
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρέσκεται στους αιφνιδιασμούς, γι’ αυτό ας μη σπεύσουμε να αποχαιρετήσουμε πρόωρα την Κατερίνα Σακελλαροπούλου από την Ηρώδου του Αττικού. Ο ίδιος δεν έχει άλλωστε κανένα ουσιαστικό λόγο να την αλλάξει. Και για να λέμε την αλήθεια, ουδέποτε το Μαξίμου άφησε να εννοηθεί ότι υπήρξαν ενστάσεις ή υποψία διαφωνίας για τον τρόπο με τον οποίο η Πρόεδρος ασκεί τα καθήκοντά της. Η ευρεία πεποίθηση ότι θα αντικατασταθεί οφείλεται στην γκρίνια μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ. αλλά και στην ψυχρότητα που δείχνουν απέναντί της τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αυτή ακριβώς η περιρρέουσα ατμόσφαιρα καθιστά μια δεύτερη θητεία της μεγάλη έκπληξη. Ομως στο μυαλό του πρωθυπουργού δεν είναι κανείς και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θρέφεται από ανατροπές που επιβεβαιώνουν την ισχύ του. Επειδή είναι πραγματιστής, θα ανακοινώσει τις αποφάσεις του, έχοντας προσμετρήσει τη συγκυρία έως τα μέσα Ιανουαρίου και τις πρώτες δημοσκοπήσεις της νέας χρονιάς. Οσο πιο ισχυρή εμφανίζεται η κυβέρνηση, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η ροπή προς μια ανατρεπτική επιλογή. Προς επίρρωσιν τούτου, ας θυμηθούμε τι έχει προηγηθεί: Τις ημέρες που ο πρωθυπουργός στάθμιζε οφέλη και ζημιές από τη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά, το όνομα του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα δέσποζε στη λίστα των υποψηφίων για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ως αντιστάθμισμα πιθανών απωλειών προς τα δεξιά. Οταν το εσωκομματικό τοπίο ισορρόπησε, φάνηκε αρκετά πιθανή μια υποψηφιότητα, όπως αυτή της Λίνας Μενδώνη, που συνδυάζει υπουργική θητεία πέντε ετών (στοιχείο που δεν μπορεί να αγνοηθεί από τους βουλευτές της Ν.Δ.), αλλά και ένα «πράσινο» παρελθόν που θα δυσκόλευε μια άρνηση Ανδρουλάκη. Υστερα από την ψήφιση του Προϋπολογισμού, οπότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεώρησε ότι ανέκτησε την κυριαρχία, επανήλθε με αξιώσεις στο προσκήνιο το όνομα του Ευάγγελου Βενιζέλου που περίπου είχε αποκλειστεί τον περασμένο μήνα. Εως τα μέσα Ιανουαρίου στο προεδρικό ρόλερ κόστερ θα λάμψουν και θα εξαφανιστούν πολλά ονόματα. Η προεδρολογία πήρε φωτιά.
Ακόμη και στην περίπτωση πάντως που η Κατερίνα Σακελλαροπούλου παραδώσει τα κλειδιά του Προεδρικού Μεγάρου, η ιστορία θα σταθεί γενναιόδωρη μαζί της. Είναι η πρώτη γυναίκα που έγινε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώ υπήρξε και η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Δεν είναι λίγο, ούτε ασήμαντο αυτό που έχει πετύχει.
Η θητεία της ήταν μάλλον άνευρη, αν τη συγκρίνει κανείς με προκατόχους της, όπως τον Κωστή Στεφανόπουλο, τον Προκόπη Παυλόπουλο, τον Κάρολο Παπούλια. Δεν είχε να διαχειριστεί δραματικά γεγονότα που απαιτούσαν σημαντικές παρεμβάσεις, ενώ και η ίδια, ίσως και λόγω χαρακτήρα, δεν έγινε ποτέ η λαοφιλής Πρόεδρος που συγκινεί τα πλήθη. Απέκτησε όμως υποστηρικτές σε ακαδημαϊκούς, πανεπιστημιακούς και δημοσιογραφικούς κύκλους, που διά της αρθρογραφίας τους προτρέπουν τον πρωθυπουργό να μην την αντικαταστήσει. Εσχάτως, σε αυτές τις φωνές αθροίζονται και ιστορικά στελέχη της Ν.Δ., όπως η Ντόρα Μπακογιάννη και ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης.
Απέναντι ωστόσο εξακολουθούν να βρίσκονται αρκετοί βουλευτές της λαϊκής Δεξιάς που της καταλογίζουν ότι, με την παρουσία της σε αθηναϊκό wine bar μετά την ψήφιση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, πήρε θέση σε ένα θέμα που πόλωσε την κοινωνία. Παραβλέπουν βεβαίως ότι δεν επρόκειτο για ζήτημα πολιτειακό ή πολιτικό, όπου ο εκάστοτε Πρόεδρος είθισται να μένει μακριά από κομματικούς καυγάδες. Ηταν ένα θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η Κατερίνα Σακελλαροπούλου ξεκίνησε τη θητεία της επιδεικνύοντας στο γραφείο της την κούπα με τη φωτογραφία της Αμερικανίδας δικαστή Ρουθ Γκίνσμπεργκ, που είναι παγκόσμιο σύμβολο στη μάχη για τα δικαιώματα. Δεν άλλαξε λοιπόν η κυρία Σακελλαροπούλου. Αυτή ήταν και πριν.
Το εντυπωσιακό είναι ότι η Πρόεδρος αντιμετωπίζεται αρνητικά και από τους «προοδευτικούς» του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς ή και του Κινήματος του Στέφανου Κασσελάκη. Τους ενόχλησε η φράση της «ότι η Δικαιοσύνη δεν απονέμεται με βάση το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους». Την κατηγόρησαν για τις φωτογραφίες μπροστά στο τείχος του Εβρου, για την ακύρωση της βράβευσης του Ιάσωνα Αποστολόπουλου, για την ουδέτερη στάση της στις υποκλοπές. Λες και ο εκάστοτε Πρόεδρος μπορεί να ρίξει την κυβέρνηση.
Η σύμπνοια της λαϊκής Δεξιάς και της Αριστεράς στο θέμα της κυρίας Σακελλαροπούλου μειώνει τις πιθανότητές της. Και ίσως δεν θα μας λείψει κιόλας. Ωστόσο, ακόμα και αν δεν προταθεί εκ νέου θα τη θυμόμαστε ως την γυναίκα Πρόεδρο που τήρησε στο ακέραιο τα επίσημα καθήκοντά της, αποφεύγοντας τις ενοχλητικές μεγαλοστομίες, ενώ προσπάθησε να φέρει την Προεδρία πιο κοντά στους πολίτες, ανοίγοντας τις πόρτες του Μεγάρου κάθε Κυριακή. Και, επιπλέον, θα τη θυμόμαστε για την απλότητά της. Πέρα από τα όσα επιβάλλει το πρωτόκολλο στις επίσημες περιστάσεις, στην καθημερινή της παρουσία δεν φλέρταρε με τους κοσμικούς κύκλους, δεν υπέκυψε στους πειρασμούς της δημοσιότητας, δεν άλλαξε απόψεις και αποχρώσεις. Και αυτά δεν είναι λίγα.