Quantcast

Οι ναρκαλιευτές της επόμενης μέρας

γράφει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας*

* Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων

Οι «ναρκαλιευτές της επόμενης μέρας» θα μπορούσε να είναι η κωδική ονομασία των στελεχών του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης που θα προκύψει μετά την 7η Ιουλίου. Αυτό γιατί θα χρειαστεί μεγάλη προσοχή προκειμένου να ανιχνευτούν και εξουδετερωθούν οι φανερές και κρυφές οικονομικές νάρκες που τοποθετεί όλο το τελευταίο διάστημα η σημερινή κυβέρνηση. Κάποιες από αυτές έγιναν γνωστές μέσα από την τρίτη  έκθεση ενισχυμένης εποπτείας της Κομισιόν. Η έκθεση αποτιμά το πακέτο παροχών του Μαΐου ακόμη και σε πάνω από 5 δισ. για τη διετία 2019-2020, δηλαδή το υπολογίζει μεταξύ 1,1%-1,4% του ΑΕΠ για το 2019 και μεταξύ 1,2%-1,6% του ΑΕΠ για το 2020, όταν η κυβέρνηση το αποτιμούσε 0,6% και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής 0,55%. Ομως η έκθεση δεν στέκεται μόνο στην ενδεχόμενη δημιουργία δημοσιονομικού κενού από τα μέτρα του Μαΐου. Σημειώνει ότι αυτά είναι σε λάθος κατεύθυνση, γιατί εξυπηρετούν καταναλωτικές ανάγκες σε συγκεκριμένες κατηγορίες του πληθυσμού, δεν μειώνουν τη φτώχεια και την εκροή των νέων στο εξωτερικό και δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη, καθώς ενισχύουν τις εισαγωγές. Μαζί με την επικείμενη μείωση του αφορολόγητου (που θα κοστίσει 2 δισ. ευρώ επιπλέον) μηδενίζονται τα δημοσιονομικά περιθώρια για παρεμβάσεις/αντίμετρα που θα ενίσχυαν τις επενδύσεις και την ανάπτυξη μέσω της μείωσης των φορολογικών και των ασφαλιστικών βαρών προς τον επιχειρηματικό κόσμο. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το υψηλό δημόσιο χρέος, που το βλέπει υψηλότερο του 100% του ΑΕΠ για τις επόμενες δεκαετίες, τα υψηλά ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις τράπεζες και για την ανεργία, που παραμένει κολλημένη στην περιοχή του 18,6% για πολλούς μήνες, χωρίς περαιτέρω τάση μείωσης. Διαπιστώνει ότι τους τελευταίους μήνες ο ρυθμός εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων -που έχουν συμφωνηθεί και είναι αναγκαίες για να πάει μπροστά η χώρα- έχει μειωθεί σημαντικά και καμία από τις 15 επιμέρους δεσμεύσεις της κυβέρνησης δεν θα εκπληρωθεί στην ώρα της. Επίσης, η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου «παραμένει απογοητευτική», με τον ρυθμό αποπληρωμής τους να μειώνεται και αυτά παρά τις όποιες κινήσεις παραμένουν στο γενικό επίπεδο του Δεκεμβρίου του 2018. Τέλος, το Δημόσιο δεν έχει σεβαστεί την οροφή για τις προσλήψεις προσωρινού προσωπικού και ζητείται μείωση κατά 1.550 άτομα μέσα στο 2019. Η έκθεση, βέβαια, δεν έχει λάβει υπόψη της μια σειρά από «κρυφές» οικονομικές νάρκες που εξακολουθεί να τοποθετεί η κυβέρνηση λίγο πριν από την προκήρυξη των εκλογών. Αυτές αφορούν τροπολογίες που κατατέθηκαν μέσα στην εβδομάδα στη Βουλή, με τις οποίες για παράδειγμα προβλέπεται σειρά εξαιρέσεων από το «πάγωμα» των προσλήψεων και των υπηρεσιακών μεταβολών λόγω εκλογών. Επίσης, παρατείνονται για έξι μήνες από τη λήξη τους οι συμβάσεις των εργαζομένων στην καθαριότητα και φύλαξη υπουργείων και εποπτευόμενων φορέων. Επιπλέον, με αποφάσεις του προέδρου της Βουλής μετατάχθηκαν στη Βουλή μέσα σε μία μέρα πάνω από 32 άτομα από την Περιφέρεια Αττικής ή από υπουργεία, όπως το υπουργείο Παιδείας ή το υπουργείο Οικονομικών, ενώ ταυτόχρονα εξελίσσεται και μια διαδικασία προσλήψεων συμβασιούχων διετούς διάρκειας ή και μονίμων υπαλλήλων σε ειδικές θέσεις. Τι σημαίνουν όλα αυτά για την οικονομία; Οτι η τρέχουσα κυβέρνηση έχει αρχίσει να ξηλώνει ό,τι με κόπο η ίδια είχε φτιάξει, αναβιώνοντας τις χειρότερες παθογένειες παλαιοκομματισμού και πελατειακού κράτους. Οτι η κυβέρνηση, μέσα στην ηττοπάθεια και τον πανικό της, ξέχασε το οικονομικό της πρόγραμμα και με περιστασιακές κινήσεις προχωρά με κακή νομοθέτηση σε αλόγιστες δαπάνες, σαν να μην υπάρχει επόμενη μέρα. Το ευχάριστο είναι ότι σε λιγότερο από έναν μήνα οι πρακτικές αυτές θα αποτελούν παρελθόν. Η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει έχει τα χρονικά περιθώρια να ανατρέψει την κατάσταση. Αν η αξιοπιστία επανέλθει στη χώρα μας, η οικονομία θα έχει μια μεγάλη ώθηση προς το εμπρός, τα κρατικά ταμεία δεν θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα, οι επενδύσεις θα γίνουν θετικές και η αισιοδοξία θα επανέλθει στα μάτια των Ελλήνων.