
Ενας χρόνος πέρασε από την αποτρόπαιη δολοφονία της 28χρονης κοπέλας Κυριακής Γρίβα λίγα μέτρα από την είσοδο του Αστυνομικού Τμήματος των Αγίων Αναργύρων και οι απαντήσεις των εμπλεκομένων μοιάζουν ακόμα πιο αδιανόητες από την πρώτη φορά που ακούστηκαν. Το μαρτύριο αυτού του αγγέλου και οι συνθήκες του φόνου αποκαλύπτουν τρεις τομείς που είμαστε πολύ πίσω.
Την εκπαίδευση των αστυνομικών, την αξιολόγηση της σοβαρότητας των περιστατικών και την ενσωμάτωση (των πιο νέων σε εμπειρία) στη νοοτροπία του «δεν θα βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα». Ενα σαφές βήμα με την αλλαγή του κανονισμού και τον τρόπο αντιμετώπισης ανάλογων περιστατικών έχει γίνει.
Ομως, εξακολουθεί το ερώτημα αν αυτό φτάνει για να αλλάξει συνολικά η Αστυνομία τον τρόπο που βλέπει ανάλογα συμβάντα τα οποία δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε δολοφονία. Και υπάρχει πάντα η μάστιγα της υπηρεσιακής παθογένειας: ο αστυνομικός φρουρός του οποίου είχε ανακοινωθεί η απόταξη, αλλά αυτός εκείνη τη στιγμή υπηρετούσε κανονικά στη σκοπιά (χωρίς, όπως υποστήριξε, να έχει οπτική επαφή με την κοπέλα), ο συνάδελφός του στο κέντρο της Αμεσης Δράσης και όσοι συνάντησαν το θύμα μέσα στο τμήμα με τα γνωστά αποτελέσματα.
Το μεγάλο στοίχημα είναι να ηττηθεί αυτή ακριβώς η νοοτροπία της καθημερινότητας και του ωραρίου (πήγα, δούλεψα, έφυγα). Η συναίσθηση του καθήκοντος, η μάχη για τη φανέλα. Η αντίληψη ότι ο αστυνομικός είναι για τον πολίτη προστάτης. Οχι ένστολος «κουρασμένος» υπάλληλος του Δημοσίου που ψάχνει να αποφύγει την ευθύνη. Και αυτή είναι μια δύσκολη και αμφίρροπη μάχη…