Quantcast

Ας μιλήσουμε για την Ευρώπη

γράφει ο Ναπολέων Μαραβέγιας*

* Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός

Καθώς πλησιάζουν οι ευρωπαϊκές εκλογές, εύλογα θα περίμενε κανείς να πυκνώνει ο δημόσιος λόγος και ο αντίλογος από τα ελληνικά πολιτικά κόμματα για τη σημερινή πραγματικότητα και το μέλλον της Ευρώπης. Ομως, αν εξαιρέσει κανείς ορισμένες δημόσιες συζητήσεις περί Ευρώπης, ο κομματικός διάλογος εξαντλείται στις δημόσιες αντιπαραθέσεις για θέματα εσωτερικής επικαιρότητας, συχνά χωρίς ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο. Κι όμως, στην Ευρώπη σήμερα οι εξελίξεις τρέχουν χωρίς να περιμένουν τη χώρα μας. Επειδή, μάλιστα, το ελληνικό ζήτημα μοιάζει να έχει «κουράσει» τα τελευταία χρόνια, μάλλον κανείς στην Ευρώπη δεν ασχολείται πια με τα δικά μας θέματα. Καθώς η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια και αμέσως σχεδόν μπήκε σε προεκλογική περίοδο, οι πειρασμοί της παροχολογίας θυμίζουν τις παλιές μέρες που η χώρα βάδιζε αμέριμνα προς τη χρεοκοπία με τη γνωστή ρήση «λεφτά υπάρχουν». Πράγματι σήμερα «λεφτά υπάρχουν». Ομως, αυτά προέρχονται από την υπερφορολόγηση των συνεπών φορολογουμένων, κυρίως των μισθωτών μεσαίων στρωμάτων, καθώς οι υπολογισμοί της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι περίπου το 5% των φορολογικά υπόχρεων πλήρωσε το 50% περίπου των φόρων για το 2017. Προέρχονται, επίσης, από την καθυστέρηση χορήγησης των συντάξεων και των εφάπαξ χιλιάδων συνταξιούχων, καθώς και από άλλες ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις του δημοσίου, αλλά και από την απόδοση των υψηλών ποσοστών ΦΠΑ.

Το υπερπλεόνασμα είναι υπαρκτό (πάνω από 4% του ΑΕΠ), όπως υπάρχει και το αποθεματικό για την εξασφάλιση έναντι των διεθνών αγορών που επιτρέπει παροχές οι οποίες, αναμφισβήτητα, ανακουφίζουν τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Ομως, αν συνεχιστεί η σχετική δημοσιονομική χαλάρωση και στο σκέλος των δαπανών και στο σκέλος των εσόδων, τα «λεφτά θα πάψουν να υπάρχουν», πλέον, όπως ήδη αρχίζουν να υπενθυμίζουν διεθνείς οργανισμοί (έκθεση ΟΟΣΑ) και βέβαια οι γνωστοί σε όλους οίκοι αξιολόγησης. Μέχρι τώρα οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων εταίρων μας ήταν χλιαρές, καθώς διακυβεύεται η εκλογική επικράτηση των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων που διαχειρίστηκαν την κρίση στη χώρα μας και τώρα θέλουν να εμφανίζουν ως επιτυχία την έξοδό της από τη μνημονιακή εποχή. Ποια, όμως, θα είναι η στάση των ευρωπαϊκών αυτών πολιτικών δυνάμεων μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές; Οι πιθανότητες το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα να στραφεί δεξιότερα, είτε με την ενδυνάμωση των δεξιών εθνικιστικών κομμάτων σε διάφορες χώρες-μέλη είτε με την αύξηση της επιρροής των κομμάτων αυτών στα «συστημικά κόμματα», χριστιανοδημοκρατικά και σοσιαλδημοκρατικά, είναι πολύ αυξημένες.

Μια τέτοια δεξιά στροφή, μπορεί να απομακρύνει ακόμη περισσότερο την Ευρωπαϊκή Ενωση από την κατανόηση των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας, αν η ίδια έχει δώσει δείγματα ότι δεν έχει ξεπεράσει οριστικά τις παλιές της συνήθειες που την οδήγησαν πριν από δέκα περίπου χρόνια στη χρεοκοπία. Οι εκκλήσεις για τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού δημοκρατικού μετώπου των φιλοευρωπαϊκών δημοκρατικών δυνάμεων, ώστε να μην πραγματοποιηθεί η αναμενόμενη δεξιά στροφή του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, έχει προφανώς σημασία. Ομως, δεν αρκεί για να αποτρέψει τις διεργασίες που βρίσκονται σε κίνηση και ωθούν προς όλο και περισσότερο συντηρητικές κατευθύνσεις. Η παγκοσμιοποίηση, που δεν ευνοεί σημαντικά κοινωνικά στρώματα, η πολιτική της λιτότητας που ασκήθηκε από τα συστημικά κόμματα εξουσίας σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες και διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες, ο φόβος των μεταναστών για αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας, η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος με την τεχνητή νοημοσύνη, που τρομάζει πολλούς, οι οποίοι δεν έχουν επαρκή επαγγελματικά προσόντα και, τέλος, η αντιευρωπαϊκή ρητορεία, όλα αυτά μαζί οδηγούν προς μια διαφορετική Ευρώπη, πολύ λιγότερο αλληλέγγυα και δημοκρατική.

Συνεπώς, τα ελληνικά δημοκρατικά πολιτικά κόμματα θα έπρεπε να ασχολούνται με αυτές τις κρίσιμες διεργασίες στην Ευρώπη, όχι για να τις αποτρέψουν, αφού προφανώς ξεπερνούν τις δυνατότητές τους, αλλά για να θωρακίσουν την οικονομία της χώρας μας. Να συμβάλουν, δηλαδή, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια σταθερή ανάπτυξη, χωρίς ευρωπαϊκά «δεκανίκια», που πιθανώς η χώρα μας δεν θα μπορέσει να ξαναβρεί μέσα στον νέο ευρωπαϊκό πολιτικό χάρτη. Δυστυχώς, ο σημερινός πολιτικός διάλογος δεν βοηθά τους Ελληνες πολίτες να αντιληφθούν ότι η κατεύθυνση που φαίνεται να ακολουθεί η Ευρώπη δεν επιτρέπει στο πολιτικό σύστημα της χώρας μας πλειοδοσία παροχών, που μπορεί και πάλι να οδηγήσει σε νέα οικονομική εκτροπή. Η εξυγίανση των οικονομικών, που με τόση προσπάθεια και θυσίες των Ελλήνων πολιτών επετεύχθη, προκειμένου να διατηρηθεί, απαιτεί σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ειλικρίνεια, σύνεση και σωφροσύνη. Ας τελειώσουμε οριστικά με το «σισύφειο μαρτύριο» της χώρας μας.