Η ιστορία έχει διδάξει ότι δεν είναι ασυνήθιστο για ένα κόμμα, ύστερα από μια συντριπτική εκλογική ήττα, να βιώνει μια έντονα τραυματική περίοδο εσωκομματικών αναταράξεων, ακόμη και με εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Πάντα, όμως, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης παίρνει το πάνω χέρι, τα στελέχη συμβιβάζονται με τη νέα κατάσταση και επανέρχεται η ηρεμία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι από άλλο ανέκδοτο, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Στην Κουμουνδούρου παρακολουθούμε εναλλάξ κωμωδία και τραγωδία για πάνω από έναν χρόνο. Κάθε ευκαιρία για ανάπαυλα, ανακωχή και νέο ξεκίνημα έρχεται και παρέρχεται με συνοπτικές διαδικασίες. Αντί να εκτονώνονται, οι αντιπαραθέσεις γίνονται πιο άγριες και ελπίδα ότι αυτή η πορεία μπορεί να αναστραφεί δεν φαίνεται πουθενά. Η αξιωματική αντιπολίτευση τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς τον τοίχο, ίσως να είναι το πρώτο πολιτικό κόμμα στην παγκόσμια ιστορία (σίγουρα στην ελληνική) που πάσχει τόσο έντονα από αυτοκτονικό ιδεασμό.

Πώς αυτοκαταστρέφεται ένα πολιτικό κόμμα; Εύκολα, όπως δείχνει το τελευταίο διάστημα. Αρκούν μερικά τερτίπια, κάποια (άνευ λόγου) υπερεκτιμημένα ego και ένας καβγάς για μια κομματική σφραγίδα, η οποία βεβαίως σιγά-σιγά δεν έχει πλέον και καμία αξία. Αν το σκεφτείτε, από τις ευρωεκλογές και μετά ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοακυρώνεται, «γκριζάρει» το κυβερνητικό παρελθόν του και υποθηκεύει την όποια πιθανότητα επανάκαμψης στο προσκήνιο. Ποιος θα εμπιστευτεί ξανά ένα κόμμα που ο πρώην πρωθυπουργός καταγγέλλεται εκ των έσω για μαύρα ταμεία και ο πρώην αρχηγός για θολό πόθεν έσχες;

Και να ήταν μόνο αυτό, μικρό το κακό. Λόγια είναι και ξεχνιούνται. Εδώ δεν έχει μείνει στέλεχος που να έχει κρατήσει μια σοβαρότητα και μια υπόσταση για να μαζέψει ό,τι συντρίμμια απομείνουν. Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να οραματίζεται ότι κάποια στιγμή θα εμφανιστεί ως από μηχανής θεός να σταματήσει την κατρακύλα, αλλά τίποτα τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Είναι μέρος του προβλήματος, αν δεν είναι το ίδιο το πρόβλημα, καθώς όλοι οι πρωταγωνιστές του συριζαϊκού δράματος δικό του δημιούργημα είναι. Μηδενός εξαιρουμένου.

Η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και λογική. Ο έκπτωτος πρόεδρος στέλνει εξώδικα και δεν τα παίρνει πίσω, όπως είπε τα μεσάνυχτα της Πέμπτης στον Νίκο Χατζηνικολάου, στον ANT1. Oι εσωκομματικοί αντίπαλοί του βασανίζονται δύο μήνες πώς θα τον διαγράψουν ή έστω θα τον αποκλείσουν από τις εκλογές και πηγαίνουν όλο μπρος-πίσω, σαν τα βήματα του Εστερναχ. Ακόμη και οι κάποτε νηφάλιοι και μετριοπαθείς έχουν αίφνης μεταλλαχθεί. Ο Κώστας Ζαχαριάδης θέλει να διώξει «με τις κλοτσιές» (!) τον Ευάγγελο Αντώναρο «που ήρθε στα 60 του στο κόμμα», είπε σε ένα κρεσέντο (και) ηλικιακού ρατσισμού. Ο Πέτρος Παππάς, φέρελπις βουλευτής από το Κιλκίς, κάλεσε την Παρασκευή τους ψηφοφόρους Κασσελάκη να πάρουν στα χέρια τους την Κεντρική Επιτροπή, υπαινισσόμενος προφανώς αντισυγκεντρώσεις έξω από το κορυφαίο κομματικό όργανο. Η διαμάχη ανάμεσα στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα δεν έχει πια πολιτικά χαρακτηριστικά, έχει εκφυλιστεί σε προσωπική βεντέτα με κλακαδόρους, υπόγεια sms, τρολς που συμπεριφέρονται σαν θεσμικοί παράγοντες και δύσμοιρους «κοψοχέρηδες» ψηφοφόρους που συνειδοποιούν ποιοι κυβερνούσαν τη χώρα στις πιο κρίσιμες στιγμές της.

Από τις αρχές Σεπτεμβρίου ο εσωκομματικός εμφύλιος στον ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνεται χωρίς ανάπαυλα στα ΜΜΕ. Στις δημοσκοπήσεις η αξιωματική αντιπολίτευση έχει καταρρεύσει στο 7%. Πολλοί αναλυτές θέτουν, σωστά, το ερώτημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα φτάσει έως τις εσωκομματικές εκλογές ή το Συνέδριο, για το οποίο και οι δύο πλευρές δείχνουν να προγραμματίζουν αγριότητες. Ωστόσο, πλέον είναι μάλλον όλα αυτά περιττά. Δεν έχει μείνει τίποτα όρθιο. Οποια και αν είναι η συνέχεια, αυτή η εσωκομματική διελκυστίνδα λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός. Εριξε άπλετο φως σε πρόσωπα, χαρακτήρες, ανύπαρκτες ιδεολογίες, σε σακάκια αδειανά, που λέει και η Θεοδώρα Τζάκρη. Τα στελέχη επανασυστήθηκαν και αυτή η νέα γνωριμία ήταν για πολλούς τραυματική.