«Για μένα, οι ‘τελωνειακοί δασμοί’ είναι πολύ όμορφες λέξεις», επαναλάμβανε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ θέλει την επιβολή επιπρόσθετων δασμών σχεδόν στο σύνολο των εισαγόμενων προϊόντων, κάτι που εγείρει κίνδυνο νέων εμπορικών πολέμων επί δικαίων και αδίκων.
Πέρα από την αύξηση κατά 10 ως 20% των δασμών στο σύνολο των εισαγόμενων αγαθών, ο Ρεπουμπλικάνος εννοεί να στοχοποιήσει συγκεκριμένα αυτά που εισάγει η χώρα του από την Κίνα, να αυξήσει τους δασμούς στο 60%.
Η αμερικανική νομοθεσία δίνει τα απαραίτητα εργαλεία στον εκάστοτε πρόεδρο για την επιβολή τελωνειακών δασμών με διατάγματα — κι ο κ. Τραμπ αξιοποίησε τη δυνατότητα αυτή επανειλημμένα κατά την πρώτη του θητεία, στοχοποιώντας τον χάλυβα και το αλουμίνιο από την Κίνα και από χώρες της Ευρώπης, μεταξύ άλλων.
Ο διάδοχός του Τζο Μπάιντεν ακολούθησε δική του προσέγγιση, στοχοποιώντας από την πλευρά του συγκεκριμένα κινεζικά προϊόντα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να έχει ακόμη μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών: αναμένεται να έχει στο πλευρό του την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, πέρα από αυτή που ήδη εξασφάλισε η παράταξή του στη Γερουσία.
«Αν εφαρμόζεις τελωνειακούς δασμούς αδιακρίτως, βάζοντας στο στόχαστρο τόσο συμμάχους όσο και ανταγωνιστές, διακινδυνεύεις να προκαλέσεις πρόβλημα», συνόψισε ο Τζέφρι Σκοτ, του κέντρου μελετών Peterson Institute for International Economics.
Τέτοια απόφαση θα ήταν ενάντια «σε υποχρεώσεις συνδεόμενες με τον ΠΟΕ (τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου) ή με συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου και θα οδηγούσε, πως σε παρελθόν, σε αντίποινα από πλευράς των ξένων χωρών», συνέχισε.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, οι δασμοί που επιβλήθηκαν σε κινεζικά και ευρωπαϊκά προϊόντα οδήγησαν σε αντίποινα από το Πεκίνο και τις Βρυξέλλες. Όμως κι από την μια πλευρά και από την άλλη, τα αντίποινα ήταν συγκρατημένα και αναλογικά. Δύσκολο να φανταστεί κανείς ποιος θα ήταν ο αντίκτυπος αν αποφασιζόταν γενικευμένη αύξηση των τελωνειακών δασμών.
Επί της αρχής, ο ΠΟΕ υπάρχει για να εγγυάται ισότιμους όρους ανταγωνισμού και πρόσβασης στις αγορές για να μειώνονται προοδευτικά τα εμπόδια στο ελεύθερο εμπόριο. Οι δασμοί είναι μείζον εμπόδιο γι’ αυτό ακριβώς.
Ο ΠΟΕ διαθέτει μηχανισμό επίλυσης διαφορών, στον οποίο μπορεί να καταθέτει προσφυγές κάθε κράτος. Αλλά το σύστημα αυτό έχει πάψει να λειτουργεί, διαπιστώνει με αποδοκιμασία ο Τζέφρι Σκοτ.
«Στη θεωρία, μπορεί να κινηθεί διαδικασία και να προχωρήσει, αλλά τελικά θα εμποδιστεί και αχρηστευτεί με απλή υποβολή έφεσης από τις ΗΠΑ, καθώς δεν υπάρχει ανώτερος μηχανισμός για να εξετάσει την υπόθεση», εξήγησε.
Η εφαρμογή τελωνειακών δασμών στο σύνολο των αμερικανικών προϊόντων θα είχε ορισμένο κόστος, προειδοποιεί το Tax Foundation, που υπολογίζει πως σε ετήσια βάση, οι αμερικανοί καταναλωτές θα πληρώνουν 525 δισεκατομμύρια δολάρια παραπάνω.
Κάτι που αφορά κυρίως τις εταιρείες, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από εισαγόμενα προϊόντα για «να μπορούν να προσφέρουν στους πελάτες τους ποικιλία προϊόντων σε προσιτές τιμές», σημείωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Τζόναθαν Γκολντ, αντιπρόεδρος της NRF, της εθνικής συνομοσπονδίας εμπόρων λιανικής. Γι’ αυτόν οι δασμοί «στο τέλος θα καταλήξουν να πλήττουν τις τσέπες τον καταναλωτών», αφού συνεπάγονται «αύξηση τιμών».
Κατά το Tax Foundation, οι γενικευμένοι δασμοί θα έκοβαν τουλάχιστον 0,8% του ΑΕΠ και θα συνεπάγονταν την καταστροφή τουλάχιστον 684.000 θέσεων εργασίας.
Κατά την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, η επιβολή δασμών είχε πριν απ’ όλα σκοπό να αποκτηθεί ατού και να επιβληθούν νέες διαπραγματεύσεις σε διάφορους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάζει πάντα τον εαυτό του ως ειδικό στη διαπραγμάτευση και στο κλείσιμο συμφωνιών.
Είχε κλείσει εμπορική συμφωνία με στόχο, στη θεωρία, να υπάρξει νέα ισορροπία στο εμπορικό πεδίο ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου με αντάλλαγμα τη σταδιακή άρση των δασμών που επέβαλε. Στην πραγματικότητα, η επανεξισορρόπηση δεν έγινε ποτέ, παρά το ότι το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα έναντι της Κίνας γενικά σταμάτησε να μεγεθύνεται.
Αυτή τη φορά, οι δασμοί σκοπός είναι να εξισορροπήσουν τις περαιτέρω μειώσεις φόρων εισοδήματος και περιουσίας που θέλει να προωθήσει ο Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που θα τους δώσει δυνητικά πολύ πιο διαρκή χαρακτήρα και υπάρχει κίνδυνος να επιταχύνει τον κατακερματισμό της παγκόσμιας οικονομίας, κάτι που ανησυχεί ιδιαίτερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).