Quantcast

Ραντεβού στα τυφλά

Ο Νίκος Ανδρουλάκης επανέλαβε την Τετάρτη (στον Απόστολο Μαγγηριάδη και στην ΕΡΤ) όλα όσα έχει πει κατά καιρούς για τις μετεκλογικές συνεργασίες. «Ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» και «δώστε μου διψήφιο ποσοστό για να μπω στην κυβέρνηση». Το νέο ήταν ότι προχώρησε σε διευκρινίσεις σε σχέση με το πολιτικό πρόσωπο που, όπως είπε, θα πρέπει να ηγείται ενός τέτοιου σχήματος: θα είναι πολιτικός που θα προέρχεται ή θα έχει ιδεολογικές συγγένειες με το κόμμα που θα επικρατήσει στις εκλογές.

Θα είναι σαν ραντεβού στα τυφλά, δηλαδή. Πρώτα θα ψηφίσουμε και μετά θα μάθουμε ποιος θα μας κυβερνήσει. Σας ακούγεται τραβηγμένο και εκτός πραγματικότητας; Είναι. Αλλά όσα λέει ο Ν. Ανδρουλάκης για το θέμα αυτό έχουν τη δική τους εσωτερική λογική και βασίζονται στο «απελθέτω παρ’ εμού το ποτήριον τούτο». Δεν θέλει να συνεργαστεί, δεν θέλει να συγκυβερνήσει και για να το πετύχει θα εφευρίσκει τα πιο απίθανα εμπόδια σε όσους τον βολιδοσκοπούν ως κυβερνητικό εταίρο.

Ιστορικά στην Ελλάδα δεν υπάρχει παράδειγμα συμμαχικής κυβέρνησης όπως την οραματίζεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Στις κυβερνήσεις του 2012 και του 2015 πρωθυπουργοί έγιναν οι αρχηγοί των μεγαλύτερων κομμάτων, δηλαδή ο Αντώνης Σαμαράς και ο Αλέξης Τσίπρας. Η συγκυβέρνηση του 1989, όπου έγινε πρωθυπουργός ο Τζανής Τζανετάκης, ήταν ειδικού σκοπού και περιορισμένης διάρκειας. Οι άλλες δύο (Ζολώτα και Παπαδήμου) ήταν οικουμενικές με συγκεκριμένο αντικείμενο και μικρή αποτελεσματικότητα.

Το «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας», ο εξοβελισμός δηλαδή του αρχηγού του μεγαλύτερου κόμματος σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, δεν είναι μόνο εντελώς έξω από τις δικές μας προσωπομετρικές πολιτικές συνήθειες. Θεωρείται εκτός τόπου και χρόνου και σε χώρες με ισχυρά ανεπτυγμένη και μακρόχρονη κουλτούρα κυβερνήσεων συνεργασιών. Οι Γερμανοί, για παράδειγμα, που έχουν να δουν μονοκομματική κυβέρνηση από το 1952, έχουν προχωρήσει θεσμικά στην επιλογή υποψήφιου καγκελαρίου πριν από τις εκλογές. Θεωρείται, δε, αυτονόητο ότι ο υποψήφιος καγκελάριος του μεγαλύτερου κόμματος ενός συνασπισμού σχηματίζει κυβέρνηση.

Μέχρι τώρα, η μόνη πρωτοβουλία του Ν. Ανδρουλάκη που είχε νόημα σε σχέση με τις μετεκλογικές πολιτικές συνεργασίες είναι ότι παρουσίασε δέκα σημεία ως προγραμματική βάση. Ευχολόγιο μεν και ανεπαρκή για να χτιστεί πάνω τους μια κυβέρνηση συνεργασίας, ωστόσο ήταν μια κίνηση σοβαρή, στην κατεύθυνση της ουσιαστικής αναζήτησης συμμαχιών. Δεν το άντεξε για πολύ. Με το «δώστε μου 12% για να συζητήσω» και το «δεν θέλω Τσίπρα ή Μητσοτάκη» την τίναξε στον αέρα.

Για να είμαστε, βέβαια, ειλικρινείς είναι ο μόνος που τορπιλίζει τις συνεργασίες; Οχι. Ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ούτε ο Αλέξης Τσίπρας βγάζουν προς τα έξω κουλτούρα πολιτικής συμπόρευσης. Ο πρωθυπουργός έχει ξεκαθαρίσει άλλωστε ότι θα μας πάει σε δεύτερες εκλογές για να πετύχει την αυτοδυναμία και μόνο αν δεν πιάσει τον στόχο θα ανταλλάξει -με πολύ βαριά καρδιά- μια ψήφο εμπιστοσύνης με μερικά υπουργεία.

Ο Αλέξης Τσίπρας πάλι μπορεί να ομνύει στην απλή αναλογική και να επαναλαμβάνει μονότονα τα περί «προοδευτικής διακυβέρνησης», δεν έχει κάνει όμως την παραμικρή κίνηση για να διερευνήσει τις προθέσεις και τις απαιτήσεις των δυνάμει εταίρων του, ακόμα και όταν αυτοί έκαναν το πρώτο βήμα: το αίτημα του Γιάνη Βαρουφάκη για προγραμματική συμφωνία πριν από τις εκλογές έπεσε στο κενό. Στον ΣΥΡΙΖΑ έκαναν ότι δεν το άκουσαν γιατί και αυτοί είναι της λογικής «να του δώσω ένα υπουργείο, να μου δώσει ψήφο εμπιστοσύνης». Ετσι το έκαναν άλλωστε με τον Καμμένο και δούλεψε μια χαρά έως τις Πρέσπες, γιατί να το αλλάξουν; Ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε μάλιστα να απαξιώσει και την προσπάθεια να σχηματιστεί κυβέρνηση από τις εκλογές της απλής αναλογικής, γιατί ξέρει ότι με περίπου 90 έδρες θα πρέπει να κάνει σημαντικές παραχωρήσεις στον εταίρο του. Δεν είναι τυχαίο ότι μόνος του «ξόρκισε» την «κυβέρνηση των ηττημένων».

Με τη λογική του, βέβαια, «κυβέρνηση ηττημένων» ήταν και η συγκυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων στη Γερμανία το 1969, που ανάτρεψε τη μεταπολεμική κυριαρχία των συντηρητικών. Το δεύτερο και το τρίτο κόμμα έκαναν κυβέρνηση, αφού μαζί είχαν την πλειοψηφία. Μόνο τερατογένεση δεν ήταν αυτό. Λεπτομέρεια με σημασία για να τεθεί υπ’ όψιν των κυρίων Τσίπρα και Ανδρουλάκη. Ολες οι συνεννοήσεις και οι συμφωνίες ανάμεσα στον Βίλι Μπραντ και τον Βάλτερ Σέελ είχαν γίνει πριν από τις εκλογές και οι φιλελεύθεροι κατέβηκαν στη μάχη ξεκαθαρίζοντας ότι επιδίωξή τους είναι να σχηματίσουν κυβέρνηση με τους σοσιαλδημοκράτες. Ο κόσμος ήξερε πολύ καλά τι ψηφίζει. Οι δικοί μας θολώνουν τα νερά για να τον κρατήσουν στο σκοτάδι.