
*Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές θα έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα δύο προκλήσεις: πρώτα-πρώτα, να συνεχίσει τη σταθερή πορεία βελτίωσης της μακροοικονομίας και, επιπλέον, να εντατικοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις.
Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής. Εχει μια μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί ως χώρα-πρότυπο για την υπόλοιπη Ευρώπη. Η οικονομία έχει επιδείξει εξαιρετική δυναμική. Το ΑΕΠ αυξάνεται με ρυθμό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές σημείωσαν απανωτά ρεκόρ, η ανεργία πέφτει και ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται.
Είναι θέμα χρόνου να πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα και να δούμε τα επιτόκια δανεισμού να πέφτουν. Ολες αυτές οι εξελίξεις δεν σημαίνουν ότι τα πράγματα είναι ρόδινα. Σηματοδοτούν, όμως, μια αλλαγή πλεύσης. Μένει να φανεί στην πράξη εάν η παρατηρούμενη ανάκαμψη θα μετατραπεί σε βιώσιμη ανάπτυξη. Ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος και η καθυστέρηση στην υλοποίηση των αναγκαίων αλλαγών μάς κοστίζει ακριβά.
Προηγούμενες κρίσεις, όπως η οικονομική, η υγειονομική και η ενεργειακή, επηρέασαν αρνητικά την πορεία μας προς την αλλαγή. Χάσαμε πολύτιμο χρόνο και δαπανήσαμε πολλά χρήματα για να διατηρήσουμε όρθια την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους. Οι κυβερνώντες αναγκάστηκαν να δώσουν πολλά επιδόματα. Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτά έπιασαν τόπο.
Σε πολλές άλλες, όμως, τα επιδόματα δεν βοήθησαν στην αντιμετώπιση των αδυναμιών του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου. Αύξησαν την κατανάλωση και τις εισαγωγές και οδήγησαν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις μακριά από τη δημιουργία διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, επωφελούμενες από τη «δεδομένη ζήτηση» που προκύπτει μέσω τέτοιων επιδομάτων. Ο ρόλος των εγχώριων επιχειρήσεων σε αυτήν την περίπτωση περιορίστηκε σε μια μεταπρατική λειτουργία, χωρίς πραγματική παραγωγική συμβολή.
Επιπλέον, ο δημοσιονομικός χώρος δεν είναι ανεξάντλητος, όπως επισημάνθηκε έντονα στην πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας. Στο εξής, οι καθαρές δαπάνες δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Επομένως, η επόμενη κυβέρνηση δεν θα έχει την πολυτέλεια να αποδίδει αδιακρίτως (σε φτωχούς και πλούσιους) παροχές. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν θα έχει επιλογές. Η προσπάθεια μετακινείται τώρα από την πλευρά της ζήτησης στην πλευρά της προσφοράς.
Δηλαδή, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να εστιάσει στη δημιουργία κινήτρων, στους εργαζομένους και στις επιχειρήσεις, ώστε όλοι μαζί να παράγουν περισσότερο, να επενδύουν περισσότερο, να εξάγουν περισσότερο και να αμείβονται καλύτερα.
Προς τούτο, είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις. Θα καταφέρει η νέα κυβέρνηση να μεταρρυθμίσει, να αλλάξει το φορολογικό σύστημα, δίνοντας χαρακτηριστικά κοινωνικής δικαιοσύνης και αποτελεσματικότητας (π.χ. μείωση της επιβάρυνσης της μισθωτής εργασίας, μείωση των συντελεστών έμμεσης φορολογίας και καταπολέμηση της φοροδιαφυγής); Θα καταφέρει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της γραφειοκρατίας και της αργοπορίας στις διαδικασίες εγκρίσεων και αδειών (π.χ. υδροπλάνα); Η απλοποίηση και η επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών είναι απαραίτητες για να προσελκύσουμε επενδύσεις και να ενθαρρύνουμε την επιχειρηματικότητα. Θα καταφέρει να εκμεταλλευτεί το τρίγωνο της γνώσης (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία) και να συνδέσει τον εκπαιδευτικό τομέα με τον παραγωγικό τομέα της οικονομίας, ώστε να δημιουργήσουμε μια εργατική δύναμη που να είναι προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της σύγχρονης οικονομίας και της αγοράς εργασίας; Θα καταφέρει να εκσυγχρονίσει τη Δικαιοσύνη ώστε να επιταχύνει τον χρόνο απονομής της και να μην ταλαιπωρούνται πολίτες και επιχειρηματίες πληρώνοντας υπέρογκα ποσά σε δικηγόρους;
Τέλος, θα μπορέσει να αναβαθμίσει το χαμηλό επίπεδο θεσμικής ανάπτυξης της χώρας, καταπολεμώντας οπισθοδρομικές πελατειακές νοοτροπίες και διαμορφώνοντας ισχυρούς και αξιόπιστους θεσμούς που κατοχυρώνουν την αξιοκρατία, τη διαφάνεια και την κοινωνική δικαιοσύνη; Εάν γίνουν όλα αυτά, η ανάπτυξη θα γίνει βιώσιμη και οι πολίτες θα νιώσουν τη βελτίωση αυτή στην καθημερινότητά τους.
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
9/6/2023