Σε κρίσιμη καμπή βρίσκεται ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας, ένας από τους πιο ισχυρά εξαγώγιμους της ελληνικής οικονομίας. Ενώ η παραγωγή και οι τζίροι παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, τα μεγάλα ανοίγματα των εταιρειών προς τις τράπεζες και το χωροταξικό πλαίσιο, που εξακολουθεί να είναι «μετέωρο», βάζουν φρένο σε νέες επενδύσεις και απειλούν να διαταράξουν τις υπάρχουσες εύθραυστες ισορροπίες. Οσον αφορά την ατζέντα της επόμενης ημέρας, στην κορυφή βρίσκονται η υπόθεση της Avramar -της μεγαλύτερης εταιρείας του κλάδου- και η επιτακτική ανάγκη για να ενεργοποιηθεί το σχέδιο διάσωσης από τη νέα ιδιοκτησία, ενώ στις νεότερες εξελίξεις περιλαμβάνεται και η εξαγορά της Γαλαξίδι Θαλάσσιες Καλλιέργειες από την Ιριδα, ένα deal που αλλάζει εκ νέου το τοπίο στις ιχθυοκαλλιέργειες.
Με πρωταγωνιστές την τσιπούρα και το λαβράκι, το 2024 η ελληνική παραγωγή ανήλθε σε 141.000 τόνους και ο ετήσιος τζίρος περίπου στα 800 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 82% της ποσότητας εξάγεται, επιβεβαιώνοντας τη διεθνή δυναμική του κλάδου.
Λίγο προτού ολοκληρωθεί η φετινή χρονιά, οι ενδείξεις για την παραγωγή και τις εξαγωγές είναι θετικές, καθώς παρατηρείται αυξημένη ζήτηση. Παράλληλα, παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι σε αυτό το περιβάλλον έρχεται να προστεθεί και το θετικό νέο που αφορά το κόστος των πρώτων υλών για τις ιχθυοτροφές, το οποίο έχει βελτιωθεί σημαντικά λόγω των αποπληθωριστικών τάσεων, ενώ έχει υποχωρήσει και το ενεργειακό κόστος.
Τα αγκάθια
Παρά τις ευνοϊκές συγκυρίες, φρένο στην ανάπτυξη βάζουν οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου, τη στιγμή μάλιστα που οι κύριοι ανταγωνιστές μας, η Τουρκία και η Ισπανία, διεκδικούν σημαντικά μερίδια στην ευρωπαϊκή αγορά, εις βάρος των ελληνικών εξαγωγών.
Το θεσμικό πλαίσιο είναι αυτό που θα αποσαφηνίσει τα όρια, επιβάλλοντας ταυτόχρονα αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους. Η επιτάχυνση του ειδικού χωροταξικού πλαισίου, που θα αποσαφηνίσει τον ρόλο των εταιρειών, αποτελεί πλέον επιτακτική ανάγκη, όπως και οι συνεργασίες. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), Απόστολος Τουραλιάς, που εκπροσωπεί τα 12.000 μέλη της, ανέφερε για τις συνθήκες που επικρατούν στον κλάδο: «Πρόκειται για μια εξαιρετική οικονομική συγκυρία, που όμως σκοντάφτει σε θεσμικά εμπόδια». Μιλώντας πρόσφατα στο πλαίσιο της ΔΕΘ τόνισε ότι «ως ΕΛΟΠΥ -και το έχουμε αποδείξει διαχρονικά- πρόθεσή μας είναι να συνεργαστούμε με όλους τους φορείς έχοντας ως γνώμονα το κοινό συμφέρον, την περιβαλλοντική ισορροπία και την περιφερειακή ανάπτυξη».
Το νέο Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο για τις ιχθυοκαλλιέργειες αφορά τη δημιουργία των λεγόμενων Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) – των ζωνών δηλαδή στις οποίες επιτρέπονται η οργανωμένη εγκατάσταση και η λειτουργία μονάδων, με καθορισμένους περιβαλλοντικούς και χωροταξικούς κανόνες. Πρόκειται για ένα εργαλείο-κλειδί που συνδέεται με τη διαφάνεια στις διαδικασίες αδειοδότησης νέων επενδύσεων, την επέκταση των υφιστάμενων μονάδων και συνολικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη του κλάδου.
Το ειδικό χωροταξικό πλαίσιο για τις υδατοκαλλιέργειες θεσπίστηκε το 2011 και οριστικοποιήθηκε το 2015, έπειτα από σειρά προσφυγών που είχαν κατατεθεί από τοπικές κοινωνίες και περιβαλλοντικές οργανώσεις. Η αναθεώρησή του θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί ήδη από το 2022, ωστόσο εξακολουθεί να παραμένει στα συρτάρια, αποτελώντας τροχοπέδη στα αναπτυξιακά πλάνα των εταιρειών. Αξιοσημείωτο είναι ότι από το 2015 μέχρι σήμερα έχουν ιδρυθεί μόλις επτά από τις 23 συνολικά ΠΟΑΥ που αρχικά σχεδιάζονταν.
Εξυγίανση της Avramar
Το μείζον θέμα για τις ιχθυοκαλλιέργειες αφορά το μέλλον της Avramar, της μεγαλύτερης εταιρείας του κλάδου, που παράγει σχεδόν σε ποσοστό 50% ελληνική τσιπούρα και λαβράκι. Παρότι η αγορά επιμένει ότι το deal θα έπρεπε να έχει ήδη ολοκληρωθεί, τα μεγάλα ανοίγματα της εταιρείας και η αναγκαία ρύθμιση των χρεών της έφεραν καθυστερήσεις. Πολλοί σπεύδουν να σχολιάσουν ότι η Avramar «αλλάζει χέρια» σε μια συγκυρία κατά την οποία οι τιμές ευνοούν τον κλάδο. Για την ορθότερη αντιμετώπιση της βιωσιμότητάς της, η διοίκηση της Avramar όλο αυτό το διάστημα βρίσκεται σε απόλυτη συνεργασία με ειδικούς συμβούλους, ώστε να πετύχει το χρονοδιάγραμμα πιστοποίησης των νομικών και οικονομικών της στοιχείων έως τις 31 Οκτωβρίου, έχοντας ωστόσο μεριμνήσει για παράταση έως τις 7 Νοεμβρίου.
Το σχέδιο διάσωσης της Avramar μέσω της εταιρείας Aqua Bridge, που κρίθηκε ως προτιμητέος επενδυτής κατόπιν διαγωνιστικής διαδικασίας, προβλέπει μεταξύ άλλων «κούρεμα» δανείων σε ποσοστό 70% και νέα χρηματοδότηση της τάξης των 60 εκατ. ευρώ. Στις 16 Σεπτεμβρίου, η Aqua Bridge είχε υπογράψει συμφωνία-πλαίσιο και ένα χρονοδιάγραμμα (term sheet) με τους πιστωτές της Avramar, όπως ανέφερε σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε.
Τα μεγάλα μεγέθη της Avramar, με παραγωγή που αγγίζει τους 55.000 με 60.000 τόνους, με 2.000 εργαζομένους και με υποχρεώσεις που ξεπερνούν τα 400 εκατ. ευρώ, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη διάσωσής της. Η επιτυχία του εγχειρήματος θα επηρεάσει όχι μόνο την εταιρεία, αλλά και τη μελλοντική πορεία ολόκληρου του κλάδου της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας.
Οι επόμενοι μήνες αναμένονται κρίσιμοι, καθώς, όπως επιτρέπει ο νόμος, μετά την κατάθεση του σχεδίου εξυγίανσης, η απόφαση έχει περιθώριο να εκδοθεί έως και 12 μήνες μετά, διατηρώντας παράλληλα ο προηγούμενος μέτοχος το δικαίωμα καλύτερης πρότασης.
Στις ελπιδοφόρες προοπτικές του κλάδου για ακόμα καλύτερες ημέρες και στη διεκδίκηση μεριδίου από τον κλάδο των ψαριών, αξιοποιώντας τη μεταβατική περίοδο της Avramar, πόνταρε και ο όμιλος Cooke. Ο καναδικός όμιλος, με αξιόλογη παρουσία στον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται, επεδίωξε να αποκτήσει τη μεγαλύτερη ιχθυοκαλλιεργητική εταιρεία της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, διαπραγματεύτηκε με τη διαχειρίστρια εταιρεία Amerra επιδιώκοντας την απόκτηση όλων των δραστηριοτήτων της Avramar, τόσο σε Ελλάδα όσο και σε Ισπανία. Ετσι, στο τραπέζι τέθηκε και η απόκτηση της Avramar Spain, υπεύθυνης για τις πωλήσεις των ψαριών του ομίλου στην Ιβηρική Χερσόνησο.
Να σημειωθεί ότι η Cooke δεν εκδήλωσε ενδιαφέρον συμμετοχής στον διαγωνισμό των τραπεζών για την πώληση της ελληνικής δραστηριότητας της Avramar τον Οκτώβριο του 2024. Εναν χρόνο μετά, οι επικεφαλής της επανέρχονται και εκδηλώνουν ενδιαφέρον εξαγοράς του χρέους της Avramar Greece έναντι περίπου 97,3 εκατ. ευρώ, με δέσμευση καταβολής του ποσού εντός του έτους.
Deal Ιριδας με Γαλαξίδι
Μόλις τις προηγούμενες ημέρες μια εξαγορά στον κλάδο, του 83,5% της εταιρείας Γαλαξίδι Θαλάσσιες Καλλιέργειες από την εταιρεία παραγωγής ιχθυοτροφών Ιριδα, επαναπροσδιορίζει τα μερίδια των εταιρειών και τις ισορροπίες στον κλάδο.
Η Γαλαξίδι Θαλάσσιες Καλλιέργειες (Galaxidi Marine Farm) καλλιεργεί βιολογική τσιπούρα και λαβράκι στον Κορινθιακό Κόλπο από το 2008, ενώ, όπως υποστηρίζουν από την εταιρεία, δίνει έμφαση στην ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, χρησιμοποιώντας κλουβιά σε βαθιές περιοχές με ισχυρά ρεύματα. Το 2022, η Γαλαξίδι Θαλάσσιες Καλλιέργειες είχε κύκλο εργασιών στα 73,44 εκατ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου, από τα 64,38 εκατ. ευρώ του 2021, ενώ η Ιριδα είχε τζίρο 150,77 εκατομμύρια ευρώ το 2022 και καθαρά κέρδη 13,19 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2021 η Ιριδα είχε εξαγοράσει το 51% της Aquatic Biologicals Α.Ε. έναντι ενός εκατομμυρίου ευρώ περίπου.

Δυνατός παίκτης
«Χρονιά ανάπτυξης» χαρακτηρίζει το 2025 η διοίκηση της Philosofish, της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας στις ιχθυοκαλλιέργειες. Η διοίκηση χαράσσει νέο επενδυτικό πρόγραμμα, στοχεύοντας στην ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητας και της λειτουργικής αποδοτικότητας. Το επενδυτικό πλάνο περιλαμβάνει τη δημιουργία νέας κεντρικής αποθήκης ιχθυοτροφών και την εγκατάσταση κεντρικής μονάδας διαχείρισης διχτυών για την υποστήριξη των χερσαίων μονάδων εκτροφής.
Παράλληλα, προχωρά η αναδιάρθρωση των παραγωγικών εγκαταστάσεων σε Κόφινα, Γιάλτρα, Λάρυμνα και Αγιο Σεραφείμ, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης των πόρων και την ενίσχυση της ευελιξίας.
Επιπλέον, προγραμματίζεται η αύξηση της ικανότητας των ιχθυογεννητικών σταθμών, ώστε να εξασφαλιστεί η απαιτούμενη παροχή γόνου για τους προγραμματισμένους όγκους παραγωγής των επόμενων ετών. Το 2024, η Philosofish πέτυχε αύξηση του κύκλου εργασιών της κατά 14%, φτάνοντας τα 111 εκατ. ευρώ. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος της εταιρείας στη βιώσιμη ιχθυοκαλλιέργεια, καθώς δεσμεύεται για βιώσιμες πρακτικές, με στόχο τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα. Στο πλαίσιο αυτό, προβάλλει τα πλεονεκτήματα της ιχθυοκαλλιέργειας σε σχέση με την κτηνοτροφία, τονίζοντας τη μικρότερη κατανάλωση νερού και τις χαμηλότερες εκπομπές ρύπων.