Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρόεδρος του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από τους καταστροφικούς σεισμούς στη νοτιοανατολική Τουρκία που σηματοδότησαν και τη μετάβαση των ελληνοτουρκικών σχέσεων από μια περίοδο έντασης, που κορυφώθηκε σε κατάσταση κρίσης το καλοκαίρι του 2020, σε μια φάση ύφεσης που έχει και ένα στοιχείο μοναδικότητας συγκριτικά με άλλες ανάλογες συγκυρίες της σύγχρονης μετά το 1974 εποχής. Εδώ και σχεδόν 24 μήνες η τουρκική αεροπορία έχει αναστείλει την παραβατική συμπεριφορά της στο Αιγαίο, ενώ και το τουρκικό πολεμικό ναυτικό -με μία εξαίρεση- έχει κρατηθεί μακριά από προκλητικές παρουσίες. Επίσης, η ερευνητική δραστηριότητα του τουρκικού ερευνητικού «στόλου» δεν έχει πραγματοποιηθεί ξανά σε οριοθετημένες θαλάσσιες ζώνες στην ανατολική Μεσόγειο. Εν τω μεταξύ, η Αγκυρα έχει εγκαταλείψει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη ρητορική της πρόκλησης και του πολεμικού εκφοβισμού (war scare). Αυτή η εικόνα είναι που έχει χαρακτηριστεί «ήρεμα νερά». Πρόκειται, δηλαδή, για μια μονομερή αναδίπλωση της Τουρκίας από γνώριμα αναθεωρητικά μοτίβα στο «πεδίο».

Και αυτή η εικόνα έχει -κατά την προσφιλή μας ελληνική συνήθεια- φτάσει να διχάσει, ευτυχώς όχι σε τραυματικό βαθμό- την ελληνική κοινή γνώμη. Αξίζει εδώ να θυμηθούμε τι έχει κάνει σε αυτό το διάστημα η Ελλάδα. Πρώτον, προχωρά σε ένα σημαντικό ποιοτικά και ποσοτικά εξοπλιστικό πρόγραμμα με βραχυπρόθεσμό αλλά και μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα, που στόχο έχει να διαμορφώσει συνθήκες αξιόπιστης αποτροπής. Δεύτερον, συντηρεί με συχνές πρωτοβουλίες και επισκέψεις τις συνεργασίες και συμμαχίες που σφυρηλατήθηκαν την περίοδο της έντασης. Τρίτον, έχει συνδιαμορφώσει με την Τουρκία ένα πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο επικοινωνίας και ενίσχυσης των διμερών σχέσεων σε άλλους τομείς. Οι συναντήσεις στο υψηλότερο δυνατόν επίπεδο. Τέταρτον, σε καμία περίπτωση δεν έχει τροφοδοτήσει την όποια αισιοδοξία επίλυσης του προβλήματος της οριοθέτησης. Δεν υπάρχει ούτε μία δήλωση αυξημένων προσδοκιών από οποιονδήποτε στη χώρα. Το αντίθετο ισχύει.

Τα «ήρεμα νερά» δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ένα πλαίσιο συνύπαρξης που επιτρέπει την εστίαση σε εξελίξεις που αναδιατάσσουν τις περιφερειακές και παγκόσμιες ισορροπίες και αμφισβητούν τις σταθερές των τελευταίων δεκαετιών. Η στρατηγική ματιά της Αθήνας δεν φεύγει από την Τουρκία. Η απειλή καθοδηγεί την ελληνική εξωτερική πολιτική και οι προτεραιότητες παραμένουν σταθερές: Εξισορρόπηση και αποτροπή ως ζωτική επιλογή και εμμονή στην οριστική διευθέτηση όταν οι συνθήκες (βλ. τουρκικές θέσεις) το επιτρέψουν. Ομως, ο κόσμος δείχνει να βρίσκεται σε μετάβαση. Η εμπειρία από τις πρώτες εβδομάδες του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο είναι μοναδική. Ο νέος Πρόεδρος εκφράζει θέσεις και απόψεις που αναθεωρούν θεμελιώδεις θέσεις της αμερικανικής στρατηγικής και δεν επιτρέπουν τον εφησυχασμό. Για τον Ντόναλντ Τραμπ δεν υπάρχουν σταθερές. Καμία χώρα δεν είναι χρήσιμη για τις ΗΠΑ, παρά μόνο αν πλήρως ευθυγραμμίζεται με τις επιλογές του. Η προηγούμενη «επένδυση» στον ελληνικό χώρο και την ελληνοαμερικανική στρατηγική σχέση δεν εξασφαλίζει τη μελλοντική αμερικανική προσήλωση.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος πιστεύει βαθιά ότι δεν έχει ανάγκη κανέναν για να προωθήσει τις βασικές προτεραιότητές του. Διατυπώνει θέσεις και αδιαφορεί για τις αντιδράσεις. Το παράδειγμα των δηλώσεών του για τη Γάζα είναι αποκαλυπτικό για το πώς αντιμετωπίζει τα ζητήματα. Στη Μέση Ανατολή, θεωρεί ότι θα λυθεί το πρόβλημα με το να βγάλει από μια «άλυτη» εξίσωση τους Παλαιστινίους της Γάζας και ενδεχομένως σε δεύτερη φάση αυτούς της Δυτικής Οχθης, όχι απαραίτητα με τον εκτοπισμό τους. Αν το εννοεί, πιθανόν θα τον δούμε να εκβιάζει την Ιορδανία και την Αίγυπτο με διακοπή της αμερικανικής βοήθειας και τη Σαουδική Αραβία με άρση της αμερικανικής εγγύησης ασφάλειας. Η μετατροπή της Γάζας σε Ντουμπάι της Μεσογείου είναι παράλογη σήμερα, αλλά όχι απίθανη σε μια «λογική» βίαιης ριζικής αλλαγής του status quo.

Στη Συρία, η Τουρκία νιώθει δικαιωμένη μετά από παρεμβάσεις πολλών ετών. Υπάρχει ένα καθεστώς φιλικό -αν είναι και εξαρτημένο από την Αγκυρα θα φανεί σύντομα- που επιτρέπει στην Τουρκία να εγκαταστήσει νόμιμα την υπερδεκαετή στρατιωτική παρουσία της, να εξουδετερώσει σε μεγάλο βαθμό την κουρδική απειλή και να μην ανησυχεί για τη ρωσική αντίδραση. Αν οι χειρισμοί της Αγκυρας έχουν ως αποτέλεσμα μια Συρία μακριά από το Ιράν, μια Συρία που δεν θα αποσταθεροποιεί κατά το δοκούν τον Λίβανο, ευνοϊκά ουδέτερη απέναντι σε βασικές αμερικανικές θέσεις, όχι σε αντιπαράθεση με τα λοιπά σουνιτικά καθεστώτα της περιοχής και, πάνω από όλα, εγκαταλείποντας την αντιισραηλινή θέση της, τότε θα έχει αναβαθμιστεί πραγματικά ο ρόλος της στην ανάλυση της Ουάσιγκτον και όχι μόνο. Αυτό το ξέρουν στην Αγκυρα, όπως ξέρουν ότι μια επιστροφή στην ένταση με την Ελλάδα δεν θα προσφέρει κανένα πλεονέκτημα -ούτε τακτικό, ούτε πολύ περισσότερο στρατηγικό- στην Τουρκία. Με αρκετές αιρέσεις είναι η αλήθεια, η σημερινή ηρεμία μπορεί να παραταθεί.