Quantcast

Νέα πολιτική για τη βλάβη που προκαλεί το κάπνισμα

Πολλές χώρες βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο «στροφής» των ανθρώπων που δε θέλουν να διακόψουν το κάπνισμα προς προϊόντα μειωμένου κινδύνου
Της Αιμιλίας Σταθάκου

Πολλές χώρες βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο «στροφής» των καπνιστών που δε θέλουν να διακόψουν το κάπνισμα προς προϊόντα μειωμένου κινδύνου.

Η ενθαρρυντική προοπτική να μπορεί να μειωθεί η βλάβη που προκαλεί το κάπνισμα επιχειρείται να τεκμηριωθεί από κρατικούς και άλλους ανεξάρτητους φορείς με επιστημονικές μελέτες που διεξάγονται σε διεθνές επίπεδο.

Είναι γεγονός πως η εξέλιξη της τεχνολογίας και της καινοτομίας έχουν επιτρέψει τη μετάβαση από τα συμβατικά προϊόντα καπνού σε πιο σύγχρονες μορφές πρόσληψης νικοτίνης, η βασική αρχή λειτουργίας των οποίων είναι η απουσία της καύσης.

Βλέπουμε τα τελευταία χρόνια πληθώρα ηλεκτρονικών τσιγάρων ενώ πιο πρόσφατα έκαναν την εμφάνισή τους και τα θερμαινόμενα καπνικά προϊόντα.
Κάποια από αυτά τα προϊόντα, αναπτύσσονται με υπεύθυνο και επιστημονικό τρόπο, στοχεύοντας στην τεκμηρίωση της μείωσης της βλάβης που προκαλεί το κάπνισμα στον καπνιστή και στους γύρω του βασιζόμενα στην δημιουργία αερολύματος νικοτίνης, χωρίς να απαιτείται καύση κατά τη χρήση τους, όπως συμβαίνει στα συμβατικά τσιγάρα.

Και αυτό γιατί η καύση του καπνού είναι αποδεδειγμένα η κύρια αιτία πρόκλησης βλάβης στην υγεία αφού απελευθερώνει πάνω από 6.000 ουσίες. Περίπου 100 από αυτές είναι χαρακτηρισμένες ως επιβλαβείς για την υγεία.

Η απουσία καύσης δεν επιτρέπει ή περιορίζει δραστικά τον σχηματισμό αυτών των ουσιών και συνεπώς δυνητικά μειώνει και τον σχετικό κίνδυνο.

Θα αναρωτηθεί, όμως, κάποιος τι γίνεται με τη νικοτίνη που περιέχει ο καπνός.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, παρόλο που η νικοτίνη είναι εθιστική και δεν είναι ακίνδυνη, δεν είναι εντούτοις η κύρια αιτία πρόκλησης των βλαβών που σχετίζονται με το κάπνισμα, όπως οι καρδιοπάθειες, τα αναπνευστικά προβλήματα και ο καρκίνος.

Μείωση της βλάβης και πολιτική Υγείας

Η δυνατότητα μείωσης της βλάβης που προκαλεί το κάπνισμα δεν αφορά μόνο τους καπνιστές αλλά και τα συστήματα Υγείας.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι θα υπάρχουν παγκοσμίως περίπου 1,1 δισ. καπνιστές το 2025 και, παρά τα συνεχώς μειούμενα ποσοστά, ο αριθμός αναμένεται να παραμείνει γενικά αμετάβλητος την επόμενη δεκαετία.

Είναι, συνεπώς, εύλογο όσοι χαράσσουν πολιτικές για την Υγεία να ενδιαφέρονται για μία προοπτική μείωσης της βλάβης που προκαλεί το κάπνισμα, ώστε να προστατευθεί όσο το δυνατόν περισσότερο και αυτό το τμήμα του πληθυσμού. Πρόκειται για μια ρεαλιστική προσέγγιση του ζητήματος, που ξεφεύγει από την κλασική διπολική στρατηγική «διακοπή ή θάνατος».

Ήδη, πολλές χώρες βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο «στροφής» των καπνιστών που δε θέλουν ή δε μπορούν να διακόψουν το κάπνισμα προς λιγότερο βλαβερές λύσεις.

Από την τακτική που ακολουθούν αυτές οι χώρες στο ζήτημα, αρχίζει να διαφαίνεται η ανάπτυξη μιας νέας πολιτικής καταπολέμησης του καπνίσματος, πλάι στην πρόληψη και την ενθάρρυνση διακοπής, αυτή της «μειωμένης βλάβης».

Χώρες όπως η Αγγλία φαίνεται πως θεσμοθετούν σταδιακά τη «μείωση της βλάβης» ως ένα μέσον να προστατέψουν τη δημόσια υγεία, αναγνωρίζοντας ότι οι πολίτες που δεν διακόπτουν οριστικά τη χρήση προϊόντων νικοτίνης αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού.

Στο ίδιο πλαίσιο, θετικά βλέπουν το ζήτημα οι ΗΠΑ όπου έχουν νομοθετημένη διαφοροποιημένη πολιτική για τα προϊόντα καπνού δυνητικά μειωμένου κινδύνου, εφόσον κατόπιν αυστηρής επιστημονικής αξιολόγησης το έχουν αποδείξει.

Αντιστοίχως κινείται ο Καναδάς και η - μέχρι πρόσφατα κάθετα αρνητική - Νέα Ζηλανδία, ενώ ήδη προχωράνε στην διαφοροποιημένη λογική η Κύπρος, η Ιταλία, η Αυστρία και η Ουγγαρία. Παράλληλα, δικές τους μελέτες σχετικά με τη δυνατότητα μείωσης της βλάβης έχουν ζητήσει από τους αρμόδιους κρατικούς τους φορείς οι αρμόδιες για τη δημόσια υγεία υπηρεσίες της Γερμανίας, της Ρωσίας και της Ολλανδίας.

Ενημέρωση για τα πιθανά οφέλη

Σημαντικός παράγοντας για να πετύχει η πολιτική μείωσης της βλάβης είναι η υπεύθυνη, αρμόδια και αντικειμενική ενημέρωση, ειδικά των καπνιστών, από την πολιτεία, δηλαδή η ενημέρωση για τα επιστημονικά αποτελέσματα των σχετικών μελετών εφόσον το προϊόν έχει αποδείξει επιστημονικά τη μείωση της βλάβης σύμφωνα με αυστηρά και αντικειμενικά κριτήρια που θα θεσπίσει ο εκάστοτε νομοθέτης.

Με άλλα λόγια, αν αυτά τα προϊόντα αντιμετωπίζονται νομοθετικά με τους ίδιους όρους και τις ίδιες απαγορεύσεις που ισχύουν για το συμβατικό τσιγάρο, ανεξάρτητα από το αν είναι ή όχι λιγότερο βλαβερά από αυτά, τότε είναι πρακτικά αδύνατη τόσο η ουσιαστική ενημέρωση των καπνιστών όσο και η δημιουργία κινήτρων για τους καπνιστές να στραφούν σε λιγότερο βλαβερές εναλλακτικές επιλογές.

Από την άλλη, η διαφοροποιημένη νομοθετική αντιμετώπιση αυτών των προϊόντων από το συμβατικό τσιγάρο, σε περίπτωση που πληρούνται συγκεκριμένα και αυστηρά επιστημονικά κριτήρια στο πλαίσιο μιας πολιτικής μείωσης της βλάβης, έχει σημαντικές πιθανότητες να είναι πετυχημένη.

ΠΗΓΗ: Realnews