Οι τελευταίες δύο εβδομάδες, με αφορμή την 80ή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και όσα έλαβαν χώρα είτε εντός του Οργανισμού -με τις ομιλίες- είτε εκτός -με τις συναντήσεις στο περιθώριό της- ανέδειξαν ένα «σοβαρό» δίλημμα: ως «λαός» είμαστε «ιδανικοί αυτόχειρες», ή στο «σημείο χωρίς επιστροφή»;

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είμαστε πρωταγωνιστές σε κάποιο έργο του Ιονέσκο, στο θέατρο του παραλόγου. Τι είδαμε αυτές τις δύο εβδομάδες; Τους πολέμιους της «προσέγγισης» Αθήνας – Αγκυρας πρώτα να διαφωνούν με τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν και μετά την ακύρωσή της, εν μια νυκτί, να μετατρέπονται σε «τεθλιμμένους» συγγενείς σαν να τους βρήκε το χειρότερο κακό. Ή σαν να συνέβη κάποια… προδοσία ισοδύναμη του «Εφιάλτη».

Πολιτικοί, αναλυτές, αλλά και μερίδα των ελληνικών ΜΜΕ παρουσίαζαν σκηνικό απόλυτης καταστροφής και εθνικής ταπείνωσης, ενώ λίγο αργότερα σχεδόν αποθέωναν την… «επέλαση» Ερντογάν, τον οποίον παρουσίασαν σαν τον «Αλάριχο» που πολιορκεί και κατακτά τον Λευκό Οίκο, όπως ο Βησιγότθος τη Ρώμη.

Το πιο πάνω σενάριο καταστροφής άρχισε να κλονίζεται από τις επικρίσεις της τουρκικής αντιπολίτευσης μέχρι που κατέρρευσε από τον -κατά λάθος- αποκαλυπτικό διάλογο των Τούρκων δημοσιογράφων που ξεγύμνωσε τις εν Ελλάδι Κασσάνδρες.

Θα ήταν μόνο κωμικό, αν δεν ήταν τραγικό: για άλλη μία φορά η κομματική τοξίνη του εσωτερικού πολιτικού σκηνικού τύφλωσε την όραση πολλών, οδηγώντας τους να αξιολογούν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όχι ως τον Ελληνα πρωθυπουργό, αλλά ως τον πρόεδρο της Ν.Δ. Και αυτή τη φορά έτυχε να είναι ο νυν πρωθυπουργός – το ίδιο έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις με άλλους ενοίκους του Μαξίμου. Αλλά όχι σε τέτοιον βαθμό…

Φτάσαμε λοιπόν σε αυτό το σημείο χωρίς επιστροφή, η στάση κατά Ερντογάν αντί να ενώνει, να μας διχάζει; Ή είμαστε οι ιδανικοί αυτόχειρες και πρόθυμοι για το κομματικό «καλό» να συμμαχήσουμε και με τον διάβολο;

Είναι ευθύνη της εκάστοτε κυβέρνησης να μην επιτρέψει τα εθνικά θέματα να γίνονται άθυρμα στα χέρια πολιτικών με τυχοδιωκτικές προθέσεις. Και αυτό θα γίνει, όχι με πύρινους καταγγελτικούς λόγους, αλλά με θεσμοθέτηση ενός ειλικρινούς -και εντός κλειστών θυρών, αν χρειάζεται- διαλόγου για την εθνική στρατηγική με τις συντεταγμένες πολιτικές δυνάμεις. Και εν συνεχεία να αναλάβει ο κάθε σχηματισμός την ευθύνη του: αν θα γίνει εθνικός σύμμαχος ή πολιτικός εφιάλτης.