Quantcast

«Δε μ ’αρέσει ο ρεαλισμός, θέλω μαγεία» - «Λεωφορείο» με οδηγό την Ζερίν Τέκιντορ

Μπαίνοντας σε μια από τις τρεις σκηνές στο τεράστιο εμπορικό κέντρο «Ζορλού»...
Κωνσταντινούπολη, της Βάνας Στέλλου

Μπαίνοντας σε μια από τις τρεις σκηνές στο τεράστιο εμπορικό κέντρο «Ζορλού» στην Ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης, θυμήθηκα την μοναδική Μελίνα να τραγουδά «Χάρτινο το φεγγαράκι» και ηχούσε στ’ αυτιά μου η μπάσα φωνή της. «Έβλεπα» μπροστά μου τη φιγούρα της, ως Μπλάνς, από τους δυσκολότερους ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου, με τις κλασσικές φράσεις «το αντίθετο του θανάτου είναι ο πόθος» και «δεν μ’ αρέσει ο ρεαλισμός, θέλω μαγεία»

Εξασφάλισα το μαγικό εισιτήριο (sold out η παράσταση) για το αριστούργημα του Τέννεσι Ουίλιαμς, «Λεωφορείο ο Πόθος» (σ.σ τουρκικά Arzutramvay) με Μπλάνς Ντιμπουά την Τουρκάλα θεατρική ηθοποιό Ζερίν Τέκιντορ.

Αναρωτιόμουν πως θα ήταν το έργο, κυρίως η απόδοση ενός εξαιρετικά δύσκολου εγχειρήματος στα τουρκικά, η σκηνοθεσία, η διανομή των ρόλων, μιας και η θεατρική παράσταση παιζόταν στην Τουρκία τριάντα πέντε χρόνια μετά από την πρώτη μεταφορά της.

«Η Μπλάνς είμαι εγώ», έλεγε ο Τ. Ουίλλιαμς. Είχε εμμονή με το πλάσμα που ζούσε απομονωμένο στον κόσμο του, μεταξύ λήθης και πραγματικότητας.
Το λιτό, κλειστοφοβικό και ατμοσφαιρικό σκηνικό παρέπεμπε σε φτωχό σπίτι του Αμερικάνικου Νότου (Νέα Ορλεάνη), τη δεκαετία του ’40..τζαζ μουσική υπόκρουση, χαμηλός φωτισμός, λαμπατέρ με υπέροχα καπέλα, μπουκάλια με ποτά, παλιά έπιπλα, «έδεναν» όλα μεταξύ τους αρμονικά, χωρίς ακρότητες και υπερβολές. Το σκηνικό «έξω» από το σπίτι-επιγραφές μπαρ, ενώ στο βάθος της σκηνής μια ελικοειδής σιδερένια σκάλα-μπαλκόνι διπλανού σπιτιού.


Στη σκηνή εμφανίζεται η Μπλάνς (Zerrin Tekindor) σαστισμένη, άστεγη και σε υπερένταση, με τη βαλίτσα της, ψάχνοντας να βρει το σπίτι της αδελφής της. Κομψή και άνετη στο ταγέρ της, στιλάτη φιγούρα, νευρωσική, ευαίσθητη, ευάλωτη, κλονισμένη ψυχικά, κουβαλώντας θανάτους και ξεπεσμό, βρίσκει «λιμάνι» στης Στέλλας, στο σπίτι της αδελφής της.

Κινείται στο σπίτι σαν αερικό, αλλάζει φορέματα, καπνίζει, πίνει ουίσκι, μακιγιάρεται, μιλάει άλλοτε έντονα και άλλοτε χαμηλόφωνα με συγκλονιστική αυτό-λύπηση, ακροβατώντας μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, ενώ δεν ξεχνά να υπερθεματίζει την ευγενή καταγωγή της. Η Μπλάνς προκαλεί ιντριγκάροντας τον επαρχιώτη Κοβάλσκι (Onur Saylak), επειδή κατά βάθος τον θέλει και σιγά-σιγά γεννιέται μεταξύ τους ένας κρυφός πόθος.
Ο Στάνλεϋ Κοβάλσκι, ο άνδρας της αδελφής της, Πολωνός πρόσφυγας, εργάτης, αλκοολικός, νταής, μυώδης, αλαζονικός, επαρχιώτης, με απύθμενο κομπλεξισμό, οξύθυμος, επιδεικνύει τις σεξουαλικές του ορέξεις και αντιδρά με πόλεμο νεύρων στον ερχομό της Μπλάνς. Ένα βράδυ, ανοίγει κρυφά τη βαλίτσα της, πετάγοντας έξω όλα τα ρούχα, τις γούνες και τα κοσμήματα της, «παρα-βιάζοντας» στην ουσία την ψυχή της και ό,τι έχει απομείνει από την περιουσία της, παρά την αντίδραση της γυναίκας του, Στέλλας.


Στο έργο η σχέση των δύο αδελφών, κατά τη διάρκεια των χρόνων, περνά από διακυμάνσεις και αλλάζει. Η Στέλλα δραπέτευσε από τον τόπο που γεννήθηκε για να ξεχάσει τη ζωή στο πατρικό της και η Μπλάνς, καθηγήτρια, με ένα γάμο που κατέληξε με αυτοκτονία, «δραπέτευσε» από τον εαυτό της.


Η Στέλλα (Sebnem Bozoklu) γενναιόδωρη, κατ’ επίφασιν ευτυχισμένη, σεξουαλικά «καλυμμένη» και υποταγμένη στην ωμότητα του αγροίκου άνδρα της, Στάνλεϋ, παρακολουθεί τη συμπεριφορά της αδελφής της, ενώ την παροτρύνει να εγκαταλείψει τον βίαιο άνδρα της. Η περίφημη φράση της Μπλάνς «πάντα στηριζόμουν στην καλοσύνη των ξένων» κουμπώνει τέλεια στην απλόχερη φιλοξενία της Στέλλας.

Ο «Μιτς» (Ibrahim Selim) φίλος του Στάνλεϋ, άνευρος, άοσμος, χωρίς εξάρσεις, αυτό που λέμε «καλό παιδί», θαυμάζει τη Μπλάνς, ανίκανος όμως να την γοητεύσει, ίσως γιατί κατά βάθος δεν θέλει η ίδια να δεσμευτεί. Στο τέλος, αλλάζει ο ρόλος και ο ίδιος που τη θαύμαζε, παύει να την εμπιστεύεται.

Ποιος αντέχει άλλωστε τη Μπλάνς; Δεν είναι καθόλου εύκολο να ανεχθείς κάποια που έχει χάσει τα λογικά της. Στο «Λεωφορείο» οι ήρωες ακροβατούν μεταξύ μίσους και πάθους, κανείς δεν «βλέπει» τον άλλον πραγματικά. Ο κάθε ήρωας βλέπει τον άλλο μέσα από τα απωθημένα και τον εγωισμό του.

Οι εκρηξιγενείς καταστάσεις και οι εντάσεις που δημιουργούνται στο σπίτι λόγω της συγκατοίκησης, ξεπερνούν το όριο μεταξύ λογικής και παράνοιας, αποκαλύπτουν το πάθος και τις κρυφές επιθυμίες των χαρακτήρων, με κορύφωση την ψυχολογική κατάρρευση της Μπλάνς και την κατάληξη της στο ψυχιατρείο, όταν βιάζεται κτηνωδώς μια νύχτα από τον Στάνλεϋ.

Μετάφραση: Haluk Bilginer
Σκηνοθεσία: Hira Tekindor
Σκηνικά και κοστούμια: Sirin Dagtekin Yenen
Μουσική: Tolga Çebi
Φωτισμός: Yakup Çart?k
Βοηθός σκηνοθέτη: Beste Güven
Παραγωγός: BKM & ID Iletisim