ομοσπονδιακού τεχνικού, ο Γιώργος Φοιρός καταθέτει την δική του άποψη που έχει ασφαλώς ενδιαφέρον:

«Εγώ ως προπονητής πάντα πρέπει να παίρνω το μέρος των προπονητών. Η απομάκρυνσή τους έγινε πλέον σύνηθες φαινόμενο στον ελληνικό χώρο και πλέον γίνεται και διεθνώς, όταν μία ομάδα δεν πάει καλά. Ο πρώτος στόχος σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πάντα ο προπονητής. Βλέπουμε τι γίνεται αυτές τις ημέρες ακόμα και στην Ιταλία, τώρα που η εθνική της χώρας αποκλείστηκε. Όταν μία ομάδα δεν πάει καλά και αποκλείεται με τον τρόπο που έγινε και στην Ιταλία, αλλά και η Εθνική Ελλάδος, τότε συνήθως ο προπονητής έχει και την ευθύνη. Εδώ στην χώρα μας ο καθένας έχει την άποψή του, όμως εμείς πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα πιο ψύχραιμα, πρέπει να δούμε συνολικά τι έχει κάνει ο προπονητής, πόσα παιχνίδια έδωσε με την ομάδα του και τι αποτελέσματα πέτυχε και επίσης τι είχε παραλάβει ο προπονητής αυτός στο ξεκίνημα της καριέρας του. Αν δηλαδή πήρε μία ομάδα πετυχημένη και τη χάλασε ή πήρε μία διαλυμένη και την έφτιαξε».
 
Κια πρόσθεσε: «Νομίζω ότι στην περίπτωση της Εθνικής Ελλάδας ο Μικαελ Σκίμπε βελτίωσε την εικόνα της εθνικής και τα αποτελέσματα ήταν μάλλον καλά. Ακούω και ψιθύρους από την πλευρά των διεθνών που τον θέλουν, γιατί συνεργάζεται καλά μαζί τους, αλλά αυτό δεν είναι πρωτεύον. Αυτή είναι η πρώτη άποψη που μπορώ να καταθέσω για τον ομοσπονδιακό προπονητή και την Εθνική ομάδα. Έτσι, και για να μην πέφτουμε με την πρώτη ευκαιρία σαν «κοράκια» με το πρώτο αρνητικό αποτέλεσμα για να "φάμε" έναν προπονητή, η ΕΠΟ πρέπει να δει με ψυχραιμία το θέμα και να πάρει την σωστή απόφαση. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα πρέπει να πω ότι είμαι Έλληνας προπονητής και στην Εθνική Ομάδα θέλω να υπάρχει ένας Έλληνας προπονητής, γιατί στην πατρίδα μας υπάρχουν αξιόλογοι προπονητές και νέοι αξιόλογοι τεχνικοί και πιστεύω ότι ένας τέτοιος προπονητής μπορεί να ακουμπήσει στην ψυχή τον Έλληνα ποδοσφαιριστή στις ψηλές νότες και να τον φέρει ακόμα και με το πατριωτικό φιλότιμο έτσι όπως ξέρουμε εμείς οι Έλληνες στο καλύτερο δυνατό αγωνιστικό του σημείο, μαζί με όλα τα υπόλοιπα».

«Θεωρώ», συνέχισε «ότι το πιο σωστό πράγμα θα ήταν η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία να πάρει έναν Έλληνα προπονητή για την συνέχεια της εθνικής. Επίσης θα πρόσθετα ότι έχει σημασία στο ποδόσφαιρο ποιος σε προσλαμβάνει και αν επί των ημερών της διοίκησης που προσελήφθη ένας τεχνικός συνεχίζει το έργο του. Γιατί στην Ελλάδα αυτό παίζει κάποιο όχι ασήμαντο ρόλο. Εγώ έτυχα στην καριέρα μου αρκετές φορές να έχω προσληφθεί από μία διοίκηση και, όταν η διοίκηση αυτή αντικαθίστατο από μια άλλη, να με κοιτάζουν με μισό μάτι. Είναι και θέμα γενικότερης συνεργασίας».

«Υπάρχουν Έλληνες προπονητές που θα μπορούσαν να δώσουν μεγαλύτερη ώθηση στην εθνική ομάδα;» ήταν η ερώτηση στον Έλληνα κόουτς.

«Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν ικανοί Έλληνες προπονητές που γνωρίζουν το έμψυχο υλικό των ομάδων στη χώρα και μπορούν να δώσουν ώθηση στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου και να την βελτιώσουν. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, γιατί θα παραλείψω κάποιους. Υπάρχουν και παλιοί πολύ καλοί προπονητές και νέοι που αποτελούν μια καινούργια σχολή ενημερωμένων προπονητών. Θα πω ένα όνομα, τον Άγγελο Αναστασιάδη, υπάρχει όμως και μία νέα γενιά προπονητών που έχει και εμπειρίες».

Όπως συμπλήρωσε, «απλά πρέπει να κάνει μία σωστή επιλογή η καινούργια διοίκηση της ΕΠΟ και μεταξύ αυτών των 6-7 Ελλήνων προπονητών να επιλέξει έναν από αυτούς και να του αναθέσει την εθνική ομάδα και να ελπίζει, αλλά και να πιστεύει η ΕΠΟ ότι με τον Έλληνα προπονητή μπορεί να κάνει πολύ καλή πορεία η εθνική» είπε.
 
Και επεσήμανε: «Επίσης, αυτό που έχω να πω σε ό,τι αφορά την εθνική ομάδα είναι ότι πρέπει να παίζουν ποδοσφαιριστές που έχουν χρόνο συμμετοχής στις δικές τους ομάδες και δεν μπορεί να χρησιμοποιούνται ποδοσφαιριστές που δεν έχουν παρουσία στις ομάδες τους, κάτι που σημαίνει ότι δεν είναι έτοιμοι αγωνιστικά. Βλέπουμε περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που μπορεί να είναι 6 με 7 παιχνίδια στον πάγκο, θα παίξουν ένα παιχνίδι και στη συνέχεια θα έχουμε απαιτήσεις από τον συγκεκριμένο ποδοσφαιριστή. Όμως, όταν ένας ποδοσφαιριστής δεν έχει καθόλου συμμετοχή στην ομάδα του και καλείται στην εθνική ομάδα, δεν είναι εύκολο να έχει και την καλύτερη απόδοση. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να πούμε ότι στην Ελλάδα, και είναι σίγουρο αυτό, δεν υπάρχουν Έλληνες ποδοσφαιριστές που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια, όπως το 2004 που είχαμε τότε πολύ καλύτερο υλικό και καλύτερες ομάδες.

«Το βάρος», σημείωσε, «πως πρέπει να πέσει στην παραγωγή νέων παικτών από τις ομάδες μας και δεν είναι φαινόμενο θετικό αυτό για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο ΠΑΟΚ ας πούμε, από τους 25 ποδοσφαιριστές του οι 20 είναι ξένοι και τα δικά του τα παιδιά τα δίνει δανεικούς ή τους «εξαφανίζει» παίζοντας σε μικρότερες ομάδες. Ο Ολυμπιακός έχει και αυτός ελάχιστους Έλληνες ποδοσφαιριστές ή ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ. Τα προηγούμενα χρόνια η εθνική ομάδα συγκροτούνταν από παίκτες που έπαιζαν σε Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό, ΑΕΚ και, από εκεί και μετά, κυρίως από την εποχή του Αλκέτα Παναγούλια άρχισαν να πλαισιώνουν την εθνική και ποδοσφαιριστές που έπαιζαν στις ομάδες της Θεσσαλονίκης, τον ΠΑΟΚ, τον Άρη, τον Ηρακλή και την επαρχία».
 
«Αν δεν υπάρχουν στις κορυφαίες ελληνικές ομάδες Έλληνες ποδοσφαιριστές, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για πλούσιο ελληνικό ποδόσφαιρο και δυνατή εθνική ομάδα. Και η είσοδος ξένων ποδοσφαιριστών βλέπουμε να γίνεται φαινόμενο συστηματικό και να απλώνεται και σε μικρότερες κατηγορίες, στη Football League ας πούμε, όπου υπάρχει αριθμός ξένων ποδοσφαιριστών αμφίβολης αξίας, μερικοί από τους οποίους κάθονται και στον πάγκο κάποιων ομάδων και είναι απορίας άξιο γιατί έρχονται τέτοιοι μέτριοι ποδοσφαιριστές από το εξωτερικό. Γιατί τους καλούν, ενώ δεν έχουν την αξία να προσδώσουν το κάτι περισσότερο; Γιατί να κάθεται ένας ξένος ποδοσφαιριστής στην Β΄ εθνική κατηγορία στον πάγκο και να μην προωθείται σιγά-σιγά ένα ελληνόπουλο, το οποίο μπορεί να αποδώσει προς όφελος του ελληνικού ποδοσφαίρου», υποστήριξε ο ίδιος

Ο Γιώργος Φοιρός αγωνίστηκε από το 1971 ως το 1983 σε Άρη και Ηρακλή και 52 φορές με την εθνική ομάδα, ενώ σαν προπονητής από το 1987 ως σήμερα πέρασε από τους πάγκους πλήθους ομάδων όλων των μεγάλων εθνικών κατηγοριών και τέσσερις φορές από το «τιμόνι» του Άρη, τον οποίο έχει οδηγήσει και σε τελικό κυπέλλου. Σήμερα, στα 64 χρόνια του, έχει τις τύχες του Αγροτικού Αστέρα, με τον οποίο θα κλείσει και την προπονητική καριέρα του, εκεί ακριβώς που ξεκίνησε την ποδοσφαιρική πριν από 50 χρόνια. Όπως μάλιστα μας είπε, στην ομάδα του παίζουν μόνο ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές ηλικίας 17-19 ετών και τίθενται οι βάσεις για μια μελλοντική αξιοποίηση των νεαρών ποδοσφαιριστών στην Δυτική Θεσσαλονίκη.