Quantcast

Στερεύει ο Πηνειός

Γεωτρήσεις και αυτοσχέδια φράγματα εξαφανίζουν το νερό από τον ποταμό της Θεσσαλίας.
Του Γιάννη Μύττη

Χωρίς νερό κινδυνεύει να μείνει το τρίτο μεγαλύτερο ποτάμι της χώρας, ο Πηνειός, καθώς τους τελευταίους μήνες παρατηρείται δραματική μείωση της φυσικής ροής του. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των ερευνητών του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, περισσότερο από 1 δισεκατομμύριο κυβικά μέτρα νερού χάνεται ετησίως εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης από τις υδροβόρες καλλιέργειες του κάμπου, με αποτέλεσμα τα αποθέματα της υδάτινης λεκάνης να έχουν μειωθεί αισθητά και ολόκληρες εκτάσεις της κοίτης του ποταμού να έχουν μετατραπεί σε ερημικά τοπία.

«Χιλιάδες γεωτρήσεις και άλλα μικρά αυτοσχέδια φράγματα απομυζούν το νερό απευθείας από την κοίτη του ποταμού για τις ανάγκες άρδευσης των βαμβακοκαλλιεργειών κ.ά.», παρατηρεί ο καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Νικήτας Μυλόπουλος, και συμπληρώνει: «Το νερό που χάνεται κάθε χρόνο φτάνει για να καλύψει το ένα τέταρτο των αναγκών ύδρευσης του συνολικού πληθυσμού της χώρας».

Ωστόσο, οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας επισημαίνουν ότι βλέπουμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου μιας ανεπανόρθωτης οικολογικής καταστροφής, αφού το μεγαλύτερο πρόβλημα κρύβεται κάτω από το ποτάμι, στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα, ο οποίος έχει αποστραγγιστεί εντελώς. «Ακόμα και τώρα να σταματούσαμε να ξεζουμίζουμε τον υπόγειο υδροφορέα του Πηνειού θα χρειάζονταν τουλάχιστον 15 χρόνια για να επανέλθει το ποτάμι στην προηγούμενη κατάστασή του και να ανακτήσει την παλιά του ροή», αποκαλύπτει ο Ν. Μυλόπουλος.

Την ίδια στιγμή, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι την τελευταία τριετία έχει σημειωθεί ραγδαία αλλαγή στο κλίμα της ευρύτερης περιοχής, με αποτέλεσμα την πρόκληση παρατεταμένων περιόδων ξηρασίας. Η δραματική μείωση των αποθεμάτων του νερού παρατηρείται κυρίως την εποχή του καλοκαιριού και πλέον αρχίζει να επεκτείνεται μέχρι και τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες.

Οι πρόσφατες φωτογραφίες των επιστημόνων του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), που μελετούν αυτή την περίοδο το ποτάμι στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος παρακολούθησης των υδάτων, αποκαλύπτουν το μέγεθος της περιβαλλοντικής καταστροφής που έχει συντελεστεί.

«Σε πολλά σημεία ο Πηνειός έχει μετατραπεί σε σεληνιακό τοπίο», αναφέρει ο βιογεωχημικός Νίκος Σκουλικίδης, διευθυντής ερευνών στο ΕΛΚΕΘΕ, προσθέτοντας: «Το κενό που άφησε πίσω του το νερό καλύφθηκε με τόνους από μπάζα και σκουπίδια, αφού όταν στέγνωσε ο Πηνειός άγνωστοι βρήκαν την ευκαιρία και δημιούργησαν μικρές χωματερές μέσα στην περιοχή της Καλαμπάκας».

Πού εντοπίζεται το πρόβλημα

Κάτοικοι της Λάρισας και των Τρικάλων παρατηρούν με τη σειρά τους τη στάθμη του ποταμού Σαλαβριά (σ.σ.: έτσι αποκαλούν τον Πηνειό οι ντόπιοι) να μειώνεται χρόνο με τον χρόνο και ζητούν από την πολιτεία να παρθούν μέτρα για την ανάσχεση της εν εξελίξει οικολογικής καταστροφής. «Tα χειρότερα προβλήματα ξηρασίας που αντιμετωπίζει ο ποταμός ξεκινούν στα ανάντη του ποταμού, στην Καλαμπάκα των Τρικάλων. Συνεχίζονται στη Φαρκαδόνα και διογκώνονται στην Πηνειάδα. Ταυτόχρονα, συμπεριλαμβάνουν την κοιλάδα των Γόννων, καθώς και την περιοχή του Παραποτάμου στη Βιομηχανική Περιοχή Λάρισας», εντοπίζει ο περιβαλλοντολόγος - βιολόγος Γιώργος Χατζηνικολάου από το Ινστιτούτο Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ, συμπληρώνοντας: «Το ποτάμι φαίνεται να παρουσιάζει μια μικρή βελτίωση στα τελευταία χιλιόμετρα, και συγκεκριμένα στην κοιλάδα των Τεμπών, μέχρι και τις εκβολές του, λόγω των αποθεμάτων νερού που δέχεται ο ποταμός από την περιοχή του Ολύμπου».

Το πρόβλημα ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, όταν οι υδροβόρες καλλιέργειες άρχισαν να αντικαθιστούν τους σιτοβολώνες. «Παλαιότερα, ο αγρότης έβρισκε αρδευτικό νερό το πολύ στα 60 μέτρα βάθος. Ωστόσο, σήμερα οι γεωτρήσεις κατεβαίνουν έως και τα 400 μέτρα και αρδεύουν θαλασσινό νερό», παρατηρεί ο Γ. Χατζηνικολάου, υποστηρίζοντας ότι «πλέον ολόκληρος ο επιφανειακός υδροφόρος ορίζοντας έχει εξαφανιστεί, διαγράφοντας ένα ζοφερό μέλλον για την οικολογική κατάσταση του Πηνειού, με ανεπανόρθωτες συνέπειες για τη χλωρίδα και την πανίδα του ποταμού».