Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών ήταν τα βασικά θέματα της συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη, στον Realfm 97,8 και την εκπομπή της Κάτιας Μακρή.
Ξεκινώντας από τον προϋπολογισμό, ερωτηθείς αν υπάρχει περίπτωση για κάτι ακόμη, πέραν, δηλαδή, της έκτακτης ενίσχυσης των 350 εκατ. και της διατήρησης του ΦΠΑ στο 13% σε σειρά υπηρεσιών, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «Δεν νομίζω, αυτός είναι ο προγραμματισμός και οι αντοχές του προϋπολογισμού. Τα 350 εκατ. δεν είναι λίγα, είναι πολλά χρήματα. Είναι ένα πολύ μεγάλο ποσό και πάρα πολλοί οι ωφελούμενοι. Επί του παρόντος δεν έχουμε άλλη δυνατότητα».
Για την ακρίβεια, αφού αναγνώρισε ότι «βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολύ δύσκολο και πραγματικό πρόβλημα, είναι το μεγαλύτερο θέμα που έχουμε αυτή τη στιγμή», προσέθεσε: Η ακρίβεια είναι «σε απόλυτη πολιτική προτεραιότητα, είναι συνεχείς οι πρωτοβουλίες που παίρνει η κυβέρνηση. Είναι απόλυτη προτεραιότητα που δίνει ο πρωθυπουργός». Εκτιμώντας δε, ότι «θα συνεχίσουμε να πολεμάμε με το πρόβλημα για αρκετό καιρό», παρέθεσε σειρά κυβερνητικών δράσεων: «Υπάρχουν προϊόντα, στα οποία υπάρχει μείωση των τιμών, υπάρχουν προϊόντα στο "Καλάθι" που διατηρούν τις τιμές σχετικά χαμηλά για σημαντικό χρονικό διάστημα. Το -5% είναι κάτι που εφαρμόζεται και λειτουργεί, και τα πρόστιμα έχουν οδηγήσει σε μειώσεις των τιμών». Συμπερασματικώς, «το γεγονός ότι υπάρχουν όλα αυτά τα προϊόντα, τα οποία έχουν χαμηλότερες τιμές, δίνει τη δυνατότητα στον καταναλωτή να στείλει ένα πολύ ηχηρό μήνυμα».
Πάντως, σε κάποια προϊόντα, επί παραδείγματι κάποια αγροτικά προϊόντα, οι αυξήσεις είναι εύλογες, αντέτεινε. Και τούτο γιατί έχουν αυξηθεί οι τιμές στα προϊόντα φυτοπροστασίας, τα λιπάσματα, το κόστος ενέργειας, τα εργατικά. Αυτό που «αξιώνουμε, (είναι) να μην υπάρχει ο πληθωρισμός της απληστίας», επισήμανε από την άλλη.
Με αφορμή, εξάλλου, τη διαπίστωση ότι αν και μειώθηκε ο ΦΠΑ σε κάποια προϊόντα, εν τούτοις αυξήθηκαν οι τιμές, ο Μ. Βορίδης υπενθύμισε ότι «είχαμε συζητήσει εκτενώς με την αντιπολίτευση το θέμα, όταν μας πρότειναν τη μείωση του ΦΠΑ ως τη συνταγή αντιμετώπισης της ακρίβειας. Εμείς λέγαμε τότε και λέμε και τώρα ότι με τη μείωση του ΦΠΑ, ενώ μειώνονται τα φορολογικά έσοδα, δεν σημαίνει καθόλου ότι αυτή η μείωση μετακυλίεται στον καταναλωτή [...] Ευτυχώς που ακολουθήσαμε την πολιτική μειώσεως του ΦΠΑ, γιατί είναι ένα είδος έμμεσης απάντησης στην αντιπολίτευση».
Εν κατακλείδι, «ο έλεγχος που ασκείται όλο και περισσότερο, είναι κάτι που έχει προτεραιοποιήσει το Υπουργείο Ανάπτυξης και φέρνει αποτέλεσμα. Είναι μια μάχη που δίνεται και θα δίνεται, δεν είναι κάτι που θα πατήσουμε ένα κουμπί και αύριο το πρωί θα πέσουν οι τιμές».
Στο θέμα της τραγωδίας των Τεμπών και σε συνέχεια της τοποθέτησής του στη Βουλή, διευκρίνισε εν πρώτοις ότι «όταν κατατίθεται μία πρόταση για σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής, αυτή είναι μια πρόταση για απόδοση ποινικών ευθυνών στους υπουργούς. Αυτό σημαίνει ότι εκεί η Βουλή αποκτά δικαστικές δικαιοδοτικές αρμοδιότητες, ότι το Κοινοβούλιο οιονεί μετατρέπεται σε εισαγγελικό λειτουργό. Εκεί η Βουλή δεν πρέπει να κάνει μια πολιτική συζήτηση πια, την πολιτική συζήτηση την κάνουμε στην εξεταστική επιτροπή».
Και, εν συνεχεία: «Ακούω ότι "έγινε ο Βορίδης δικαστής". Δεν έγινε ο Βορίδης δικαστής. Όποιος υποβάλλει πρόταση για σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής, αυτός έκανε τη Βουλή δικαστή». Ενώ επέμεινε, «όταν κάνουμε ποινική δουλειά, αναζητάμε αν ένας υπουργός έχει τελέσει αξιόποινες πράξεις. Όχι αν είναι πολιτικά υπόλογος».
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, «στο σκέλος αν κάποιος υπουργός έκανε ποινικά εγκλήματα, δεν άκουσα απολύτως τίποτε. Και, μάλιστα, για τα Τέμπη, το ποινικό αδίκημα που ερευνάται, είναι η ανθρωποκτονία. Οι πράξεις ή οι παραλείψεις του υπουργού οδήγησαν στην ανθρωποκτονία; Και, όχι να συζητήσουμε αν από πλευράς ευρωπαϊκού δημόσιου λογιστικού τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις μιας συμβάσεως». Συνέχισε, μάλιστα, λέγοντας: «Παρεμπιπτόντως οι προτάσεις της αντιπολιτεύσεως δεν είναι προτάσεις για τις ανθρωποκτονίες, είναι για μια παράβαση καθήκοντος και μια απιστία, οι οποίες ουσιαστικά εξετάζουν αν τελέσθηκαν οικονομικά αδικήματα σε βάρος της διαχείρισης των ευρωπαϊκών οικονομικών».
Στο «δια ταύτα», «εγώ είπα ότι θα απορρίψουμε τις συγκεκριμένες προτάσεις της αντιπολίτευσης, τοποθετήθηκα πάνω σε αυτές. Η εξεταστική επιτροπή έχει τη δυνατότητα -εάν τυχόν προκύψουν άλλες ποινικές ευθύνες, όχι αυτές που μας έχει θέσει προς κρίσιν η αντιπολίτευση- να δει τι θα κάνει. Ακόμη και να μετατρέψει τον εαυτό της σε προκαταρκτική».
Σε άλλο θέμα, ερωτηθείς για το εκλογικό σύστημα των ευρωεκλογών, επανέλαβε ότι ο πρωθυπουργός δεν έχει αποφασίσει, «θα το σκεφθεί».
Η συνέντευξη έκλεισε με τα του ΣΥΡΙΖΑ: «Εγώ που είμαι αφοσιωμένος στη μάχη εναντίον των ιδεών της Αριστεράς, δεν μπορούσα να φαντασθώ καλύτερο τέλος για το ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε προκαταβολικώς.
Στο ερώτημα, εάν, ελλείψει αξιωματικής αντιπολίτευσης, το κυβερνών κόμμα γίνεται πιο αλαζονικό, ο Μ. Βορίδης ξεκαθάρισε ότι για δύο λόγους δεν επιτρέπεται η παραμικρή αλαζονεία «σε κανέναν από εμάς, υπουργούς και βουλευτές»: Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση διανύει τη δεύτερη τετραετία της και το δεύτερο ότι δεν υπάρχει πια το φόβητρο επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. «Στην πραγματικότητα δημιουργείται ένα τεράστιο βάρος, πολύ μεγαλύτερο από αυτό που είχαμε την πρώτη τετραετία», συμπέρανε.
Επιστρέφοντας στα της μείζονος αντιπολίτευσης, υποστήριξε ότι «η συγκεκριμένη επιλογή ηγεσίας δεν ενέπνευσε κανένα σεβασμό στα κομματικά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ» και, «εάν δεν υπάρχει ένας ελάχιστος σεβασμός στη νέα ηγεσία, το γεγονός ότι απλώς εξελέγη δεν παράγει επαρκή νομιμοποίηση -και αυτό είναι αυτό που συμβαίνει τώρα». «Η κρίση θα παραταθεί και προβλέπω ότι ακόμη και μετά την αποχώρηση της "ομάδας Αχτσιόγλου", η εσωτερική κρίση δεν θα σταματήσει. Καθώς τα ποσοστά θα κατρακυλάνε και θα βυθίζεται σε κρίση -ο κ. Κασσελάκης δεν έχει φέρει κανένα άνεμο αισιοδοξίας και ανασύνταξης- οι παραμένοντες στο εσωτερικό, θα δημιουργήσουν μια νέα εσωστρέφεια», κατέληξε ο κ. Βορίδης.