Quantcast

Πολιτικό DNA

Στις εκλογές του 2019, η Ν.Δ. άγγιξε το 40% (39,85%). Στις κάλπες της 21ης Μαΐου ξεπέρασε αυτό το ορόσημο, για πρώτη φορά ύστερα από 16 χρόνια. Το κόμμα που ίδρυσε το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανέκτησε πλήρως την ισχύ του.

Το πολιτικό σύστημα που είχε δημιουργηθεί στη μεταπολίτευση βασιζόταν σε δύο πυλώνες. Τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Και ίσως πιο εντυπωσιακή και από την ανάκαμψη της Ν.Δ. στις εκλογές της 21ης Μαΐου να είναι η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ σε διψήφιο ποσοστό (11,45%), για πρώτη φορά από τον Ιούνιο του 2012. Για μια γεμάτη δεκαετία το άλλοτε κραταιό κόμμα της Κεντροαριστεράς πάλευε απλώς για να κρατηθεί στη Βουλή. Οι πολίτες τού είχαν γυρίσει την πλάτη, το είχαν ξεγράψει ακόμα και τα στελέχη του, ενώ η κατάρρευσή του είχε γίνει αντικείμενο μελέτης διεθνώς. Είχε δημιουργηθεί ακόμα και ειδικός όρος για να περιγράψει την κατάστασή του. Το γνωστό Pasokification.

Η βελτίωση του ΠΑΣΟΚ, σε συνδυασμό με τη σημαντική υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργεί χώρο για περαιτέρω ανάκαμψη και προκαλεί αισιοδοξία στη Χαριλάου Τρικούπη. Αλλωστε, εξαρχής βάδιζαν βάσει σχεδίου. Τα στελέχη είχαν προαποφασίσει, πολύ πριν από τις κάλπες της 21ης Μαΐου, ότι θα απέφευγαν πάση θυσία τον σκόπελο της συγκυβέρνησης αν η Ν.Δ. ήταν πρώτη και από τα έδρανα της αντιπολίτευσης θα επιχειρούσαν να πλαγιοκοπήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν περίμεναν, βεβαίως, η Ν.Δ. να φτάσει το 40%, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ το 20%. Το αποτέλεσμα διευκόλυνε ακόμη περισσότερο τα πλάνα τους. «Και αν δεν είμαστε δεύτεροι στις 25 Ιουνίου, θα είμαστε έως τις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου. Ή έως τις ευρωεκλογές του ’24», είναι η κυρίαρχη συζήτηση. Η τακτική τους φάνηκε περίτρανα και στη συνέντευξη του Νίκου Ανδρουλάκη στον ΑΝΤ1 και στον Νίκο Χατζηνικολάου, το βράδυ της Πέμπτης. Είπε για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά «όχι» σε συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ., αφήνοντας κάθε πρόσχημα περί του προσώπου του πρωθυπουργού στην άκρη.

Στο ΠΑΣΟΚ οραματίζονται την ολική επαναφορά τους και την παλινόρθωση του πολιτικού συστήματος της Μεταπολίτευσης. Αυτού που κατέρρευσε το 2012 από την ξέφρενη πορεία του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα, το άστρο του οποίου έλαμπε και έξω από τον πλανήτη Γη.

Τα μνημόνια δημιούργησαν επαναστατικές συνθήκες στη χώρα και μια από τις άμεσες επιπτώσεις τους ήταν και η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ καβάλησε το κύμα και εκτοξεύτηκε από το 4% στο 26% και στο 36,5% το 2015. Ολοι, και κυρίως η ίδια η ηγεσία και τα στελέχη του, πίστεψαν ότι θα υποκαταστήσει το ΠΑΣΟΚ στον ρόλο του ηγεμονικού κόμματος της Κεντροαριστεράς. Επαναπαύθηκαν σε αυτό.

Η διάθεση για «αντάρτικο» υποχώρησε, όμως, ήδη από την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και ο κόσμος που ήθελε ανατροπή το 2015 ιεράρχησε ως προτεραιότητα σταδιακά την ηρεμία και τη σταθερότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε εκλογή έχανε δυνάμεις. Και αντί να ανασυγκροτηθεί και να προσπαθήσει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, επέστρεψε στη ρητορική του 2012-15, υιοθετώντας ακόμα και την πιο περιθωριακή διαμαρτυρία, όπως αυτές των αντιεμβολιαστών. Είχε μια κάθετη άρνηση για οτιδήποτε γινόταν στη χώρα και παρουσίασε ως προεκλογικό χαρτί το 2023 το πρόγραμμα του 2015, διανθισμένο με ολίγη από συνθήματα της δεκαετίας του ’80\. Οι πολίτες τού γύρισαν μαζικά την πλάτη.

Για την κατάρρευση της προηγούμενης Κυριακής, αντίστοιχης με εκείνες της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ το 2012, έχουν δοθεί κάποιες ερμηνείες από τα στελέχη του: Την αποδίδουν σε κακή προεκλογική εκστρατεία και στόχευση, σωρεία λαθών και έλλειψη προοπτικής σχηματισμού κυβέρνησης λόγω απλής αναλογικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όλα έπαιξαν τον ρόλο τους. Ωστόσο, το μέγεθος της πανωλεθρίας είναι τέτοιο που να επιτρέπει το ερώτημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κάνει τη στροφή ή αν πλέον εξάντλησε τον ιστορικό του ρόλο.

Για την Κουμουνδούρου είναι υπαρξιακό ζήτημα να μπορέσει να ανακόψει την πτώση, να βελτιώσει έστω και λίγο τα ποσοστά της στις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Και ύστερα, για να έχει ελπίδες να ανακάμψει, θα πρέπει να κάνει μια βίαιη προσαρμογή σε αυτά που ζητούν οι πολίτες από ένα σύγχρονο κόμμα της Κεντροαριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας. Το δεύτερο ερώτημα είναι βεβαίως αν ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική ομάδα είναι σε θέση να κάνουν κάτι τέτοιο. Για το ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του αυτό είναι απείρως πιο εύκολο. Είναι το πολιτικό τους DNΑ.