Quantcast

Η γεωργία υπεύθυνη για την κλιματική αλλαγή

Κατά το 1/3 υπεύθυνο το παγκόσμιο σύστημα διατροφής για τις ανθρωπογενείς εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου».
Το παγκόσμιο σύστημα διατροφής, που περιλαμβάνει από τη γεωργία και την παραγωγή λιπασμάτων έως την μεταφορά, αποθήκευση και συσκευασία των διαφόρων τροφίμων, είναι υπεύθυνο για το ένα τρίτο περίπου των ανθρωπογενών εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου» που προκαλούν την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έκθεση, που για πρώτη φορά προχωρά σε μια τέτοια εκτίμηση.

Μια δεύτερη έρευνα συμβουλεύει τους αγρότες του πλανήτη σταδιακά να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειες που είναι ευάλωτες στην άνοδο της θερμοκρασίας, όπως οι πατάτες, και να στραφούν σε άλλα προϊόντα όπως οι μπανάνες, οι οποίες μάλιστα εκτιμάται ότι μπορεί στο μέλλον να εξελιχτούν σε βασικό συστατικό της ανθρώπινης διατροφής πολλών ανθρώπων.

Τόσο η πρώτη μελέτη της Συμβουλευτικής Ομάδας Διεθνούς Αγροτικής Έρευνας (CGIAR), μιας κοινοπραξίας επιστημόνων από 15 ερευνητικά κέντρα διαφόρων χωρών, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό περιβαλλοντικών ερευνών "Annual Review of Environmental Resources", σύμφωνα με το "Nature", όσο και η δεύτερη έρευνα του Consultative Group on International Agricultural Research (CGIAR), τονίζουν ότι, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή, πρέπει κατά προτεραιότητα να μειωθεί το «αποτύπωμα άνθρακα» της γεωργίας, δηλαδή ο βαθμός που, σε όλο τον κόσμο, ρυπαίνει το περιβάλλον με «αέρια του θερμοκηπίου», όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο.

Παράλληλα, τονίζεται ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η παγκόσμια διατροφική ασφάλεια λόγω των αλλαγών που θα επιφέρει σταδιακά η κλιματική αλλαγή, θα πρέπει οι αγρότες σιγά-σιγά να προσαρμόσουν ανάλογα τόσο το είδος των καλλιεργειών τους, όσο και τις γεωργικές πρακτικές τους.

Η νέα έρευνα υπολόγισε για πρώτη φορά όχι μόνο τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που εκλύει άμεσα η ίδια η γεωργία, αλλά το σύνολο των εκπομπών άνθρακα από όλα τα στάδια του παγκόσμιου διατροφικού συστήματος. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η διαδικασία της καθεαυτής αγροτικής παραγωγής παγκοσμίως ευθύνεται για την μερίδα του λέοντος των εκπομπών άνθρακα, εκλύοντας έως 12.000 μεγατόνους (ισοδυνάμου) διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο, δηλαδή περίπου το 86% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που απελευθερώνονται από όλες συνολικά τις δραστηριότητες, οι οποίες σχετίζονται με το σύστημα τροφοδοσίας τροφίμων.

Μετά την ίδια τη γεωργία, η δεύτερη σημαντικότερη πηγή εκπομπής άνθρακα είναι η παραγωγή λιπασμάτων (έως 575 μεγατόνοι ετησίως) και, στη συνέχεια η συντήρηση των γεωργικών προϊόντων σε ψυγεία, που εκλύει 490 μεγατόνους. Συνολικά όλη η αλυσίδα διατροφής από το χωράφι έως το ράφι εκτιμάται ότι εκλύει στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο 9.800 έως 16.900 μεγατόνους (ισοδυνάμου) διοξειδίου του άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων των έμμεσων εκπομπών αερίων λόγω αποψίλωσης δασών για να μετατραπούν σε χωράφια.

Στις πιο ανεπτυγμένες χώρες (π.χ. Βρετανία) τα στάδια μετά το χωράφι, όπως η μεταφορά και η αποθήκευση - ψύξη των γεωργικών προϊόντων, παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην εκπομπή αερίων του άνθρακα, ενώ στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (π.χ. Κίνα) διαδικασίες όπως η μαζική παραγωγή λιπασμάτων ευθύνονται περισσότερο.

Οι μπανάνες κάποτε μπορεί να αντικαταστήσουν τις πατάτες

Η δεύτερη έρευνα του Διεθνούς Ερευνητικού Ινστιτούτου Εκτρεφομένων Ζώων στην Κένυα, αξιολόγησε τις μελλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής σε 22 από τις σημαντικότερες γεωργικές καλλιέργειες του πλανήτη (σιτάρι, σόγια, πατάτες κ.α.). Η βασική εκτίμηση είναι ότι έως το 2050, λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η απόδοση των καλλιεργειών σιταριού θα μειωθεί κατά 13%, του ρυζιού κατά 15% και του καλαμποκιού κατά 10% - 20%.

Η μελέτη αναφέρει ότι, όσο αυξάνονται οι θερμοκρασίες, οι σοδειές πατατών θα υποχωρούν σημαντικά σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία κ.α., γι’ αυτό οι αγρότες καλά θα κάνουν να μεταστραφούν πλέον σε άλλες καλλιέργειες όπως οι μπανάνες που αναπτύσσονται καλύτερα σε πιο θερμά κλίματα. Έτσι, οι μπανάνες, αντί για τις πατάτες (που προτιμούν τα ψυχρότερα κλίματα), μπορεί μελλοντικά να αποτελούν το βασικό συστατικό της διατροφής για εκατομμύρια ανθρώπους, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες.