Quantcast

Tο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και οι προτεραιότητες

γράφει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας*

*Πρόεδρος του ΚΕΠΕ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

Στο επίκεντρο της έκθεσης Πισσαρίδη και του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης είναι η αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Εδώ και δεκαετίες, διάφορες στρεβλώσεις κρατούν τα μεγέθη αυτά σε σημαντική απόσταση από τα αντίστοιχα των πλέον προηγμένων χωρών της Ευρώπης και παγκοσμίως, ενώ οδηγούν τη χώρα σε απόκλιση από τις οικονομίες των κρατών-μελών της ευρωζώνης. Η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας έχει επηρεαστεί αρνητικά από τη μείωση των επενδύσεων, τις χαμηλές επιδόσεις στην ανάπτυξη δεξιοτήτων και στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, καθώς και από τη σχετικά υψηλή συνεισφορά στο ΑΕΠ κλάδων χαμηλής παραγωγικότητας. Η πανδημία συμβάλλει ακόμη περισσότερο στη μείωση των επενδύσεων, στην αύξηση της ανεργίας και στην επιδείνωση του ισοζυγίου του Προϋπολογισμού, του δημόσιου χρέους και των διασυνδέσεων στο διεθνές εμπόριο.

Ωστόσο, οι επείγουσες συνθήκες που δημιουργούνται με τον κορωνοϊό προσφέρουν και ευκαιρίες για τον ανασχεδιασμό της αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας, προσελκύοντας και (ανα)κατανέμοντας πόρους σε πιο αποδοτικούς τομείς, βελτιώνοντας το ανθρώπινο και το φυσικό κεφάλαιο ως προς τον βαθμό έντασης και διαφοροποίησης, αξιοποιώντας τις τεχνολογικές καινοτομίες και αυξάνοντας την ανθεκτικότητα σε παγκόσμιας κλίμακας (υγειονομικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές) απειλές. Οσον αφορά τη συνολική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, η επίδοσή της παραμένει αρκετά χαμηλή, σύμφωνα με διάφορους δείκτες.

Σε εθνικό επίπεδο, ορισμένοι από τους δείκτες που επιδέχονται σημαντική βελτίωση είναι αυτοί που αναφέρονται στα συστήματα απονομής δικαιοσύνης, διαχείρισης γης και διαχείρισης του δημόσιου τομέα, τόσο στο κεντρικό επίπεδο όσο και στα τοπικά επίπεδα διακυβέρνησης. Ιδιαίτερα σε σχέση με την κλαδική διάσταση της ανταγωνιστικότητας, παρουσιάζονται προτάσεις για τη βελτίωση των επιδόσεων της ελληνικής βιομηχανίας, μέσω της μείωσης του ενεργειακού και του μεταφορικού κόστους, για παράδειγμα, με την υιοθέτηση ενεργειακά αποδοτικών τεχνολογιών και αποτελεσματικών πρακτικών εφοδιαστικής μέριμνας, της διευκόλυνσης πρόσβασης σε πηγές χρηματοδότησης και της μείωσης του κόστους δανεισμού, των επενδύσεων σε ανθρώπινους πόρους, κεφαλαιουχικά αγαθά, έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και της αύξησης του μεριδίου της παραγωγής και των εξαγωγών σε υψηλής τεχνολογίας προϊόντα.

Επιπρόσθετα, στην έκθεση Πισσαρίδη εξετάζονται δύο βασικές θεματικές προτεραιότητες για την ενίσχυση της παραγωγικότητας με οριζόντιες επιδράσεις στην ελληνική οικονομία.

Πρώτον, η ανάπτυξη, αξιοποίηση και σύζευξη δεξιοτήτων που παρουσιάζουν σχετικά χαμηλές επιδόσεις στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. Προτείνονται ολιστικές παρεμβάσεις πολιτικής και μεταρρυθμίσεις που αφορούν όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης και όλες τις μορφές μάθησης, έτσι ώστε να προαχθεί η σύνδεση μεταξύ των δεξιοτήτων που προσφέρονται και αυτών που απαιτούνται από τις επιχειρήσεις.

Δεύτερον, η υιοθέτηση και χρήση νέων τεχνολογιών από τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες υστερούν σε σχέση με άλλες χώρες της Ε.Ε. σε διάφορους δείκτες που αφορούν τις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών. Προτείνονται δημόσιες πολιτικές για την προαγωγή του ανθρώπινου κεφαλαίου και της τεχνολογικής υποδομής και προγράμματα ευέλικτης κατάρτισης, εξ αποστάσεως μάθησης και κινητικότητας για το προσωπικό των επιχειρήσεων σε θέματα νέων τεχνολογιών με σκοπό την αντιμετώπιση προβλημάτων στο ηλεκτρονικό επιχειρείν και στο ηλεκτρονικό εμπόριο, καθώς και τον περιορισμό του ψηφιακού χάσματος.