*Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρόεδρος του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Καθώς συμπληρώθηκαν δέκα μήνες πολέμου στη Γάζα, οι προοπτικές κατάπαυσης του πυρός δεν φαίνονται ρεαλιστικές. Εν αναμονή της απάντησης του Ιράν στη δολοφονία Χανίγιε, υπάρχουν τουλάχιστον τρία δεδομένα που διαμορφώνουν την τρέχουσα συγκυρία στη Μέση Ανατολή. Και τα τρία είναι κομμάτια της ίδιας εικόνας. Κανένα δεν ισχύει ανεξάρτητα από τα άλλα δύο.
Πρώτον, ελάχιστοι είναι εκείνοι οι παράγοντες που επιθυμούν την κλιμάκωση της βίας. Αυτό είναι το καλό μιας υπόθεσης που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Ομως, αυτοί οι παράγοντες είναι οι πιο σημαντικοί και είναι εκείνοι που δεν επιτρέπουν να τελεσφορήσουν οι διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός. Η Χαμάς, αν το επιθυμούσε, θα μπορούσε να έχει ήδη απελευθερώσει τους ομήρους -όσους δεν έχει ακόμη δολοφονήσει- στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που δεν θα άφηνε πολλά περιθώρια στον Μπενιαμίν Νετανιάχου να μη διαπραγματευτεί ειλικρινά και όχι προσχηματικά, όπως συμβαίνει τώρα. Η Χεζμπολάχ, από την πλευρά της, από την πρώτη στιγμή, τον Οκτώβριο του 2023, επιτίθεται με πυραύλους στο Ισραήλ από τον Βορρά. Ας μη γελιόμαστε, και εκεί εξελίσσεται μια σύγκρουση, ευτυχώς χαμηλής έντασης… μέχρι τώρα. Και όλα αυτά με την υποστήριξη του Ιράν, αν και το τελευταίο δεν επιθυμεί την απευθείας στρατιωτική αντιπαράθεση με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, οι οποίες σίγουρα θα εμπλακούν, αν η Τεχεράνη επιχειρήσει να πλήξει σοβαρά το Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά, η κρίση ήδη έχει διαχυθεί πέρα από τη Γάζα.
Δεύτερον, κανείς δεν μπορεί ουσιαστικά να επηρεάσει τις εξελίξεις. Τα σουνιτικά αραβικά καθεστώτα δεν έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν το Ιράν και πολύ λιγότερο τους «κηδεμονευομένους» του. Ο λεγόμενος «άξονας της αντίστασης» (Ιράν, Χαμάς, Χεζμπολάχ, Χούθι) είναι όχι μόνο εκτός της εμβέλειας του Καΐρου, του Αμμάν ή του Ριάντ, αλλά ελάχιστοι είναι αυτοί που στεναχωριούνται για την επιχειρησιακή εξόντωση αυτών των τρομοκρατικών οργανώσεων που κατ’ εξοχήν προωθούν τη ριζοσπαστικοποίηση των αραβικών πληθυσμών και συνδέονται (βλ. Χαμάς) με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Επίσης, δεν μπορούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις άλλοι παίκτες όπως η Ε.Ε., η Τουρκία, η Ρωσία ή η Κίνα. Ο μόνος που έχει κάποια επιρροή είναι οι ΗΠΑ. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, η δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασής τους είναι αυστηρά οριοθετημένη από τη στρατηγική τους επιλογή να στηρίζουν την ασφάλεια του Ισραήλ απέναντι σε απειλές υπαρξιακού χαρακτήρα. Οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το Ισραήλ για λόγους ιστορικούς, γεωπολιτικούς και άλλους. Ως προς αυτό, οι επικείμενες αμερικανικές εκλογές δε θα διαφοροποιήσουν την αμερικανική πολιτική, παρά μόνο ως προς τη βούληση της Ουάσιγκτον να προωθήσει την ανάσταση της ειρηνευτικής διαδικασίας που είναι ουσιαστικά νεκρή εδώ και χρόνια. Αν εκλεγεί η Κάμαλα Χάρις, αυτή η προσπάθεια θα είναι ειλικρινής. Στην περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ, ο Λευκός Οίκος θα παραμείνει «αδιάφορος» και δεν θα ασκήσει πίεση στην όποια ισραηλινή κυβέρνηση. Αλλά αυτό αφορά την επόμενη ημέρα.
Τρίτον, ο πόλεμος ξεκίνησε με την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και συνεχίζεται γιατί η Χαμάς επέλεξε να χρησιμοποιήσει τους αμάχους στη Λωρίδα της Γάζας ως ανθρώπινες ασπίδες στο πλαίσιο μιας στρατηγικής πολυάριθμων απωλειών με στόχο την κινητοποίηση του μέσου Αραβα και μουσουλμάνου εναντίον των αραβικών καθεστώτων, ώστε να αναγκάσει τις κυβερνώσες ελίτ να εμπλακούν εναντίον του Ισραήλ. Και όλα αυτά με την υποστήριξη του Ιράν. Η αποτρεπτική στρατηγική του Ισραήλ κατέρρευσε και έκτοτε παίρνει όλο και μεγαλύτερα ρίσκα, γιατί ο υπαρξιακός φόβος επέστρεψε εντονότερος. Από μια άποψη, ο στρατηγικός υπολογισμός του Ισραήλ είναι πίσω στο 1973 και αυτό σημαίνει ότι η όποια απόφαση της ηγεσίας του στερείται μακροπρόθεσμης προοπτικής. Επιδιώκει να επιβληθεί σε τακτικό επίπεδο γιατί έτσι θεωρεί ότι θα αναστηλώσει τη χαμένη του αποτρεπτική στρατηγική.
Ακόμη και έτσι, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια κλιμάκωση. Ενώ υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος ενός «ατυχήματος», που μπορεί να βγάλει τα πράγματα εκτός ελέγχου, το «titfortat» που περιμένουμε να συμβεί, μάλλον θα είναι τέτοιο ώστε να μην προκαλέσει μεγάλης κλίμακας στρατιωτική εμπλοκή. Θα είναι η δεύτερη φορά μετά το ισραηλινό χτύπημα του ιρανικού προξενείου στη Βηρυτό. Κάθε φορά που φτάνουν οι δύο πλευρές σε αυτό το σημείο, το ρίσκο θα αυξάνεται. Αποκλιμάκωση και αμοιβαία ανάσχεση δεν είναι ποτέ εγγυημένες στρατηγικές επιλογές. Καλό είναι να μην τριτώσει…
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
10/9/2024