Το λιμάνι του Hull στη Βρετανία απέχει από το Ηράκλειο της Κρήτης περίπου 2.500 ναυτικά μίλια. Αυτή την απόσταση θα πρέπει να διανύσει το ερευνητικό πλοίο «Ievoli Relume» που διεξάγει τις έρευνες για την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης – Κύπρου. Ακόμα και αν ταξίδευε με τη μέγιστη ταχύτητα των 13 κόμβων, θα χρειαζόταν οκτώ ημέρες για να ελλιμενιστεί στα καταγάλανα κρητικά νερά. Το «NG Worker», που βρίσκεται πιο κοντά, στη Μεσίνα της Ιταλίας, είναι απλώς ένα πλοίο υποστήριξης.

Ούτως ή άλλως, ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, δεν έδειξε να βιάζεται: «Η έρευνα και η πόντιση θα επανεκκινήσουν στον κατάλληλο χρόνο. Δεν είχε υπάρξει εξάλλου οποιαδήποτε δεσμευτική ημερομηνία για αυτό. Θα προχωρήσουμε όπως πρέπει και κατά τον χρόνο που προσήκει», είπε την περασμένη Πέμπτη.

Η δήλωσή του αυτή σηματοδότησε μια ακόμη μικρή υπαναχώρηση σε σχέση με αυτά που έλεγε μόλις μία ημέρα πριν: «Πρόθεση της Ελλάδας και της Κύπρου είναι να συνεχιστούν κανονικά η έρευνα και η πόντιση του καλωδίου». Και μια ακόμη μεγαλύτερη, σε σχέση με όσα ανέφερε στις 23 Φεβρουαρίου, οκτώ εβδομάδες πριν: «Θεωρώ πως η Τουρκία δεν θα φέρει αντιρρήσεις και θα έχουμε κατανόηση, ώστε να προχωρήσει το έργο αυτό».

Η κυβερνητική βεβαιότητα, που συνοδεύτηκε στο ενδιάμεσο και από πολλές διαρροές για τον «κρίσιμο Απρίλη» του καλωδίου, προφανώς δεν επιβεβαιώθηκε. Πυροδότησε, όμως, αντιδράσεις από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, ορισμένες εκ των οποίων ήταν εξαιρετικά προκλητικές: «Δεν είναι δυνατόν να προωθούνται με επιμονή έργα στην ανατολική Μεσόγειο… χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η παρουσία της Τουρκίας στην περιοχή και χωρίς τη συγκατάθεση της χώρας μας», ήταν η διαρροή του τουρκικού υπουργείου Αμυνας.

Η περιοχή των ερευνών νοτίως και ανατολικά της Κάσου βρίσκεται εντός της οριοθετημένης ΑΟΖ μας με την Αίγυπτο, αποτελεί δηλαδή περιοχή ελληνικής δικαιοδοσίας και με τη βούλα. Η Τουρκία αμφισβητεί ευθέως την ισχύ αυτής της οριοθέτησης και επικαλείται ότι η συγκεκριμένη περιοχή εμπίπτει στη δική της δικαιοδοσία, με βάση το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Η Αθήνα από αυτές τις αντιδράσεις, αλλά και από τις συζητήσεις του Γ. Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν, αντιλαμβάνεται πως μια NAVTEX για την επιστροφή των ερευνητικών πλοίων στο πεδίο θα πυροδοτούσε έναν νέο γύρο μεγάλης έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και από τη μία η στάση της είναι κατανοητή. Κανείς δεν ρισκάρει σε μια περίοδο διεθνούς αναταραχής, που όλος ο πλανήτης ασχολείται με τα καμώματα του Τραμπ, να προσθέσει ένα επιπλέον πεδίο αστάθειας στη γειτονιά μας. Από την άλλη, όμως, οι συνεχείς καθυστερήσεις, η πιθανή αύξηση του κόστους και τα διαρκή πήγαινε-έλα των πλοίων δεν αποτελούν στέρεα εχέγγυα για το μέλλον του έργου. Και αυτό είναι προβληματικό.

Θα μπορούσε να πει κανείς πως τώρα πληρώνουμε τον λογαριασμό για τη χαλαρότητα με την οποία αντιμετωπίσαμε το τουρκολιβυκό μνημόνιο από το 2019 έως σήμερα. Το βαφτίσαμε «έωλο», «ανυπόστατο» και «παράνομο», πήραμε και μια δήλωση της Ε.Ε. στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής και νομίσαμε ότι, έτσι εύκολα, ξεμπερδέψαμε. Ωστόσο, μια πενταετία θα ήταν αρκετός χρόνος για να εκδικαστεί στη Χάγη μια προσφυγή της Ελλάδας, είτε μονομερώς με προδικαστικό ερώτημα σε σχέση με την εγκυρότητά του είτε κατά της Λιβύης, που αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Και δεν θα ήταν εύκολο για την Τουρκία να το επικαλείται, ακόμα και αν δεν αποδεχόταν την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου.

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση θα ζυγίσει την κατάσταση και θα πάρει πιθανόν και τις οριστικές της αποφάσεις σε μια ειδική συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, τη Μεγάλη Τετάρτη. Και εκεί θα βάλει στη ζυγαριά το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου και μια πολύ πιθανή επιστροφή σε μια περίοδο έντασης στο Αιγαίο. Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, το έργο δεν είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας, αφού το δικό μας δίκτυο είναι διασυνδεδεμένο με εκείνο της Ε.Ε. Ούτε η Κύπρος, που θεωρητικά θα επωφεληθεί, καίγεται για να γίνει. Τα συμφέροντα των εταιρειών ενέργειας στη Λευκωσία το πολέμησαν εξαρχής, γιατί θα ρίξει τις τιμές του ρεύματος από τα 33 σεντς την κιλοβατώρα (!) που πληρώνουν σήμερα οι Κύπριοι πολίτες. Το θέμα δεν είναι, όμως, πλέον ποιος θέλει το καλώδιο, αλλά τι συμβολισμό έχει αποκτήσει το έργο.

Στη συνεδρίαση της Μεγάλης Τετάρτης ο πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί Γιώργος Γεραπετρίτης, Νίκος Δένδιας, Σταύρος Παπασταύρου αναμφίβολα θα τα λάβουν όλα υπ’ όψιν τους. Και σίγουρα θα μετρήσουν και τις συνέπειες, αν για οποιονδήποτε λόγο το έργο ναυαγήσει. Οι Τούρκοι θα θεωρήσουν ότι επέβαλαν εμπράκτως στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο το τουρκολιβυκό μνημόνιο και ότι ακύρωσαν την οριοθέτηση της Ελλάδας με την Αίγυπτο. Αυτό θα τους ανοίξει την όρεξη. Και ας μην ξεχνάμε ότι εντός της περιοχής που ορίζει το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο βρίσκονται το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Αιγύπτου, αλλά και τα οικόπεδα για τα οποία εκδήλωσε ενδιαφέρον η Chevron.