
*Γενικός διευθυντής στο Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια περίοδο εσωτερικών κλυδωνισμών και εξωτερικών τριβών και περιδινήσεων. Ενα από τα -αρκετά- εξωτερικά μέτωπα που καλείται να διαχειριστεί ο Ταγίπ Ερντογάν είναι και αυτό της ανατολικής Μεσογείου. Η Τουρκία θεωρεί ότι απειλείται με αποδυνάμωση των διεκδικήσεών της, μερική απώλεια του ρόλου της ως κεντρικού ενεργειακού κόμβου και με γεωπολιτική περιθωριοποίηση σε μια περιοχή υψηλής αξίας για τα τουρκικά συμφέροντα (βλέπε και απόψεις Νταβούτογλου για τη σημασία της Κύπρου και της ανατολικής Μεσογείου για την Τουρκία). Οι θετικές προοπτικές γεωγραφικής διεύρυνσης και περαιτέρω εμβάθυνσης των τριγωνικών συνεργασιών (Ελλάδα και Κύπρος με Ισραήλ και Αίγυπτο αντίστοιχα, με αυξανόμενο αμερικανικό, αλλά και γαλλικό ενδιαφέρον) ενισχύουν την τουρκική αίσθηση απομόνωσης, ενώ οι νέες ενεργειακές ανακαλύψεις μεγεθύνουν το διακύβευμα, από ενεργειακής και γεωοικονομικής άποψης. Τα ανακαλυφθέντα κοιτάσματα δεν αποτελούν ακόμη κρίσιμη μάζα (game changer), αλλά πολλοί ειδικοί θεωρούν ότι οι προοπτικές είναι μάλλον καλές.
Η Τουρκία θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για να διαταράξει την «κανονικότητα» στην κυπριακή ΑΟΖ. Εχει υιοθετήσει μια απίστευτα μαξιμαλιστική θέση όσον αφορά τις διεκδικήσεις της στην ανατολική Μεσόγειο, ουσιαστικά σβήνοντας από τον χάρτη όχι μόνο το Καστελλόριζο (με τις όποιες γεωγραφικές ιδιαιτερότητες), αλλά και την Κύπρο, την Κρήτη, τη Ρόδο και την Κάρπαθο, όσον αφορά την επήρειά τους στη διεκδίκηση θαλασσίων ζωνών. Δεν θα «ενοχλήσει» αμερικανικών ή γαλλικών συμφερόντων πλοία και δυσκολεύεται να προκαλέσει θερμό επεισόδιο με την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς η τελευταία δεν διαθέτει αεροναυτικές δυνάμεις. Θα προσπαθήσει, όμως, να δημιουργήσει τετελεσμένα μέσω της πραγματοποίησης των δικών της γεωτρήσεων. Και στο παρασκήνιο θα διαπραγματευτεί ανταλλάγματα με διάφορες εμπλεκόμενες πλευρές, και κυρίως με τις ΗΠΑ, με τις οποίες υπάρχουν πολλά και σημαντικά ανοιχτά ζητήματα και διαφορές.
Η Αγκυρα έχει αποστείλει, λοιπόν, πλοίο για την πραγματοποίηση γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ και ενδέχεται να εξετάζει ανάλογες δραστηριότητες σε περιοχές πλησίον του Καστελλόριζου, τις οποίες η Ελλάδα θεωρεί τμήμα της ελληνικής ΑΟΖ. Και ενώ η αντίδραση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι κατ’ ανάγκην διπλωματικής φύσης, οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση δύσκολα θα μπορούσε να αγνοήσει μια τέτοια τουρκική κίνηση. Και η Ελλάδα έχει και άλλους τρόπους αντίδρασης, παρά το γεγονός ότι θα προτιμούσε να αποφύγει την κλιμάκωση.
Ελπίζεται ότι τα εσωτερικά προβλήματα ή οι σύμβουλοι του Τούρκου Προέδρου δεν θα τον παρασύρουν σε μια απόφαση παραβίασης συγκεκριμένων «κόκκινων γραμμών» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις (κάτι που θα αποξένωνε και έναν από τους ελάχιστους εναπομείναντες «υποστηρικτές» της Τουρκίας στην Ε.Ε., αλλά και στο ΝΑΤΟ). Εξάλλου ο Ερντογάν έχει ήδη πολλά ανοιχτά ζητήματα συμπεριλαμβανομένου και του πολιτικού «αυτογκόλ» με την επανάληψη των δημοτικών εκλογών στην Κωνσταντινούπολη και της σοβαρής οικονομικής κρίσης, για τη διαχείριση της οποίας θα χρειαστεί σχετικά σύντομα να ζητήσει εξωτερική βοήθεια. Επιπλέον, η είσοδος στην τουριστική περίοδο αποτελεί κατά κανόνα αποτρεπτικό παράγοντα, ενώ αναμένεται η έναρξη νέων πολεμικών επιχειρήσεων εναντίον των Κούρδων στη Συρία. Από την άλλη πλευρά, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι η Τουρκία εκμεταλλεύεται περιόδους πολιτικής μετάβασης και προσωρινών κενών εξουσίας στην Ελλάδα για να προωθήσει τις θέσεις της στα διμερή θέματα και να ανατρέψει τη σημερινή δυσμενή για την Τουρκία κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο.
Ο δε συνδυασμός εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων, η προσπάθεια προσέλκυσης ψηφοφόρων από τον εθνικιστικό χώρο, ο συνδυασμός φιλοδοξίας και ανασφάλειας που φαίνεται να χαρακτηρίζει τον Ερντογάν και η καλλιέργεια ενός κλίματος συνωμοσιολογικών εξηγήσεων για τα προβλήματα της χώρας αποτελεί ένα εύφλεκτο μείγμα και προκαλεί ανησυχίες για ενδεχόμενη εξαγωγή της κρίσης.
Οι επόμενοι μήνες θα απαιτήσουν, λοιπόν, αυξημένη επαγρύπνηση από ελληνικής πλευράς. Βραχυπρόθεσμα θα απαιτηθούν η αξιοποίηση υφισταμένων διαύλων επικοινωνίας, η αποτελεσματική λειτουργία του εθνικού μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων, η ετοιμασία για διαχείριση αυξημένων προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών και η διερεύνηση προθέσεων για πραγματοποίηση μεγάλης αεροναυτικής άσκησης στο νότιο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ. Η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε, επίσης, να προτείνει ευθέως στην Τουρκία την υπογραφή συνυποσχετικού για άμεση προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο (χωρίς, ωστόσο, να αναμένεται θετική απάντηση). Επίσης, η Ελλάδα θα πρέπει να έχει ενεργό συμμετοχή στη διαμόρφωση της εταιρικής σχέσης Ε.Ε.-Τουρκίας.
Μεσο-μακροπρόθεσμα, θα χρειαστεί μια στρατηγική με κεντρικούς στόχους τη διατήρηση επαρκούς αποτρεπτικής ικανότητας, τη συγκέντρωση διπλωματικού κεφαλαίου και τη βέλτιστη προετοιμασία για μια διπλωματική διευθέτηση -μέσω προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο- σε χρόνο και με τρόπο που θα κατοχυρώνουν τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα.
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
28/9/2023