*Ομότιμος καθηγητής στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Το σχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού του 2024 περιέχει μια θετική εικόνα της ελληνικής οικονομίας, η οποία, λίγο ή πολύ, επιβεβαιώνεται και από εκτιμήσεις ανεξάρτητων ερευνητών: Προβλέπει μια μεγέθυνση 2,9% για το 2024, από 2,4% το 2023, και ένα ονομαστικό ΑΕΠ της τάξεως των 234 δισ. ευρώ, από 222,8 δισ. ευρώ το 2023. Ετσι, όμως, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να αποκλιμακωθεί εντυπωσιακά, από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 σε 160,3% το 2023 και σε 152,3% το 2024, πλησιάζοντας αρκετά της Ιταλίας (141,4% το 2024), ενώ αναμένεται να συμπέσει με αυτό το 2025 και το 2026 να είναι μικρότερο!
Ο εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να κυμανθεί ελαφρά ανώτερα του κρίσιμου 2%, στο 2,6% από 4,1% το 2023, ενώ ο πληθωρισμός των τροφίμων ίσως κυμανθεί σε ένα διπλάσιο μέγεθος αυτού που υπολογίζουμε για τον συνολικό εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Στο τελευταίο συμβάλλει βεβαίως η κλιματική αλλαγή και ειδικότερα το φαινόμενο El Niño, το οποίο φέτος εκτιμάται ότι θα έχει πιθανότητα 55% να είναι ισχυρό και 35% να είναι ιστορικά υψηλό. Το φαινόμενο αυτό δεν επηρεάζει ιδιαίτερα τις καιρικές συνθήκες στην Ευρώπη (αυτές επηρεάζονται από τη γενικότερη κλιματική κρίση), αλλά τις επηρεάζει αρνητικά (ξηρασίες, πλημμύρες) στη Λατινική Αμερική, ανατολική και νότια Ασία και στη Sub-Saharan Αφρική, δηλαδή όπου τα τρόφιμα είναι βασικό είδος διατροφής, άρα μέσω αυτού επηρεάζονται οι τιμές τους σε όλο τον κόσμο.
Στη διατήρηση των έστω εξασθενημένων πληθωριστικών πιέσεων συντελούν και οι πρακτικές των επιχειρήσεων εφοδιασμού της αγοράς, οι οποίες γνωρίζουμε πλέον (IMF και ΕΚΤ) ότι κατά 50% επηρεάζουν αυξητικά τη διαμόρφωση των τιμών.
Ομως, οι διεθνείς συνθήκες επηρεασμού της ελληνικής οικονομίας δεν σταματούν στην κλιματική αλλαγή και στις τιμές των τροφίμων, παρότι λόγω α) των φυσικών καταστροφών στην Ελλάδα και β) της υψηλής συμμετοχής των τροφίμων στον ελληνικό οικογενειακό προϋπολογισμό (22% στην Ελλάδα, έναντι 12% στην Ευρώπη), εξαιτίας της μνημονιακής περιόδου, οι αυξήσεις στα τρόφιμα προκαλούν ιδιαίτερη δυσφορία στον πληθυσμό.
Τρία χαρακτηριστικά έχει το διεθνές οικονομικό στερέωμα: το «σφίξιμο» των διεθνών χρηματοδοτικών συνθηκών, οι εξελίξεις στην Κίνα, που επηρεάζει οικονομικά όλον τον κόσμο, και οι γεωστρατηγικές εντάσεις.
Ακόμα και εάν διατηρηθούν εκεί που είναι τα επιτόκια (δηλαδή να μην αυξηθούν και άλλο), δημιουργούν θέματα στη διεθνή χρηματοοικονομική σταθερότητα επιβαρύνοντας αυτούς οι οποίοι έχουν υψηλά χρέη και προκαλώντας ανταγωνιστικό χάσμα με αυτούς που έχουν υψηλότερη αξιολόγηση χρέους με αυτούς που έχουν χαμηλότερη, είτε κράτη είναι (με επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού) είτε επιχειρήσεις.
Η χρηματοοικονομική, όμως, στενότητα, εφόσον συνδυάζεται και με περιορισμό των δημοσιονομικών συνθηκών που μπορεί να εφαρμοστεί στην Ε.Ε. λόγω του νέου δημοσιονομικού πλαισίου, αλλά μπορεί και να είναι αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών στις ΗΠΑ, δημιουργεί ένα μεσομακροπρόθεσμο περιβάλλον που δεν έχει προωθητικό χαρακτήρα. Ετσι, ανοίγει η πόρτα σε μεταρρυθμιστικές πολιτικές βελτίωσης των συνθηκών λειτουργίας της οικονομίας και αύξησης της προσφοράς.
Στο πλαίσιο αυτό, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στο ότι πρόκειται να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα κρατικού Προϋπολογισμού 2,1% του ΑΕΠ και συνολικό έλλειμμα 2,1% του ΑΕΠ. Ενδεχομένως τα μεγέθη αυτά να μεταβληθούν το 2025 και να χρειαστεί να βελτιωθούν, παρόλο που η πολύ καλή εξέλιξη της σχέσης χρέους προς ΑΕΠ αφήνει σημαντικά περιθώρια ελευθερίας στη δημοσιονομική διαχείριση. Είναι χαρακτηριστική η τελευταία μείωση του κόστους δανεισμού του Δημοσίου (3,76%) με αντανάκλαση και στον ιδιωτικό τομέα (τράπεζες, senior δανεισμός με 5,87%, όταν η Deutsche Bank δανείζεται με 10% περίπου!).
Η εξέλιξη της οικονομίας της Κίνας αποτελεί το δεύτερο σημείο προσοχής και ιδιαίτερα ο κατασκευαστικός της κλάδος που εμφανίζει κλασικά συμπτώματα Minsky moment, δηλαδή υπερχρέωση, πτώση αξιών και αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων.
Τέλος, το τρίτο είναι οι γεωστρατηγικές συνθήκες (Ουκρανία, Γάζα), που όμως εξελίσσονται κατά τρόπο που απομακρύνει τους φόβους για μείζονα αναταραχή στην παγκόσμια οικονομία.
Δύο πηγές ανησυχίας που παραμένουν για το 2024: Η μία είναι πάλι το γεωστρατηγικό ζήτημα, με αναφορά όμως στην Ασία (Κίνα vs ΗΠΑ) και βεβαίως στις αμερικανικές εκλογές! Αυτό το τελευταίο παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα, μήπως προκύψουν καταστάσεις που εντέλει αποδυναμώσουν έναν μεγάλο παράγοντα της διεθνούς οικονομίας (ΗΠΑ).
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
3/10/2024