Quantcast

ILO: Η κακή ποιότητα της απασχόλησης παραμένει το κύριο πρόβλημα για τις παγκόσμιες αγορές εργασίας

"Η κακή ποιότητα της απασχόλησης παραμένει ως το κύριο ζήτημα για τις παγκόσμιες αγορές εργασίας", σύμφωνα με νέα έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ - ILO που εδρεύει στη Γενεύη), σύμφωνα με την οποία "εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάζονται να δεχθούν ανεπαρκείς συνθήκες εργασίας".

Η έκθεση προειδοποιεί ότι "ορισμένα νέα επιχειρηματικά μοντέλα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ενεργοποιούνται από τις νέες τεχνολογίες, απειλούν να υπονομεύσουν τα υπάρχοντα επιτεύγματα της αγοράς εργασίας - σε τομείς όπως η βελτίωση της διαφάνειας της απασχόλησης και της ασφάλειας, της κοινωνικής προστασίας και των εργασιακών προτύπων - εκτός εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ανταποκριθούν στην πρόκληση".

Σύμφωνα με τον ILO, τα νέα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για την "Παγκόσμια Έκθεση για την Απασχόληση και την Κοινωνική Προοπτική: Τάσεις 2019 (WESO)" δείχνουν ότι "η πλειοψηφία των 3,3 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που απασχολούνται παγκοσμίως το 2018 είχε ανεπαρκή οικονομική ασφάλεια, υλική ευημερία και ισότητα ευκαιριών. Επιπλέον καταγράφεται ότι "η πρόοδος στη μείωση της ανεργίας παγκοσμίως δεν αντικατοπτρίζεται στη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας".

Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε από τoν ILO, αναφέρει ότι "εξακολουθούν να υπάρχουν αρκετά μεγάλα ελλείμματα στην αξιοπρεπή εργασία, προειδοποιώντας ότι με το σημερινό ρυθμό προόδου επιτυγχάνεται ο στόχος της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους, όπως ορίζεται στους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης ), ιδιαίτερα o στόχος `SDG 8`, φαίνεται μη ρεαλιστικός για πολλές χώρες".

"Το SDG 8 δεν αφορά μόνο την πλήρη απασχόληση αλλά την ποιότητα αυτής της απασχόλησης", δήλωσε η Deborah Greenfield, Αναπληρώτρια  Γενική Διευθύντρι της ILO. "Η ισότητα και η αξιοπρεπής εργασία αποτελούν δύο από τους πυλώνες που στηρίζουν την αειφόρο ανάπτυξη".

"Η απασχόληση δεν εγγυάται πάντα μια αξιοπρεπή διαβίωση", δήλωσε ο Damian Grimshaw, Διευθυντής Έρευνας του ILO.

Αναλυτικά καταγράφεται ότι στη Βόρεια, Νότια και Δυτική Ευρώπη, η ανεργία βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο σε μια δεκαετία και πρόκειται να συνεχίσει να μειώνεται μέχρι το 2020.

Η μακροχρόνια ανεργία ανέρχεται σε ποσοστό 40% σε ορισμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της Γαλλίας, όπου πάνω από το 40% των ανέργων το 2017 αναζητούσαν εργασία για δώδεκα μήνες ή και περισσότερο.

Στη Βόρεια, Νότια και Δυτική Ευρώπη, πολλοί άνθρωποι ανήκουν στο δυνητικό εργατικό δυναμικό. Χρειάζονται στοχοθετημένα μέτρα πολιτικής για την ενίσχυση της προσκόλλησης στην αγορά εργασίας των αποθαρρυμένων εργαζομένων και των γυναικών με οικογενειακές ευθύνες, αναφέρει ο ILO.

"Η εργασιακή φτώχεια, η κακή ποιότητα των δημιουργούμενων θέσεων εργασίας και οι επίμονες ανισότητες στην αγορά εργασίας παραμένουν ως ανησυχίες", καταγράφει

Η επίπτωση της προσωρινής απασχόλησης αυξάνεται σε πολλές χώρες της υποπεριφέρειας, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, όπου ένας στους τέσσερις εργαζόμενους είναι προσωρινός εργαζόμενος, η Γαλλία, η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες.

Πάνω από το 75% των προσωρινά απασχολουμένων στο Βέλγιο απασχολούνται προσωρινά επειδή δεν μπόρεσαν να βρουν μόνιμη θέση εργασίας.

Περίπου το 20% των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην υποπεριοχή ήταν μερικής απασχόλησης.

Στην Ανατολική Ευρώπη ο αριθμός των απασχολουμένων αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,7 τοις εκατό τόσο στο 2019 όσο και στο 2020, αλλά ταυτόχρονα συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού σημαίνει ότι το ποσοστό ανεργίας θα μειωθεί.

Μεταξύ των θεμάτων που επισημάνθηκαν στην έκθεση είναι και η έλλειψη προόδου όσον αφορά το κλείσιμο του χάσματος μεταξύ των φύλων στη συμμετοχή του εργατικού δυναμικού.

Μόνο το 48% των γυναικών βρίσκεται στο εργατικό δυναμικό, έναντι 75% των ανδρών. Οι γυναίκες καταλαμβάνουν επίσης πολύ περισσότερο από το δυναμικό, που δεν χρησιμοποιείται επαρκώς. Ένα άλλο ζήτημα είναι η επιμονή της άτυπης απασχόλησης, με ένα κατακόρυφο εργατικό δυναμικό των 2 δισεκατομμυρίων - το 61% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού - να έχει κατηγοριοποιηθεί ως τέτοιο. Επίσης είναι ανησυχητικό για τον ILO ότι περισσότεροι από ένας στους πέντε νέους (ηλικίας κάτω των 25 ετών) δεν απασχολούνται, δεν εκπαιδεύονται ή εκπαιδεύονται, θέτοντας σε κίνδυνο τις μελλοντικές προοπτικές απασχόλησης.

Τέλος η έκθεση καταγράφει ότι "εάν η παγκόσμια οικονομία καταφέρει να αποφύγει μια σημαντική κάμψη, προβλέπεται ότι η ανεργία θα μειωθεί περαιτέρω σε πολλές χώρες". Υπήρξε επίσης μεγάλη μείωση της εργατικής φτώχειας τα τελευταία 30 χρόνια, ιδίως στις χώρες μεσαίου εισοδήματος, καθώς και αύξηση του αριθμού των ατόμων που παρακολουθούν εκπαίδευση ή κατάρτιση.