Quantcast

Σβίγκου: Απαραίτητες οι συγκλίσεις στη δημοκρατία

«Τόσο τα κόμματα, όσο και οι βουλευτές έχουν την ιστορική ευθύνη να επιλέξουν τη φυγή προς τα εμπρός για τη χώρα μας» σημειώνει η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγκου, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ», τονίζοντας ότι «όλοι μας θα κριθούμε για τη στάση μας».

Αναφερόμενη στη συμφωνία των Πρεσπών, η κ. Σβίγκου σημειώνει ότι επιλύει «με τον καλύτερο τρόπο ένα ζήτημα που απασχολεί την εξωτερική πολιτική μας εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες» και προσθέτει ότι «υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν θα έπρεπε ένα κορυφαίο εθνικό ζήτημα να αποτελεί πεδίο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης».

Ωστόσο, όπως σημειώνει, «από τη μια μεριά βρίσκονται όσοι επιδιώκουν μια πολυδιάστατη, φιλειρηνική, εξωτερική πολιτική, η οποία προωθεί τη συνεργασία και τη συνανάπτυξη, και, από την άλλη, όσοι παραμένουν προσκολλημένοι σε μια κοντόφθαλμη, φοβική γραμμή, σε έναν εθνικό απομονωτισμό».

«Τόσο τα κόμματα, όσο και οι βουλευτές έχουν την ιστορική ευθύνη να επιλέξουν τη φυγή προς τα εμπρός για τη χώρα μας» τονίζει η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνοντας: «Εμείς αγωνιζόμαστε για την προοδευτική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού, επιδιώκουμε συμμαχίες και συγκλίσεις σε αυτή τη βάση και πιστεύω ότι σε αυτήν την προσπάθεια θα βρεθούν συνοδοιπόροι».

Η Ρ. Σβίγκου τονίζει ότι «οι προγραμματικές συγκλίσεις μεταξύ των κομμάτων, είναι απαραίτητες στη δημοκρατία» και προσθέτει ότι η Φώφη Γεννηματά «οφείλει να αποφασίσει με ποιον θέλει να βρει ένα κοινό πεδίο. Θέλει ένα δημόσιο, βιώσιμο, κοινωνικά δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα ή ένα σύστημα Πινοσέτ, στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων, όπως επιδιώκει ο κ. Μητσοτάκης;», ενώ για τηνστάση της απέναντι στη συμφωνία των Πρεσπών αναφέρει: «Είναι δυνατόν ένα κεντροαριστερό κόμμα να ενστερνίζεται τις θέσεις του κ. Σαμαρά και του κ. Γεωργιάδη;».

Για το κόμμα «της κ. Γεννηματά, του κ. Λοβέρδου και του κ. Βενιζέλου» λέει ότι «έχει γίνει παρακολούθημα της νεοφιλελεύθερης και ακροδεξιάς ΝΔ» και προσθέτει: «Θέλω να πιστεύω ότι από την πίεση του ευρύτερου προοδευτικού κόσμου, το ΚΙΝΑΛ θα αλλάξει κατεύθυνση πριν να είναι αργά».

Όσον αφορά τον Σταύρο Θεοδωράκη, του αναγνωρίζει ότι «έχει κρατήσει μια στάση υπευθυνότητας απέναντι στη Συμφωνία».

«Τόσο, λοιπόν, στο μακεδονικό, όσο και σε μια σειρά μεταμνημονιακών νομοθετημάτων, όπως για τον κατώτατο μισθό, τη ρύθμιση των 120 δόσεων, την προστασία της πρώτης κατοικίας, αλλά και στη συνταγματική αναθεώρηση θα φανούν οι προθέσεις και οι διαθέσεις όλων, κι όλοι μας θα κριθούμε για τη στάση μας» επισημαίνει.

Η κ. Σβίγκου αναφέρει επίσης, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει τον κόσμο που το παλιό πολιτικό σύστημα είχε γυρίσει την πλάτη, τονίζοντας: «Σε αυτούς τους ανθρώπους απευθυνόμαστε και σήμερα, για τα συμφέροντα αυτού του κόσμου αγωνιζόμαστε».

Για τη συνεργασία με του ΑΝΕΛ, η Ρ. Σβίγκου αναφέρει ότι παρά τις μεγάλες ιδεολογικές, πολιτικές και αξιακές διαφορές, «υπήρξε μια επωφελής συνεργασία για την κοινωνία», επισημαίνοντας ότι «η συνεργασία αυτή δεν εμπόδισε τον ΣΥΡΙΖΑ να νομοθετήσει προοδευτικά μέτρα, ενίσχυσης και διεύρυνσης των δικαιωμάτων, παρά τη διαφωνία των ΑΝΕΛ».

Μιλώντας για το επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης, η κ. Σβίγκου χαρακτηρίζει «άθλιες» τις αναφορές της αξιωματικής αντιπολίτευσης «σε δήθεν ανταλλάγματα για το μακεδονικό» και τονίζει ότι «η ακροδεξιά ρητορική περί εθνικής προδοσίας, οι διάφορες συκοφαντικές επιθέσεις, ως μόνο στόχο έχουν τη συσπείρωση του κομματικού ακροατηρίου του κ. Μητσοτάκη».

Προσθέτει επίσης, ότι οι διαχωριστικές γραμμές με τη ΝΔ «είναι πιο υπαρκτές από ποτέ» και συμπληρώνει: «Ο δικός μας στόχος δεν είναι να συσπειρώσουμε ένα κομματικό ακροατήριο, αλλά να υλοποιήσουμε μια πολιτική που να προασπίζεται τα κοινωνικά συμφέροντα».

«Θεωρώ ότι ο κόσμος καταλαβαίνει ποιος αγωνίζεται για τα συμφέροντά του, κι όταν έρθει η στιγμή θα αποφασίσει για το αν θέλει να συνεχιστούν οι πολιτικές που μας έβγαλαν από τα μνημόνια, αν θέλει δημόσια, ποιοτική, δωρεάν παιδεία και υγεία, αν θέλει τη διασφάλιση και την ενίσχυση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων του, αν θέλει μια Ελλάδα προοδευτική, δημοκρατική, ανοιχτή στον κόσμο ή, αντίθετα, αν θέλει μια κυβέρνηση που θα ενδιαφέρεται για τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, που θα διαλύσει ξανά το κοινωνικό κράτος, θα απολύσει δημοσίους υπαλλήλους, θα ασκεί πολιτική με εμφυλιοπολεμικά συνθήματα και ακροδεξιά νοοτροπία» τονίζει, καταλήγοντας, η Ρ. Σβίγκου.