Quantcast

Το δις εξαμαρτείν

Την αρχή έκανε η Silicon Valley Bank. Η τράπεζα ειδικευόταν σε δάνεια για νεοφυείς επιχειρήσεις και οι πελάτες της ήταν πρωτοπόροι του χώρου της υψηλής τεχνολογίας. Ακολούθησε η Signature Bank στη Νέα Υόρκη, μια μικρή τράπεζα με ειδίκευση στην ιδιωτική τραπεζική και τη διαχείριση κεφαλαίων. Υστερα, ξαφνικά, η κρίση διέσχισε τον Ατλαντικό και χτύπησε τη «συστημική» και τεράστια Credit Suisse, υποχρεώνοντας την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας να παρέμβει και να ανοίξει γραμμή στήριξης ύψους 50 δισ. ελβετικών φράγκων.

Οι αγορές, που αντέδρασαν με πανικό στα νέα από τη χώρα των χιονισμένων Αλπεων, ανακουφίστηκαν. Πριν προλάβουν, όμως, να συνέλθουν, η κρίση ξαναπέρασε τον Ατλαντικό και χτύπησε τη First Republic Bank, μια ακόμα τράπεζα με εύπορους καταθέτες. Μέσα σε διάστημα μικρότερο από πέντε ημέρες, τέσσερις τράπεζες, χωρίς κάποια ορατή σχέση μεταξύ τους, βρέθηκαν αντιμέτωπες με τον κλονισμό εμπιστοσύνης των μετόχων και των καταθετών. Η νευρικότητα στις αγορές είναι μεγάλη, καθώς μπορεί να έχουμε δει μόνο την κορυφή του παγόβουνου.

Την περασμένη Πέμπτη, έντεκα μεγάλα αμερικανικά τραπεζικά ιδρύματα, ανάμεσά τους η JP Morgan και η Citygroup, ανακοίνωσαν ότι ως ένδειξη εμπιστοσύνης θα ενισχύσουν τη First Republic με 30 δισ. δολάρια. Αυτό ηρέμησε τα πνεύματα, ξύπνησε όμως μνήμες από το όχι τόσο μακρινό 2008 και τις συσκέψεις των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers. Και τότε τα πράγματα δεν είχαν γίνει μέσα σε μία νύχτα. Η κρίση στα στεγαστικά που έστειλε στα σκουπίδια τη γιγαντιαία επενδυτική τράπεζα και βύθισε τον κόσμο και τη χώρα μας σε μια απίστευτη δίνη «έτρεχε» πάνω από έναν χρόνο πριν εκδηλωθεί.

Η κρίση του 2008 ήταν μια high tech κρίση, αυτό που έσκασε ήταν χρηματιστηριακά παράγωγα στεγαστικών δανείων που τη λειτουργία τους δεν καταλάβαιναν ούτε εκείνοι που τα πουλούσαν. Αντίθετα, τούτη εδώ είναι μια κλασική τραπεζική κρίση. Ανήσυχοι πελάτες αποσύρουν τις καταθέσεις τους και όλοι ξέρουμε πως στην εποχή μας αυτό μπορεί να γίνει με ένα κλικ. Οι τράπεζες, που είχαν «φορτώσει» ομόλογα με χαμηλή απόδοση τα προηγούμενα χρόνια, πρέπει να τα πουλήσουν για να καλύψουν τα ανοίγματα. Επειδή, όμως, τα επιτόκια είναι στα ύψη, αυτά τα ομόλογα χάνουν μεγάλο μέρος της αξίας τους, οι τράπεζες γράφουν μεγάλες ζημιές που ενισχύουν την κρίση εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι πελάτες να ανησυχούν για τις καταθέσεις τους. Πάνω από 250 δισ. δολάρια «εξαϋλώθηκαν» από τις αμερικανικές τράπεζες το τελευταίο διάστημα, κάτι που δείχνει πως το τραπεζικό τσουνάμι είναι πολύ μεγαλύτερο από τα ιδρύματα που βρέθηκαν στη δίνη του κυκλώνα.

Ενα από τα διδάγματα που αντλήσαμε στην κρίση του 2008 είναι πως σε αυτές τις εποχές ευδοκιμούν οι «καρχαρίες», που ξεσκονίζουν τα δεδομένα όσων βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης και ξεκινούν επιθέσεις στους πλέον ευάλωτους για να βγάλουν κέρδος. Εμείς εδώ έχουμε πικρή πείρα από αυτό, γιατί κάπως έτσι βρέθηκε και η Ελλάδα τον χειμώνα του 2009 στο στόχαστρο των αγορών.

Ως εκ τούτου, είναι ακατανόητη και μάλλον επιπόλαια η ταχύτητα με την οποία πολιτικοί, κεντρικοί τραπεζίτες και στελέχη του χώρου έσπευσαν να δώσουν διαβεβαιώσεις. Ιδιαίτερης ευφυΐας, μάλιστα, πρέπει να ήταν αυτός που σκέφτηκε να διαδώσει (μετά την κατάρρευση της Credit Suisse) ότι οι δικές μας τράπεζες δεν έχουν ελβετικά χαρτιά! Γιατί είχε η αμερικανική First Republic;

Ακόμα και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ θεώρησε υποχρέωσή του να πει πως το γερμανικό τραπεζικό σύστημα είναι «θωρακισμένο». Προς τιμήν του, ο δικός μας Χρήστος Σταϊκούρας εμφανίστηκε πιο προβληματισμένος, λέγοντας ότι «το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα σαφώς σε καλύτερη θέση», αλλά ότι «οι αβεβαιότητες είναι μεγάλες». Η καρδούλα του το ξέρει και είναι βέβαιο πως κοιμάται και ξυπνάει με το βλέμμα στα spreads των ομολόγων. Γιατί το βιώσαμε στο πετσί μας πως, όταν ξεσπάσει μια τραπεζική κρίση, δεν περιορίζεται στις τράπεζες.

Κάποιοι άλλοι δεν έμαθαν τίποτε ή τα ξέχασαν πολύ γρήγορα, με πρώτη και καλύτερη την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Κριστίν Λαγκάρντ. Η ΕΚΤ προχώρησε την Πέμπτη σε μια αψυχολόγητη και αδικαιολόγητη αύξηση των επιτοκίων, η οποία θα εντείνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες. Και παρά τις διαβεβαιώσεις υπάρχουν πολλές ευάλωτες τράπεζες στην Ευρώπη και μάλιστα μεγάλες τράπεζες.

Πολλοί θυμούνται -και η κυρία Λαγκάρντ ασφαλώς το θυμάται γιατί ήταν τότε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας- ότι το καλοκαίρι του 2008, λίγες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers, η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια για να καταπολεμήσει (και τότε) τον πληθωρισμό, σφίγγοντας ακόμα περισσότερο τη θηλιά στον λαιμό των αδύναμων ευρωπαϊκών κρατών, που βρέθηκαν το φθινόπωρο σε μια αγορά χωρίς δυνατότητα δανεισμού. Τότε η Φρανκφούρτη υποχρεώθηκε πολύ γρήγορα, σε λίγους μήνες, να πάρει την αύξηση πίσω, χωρίς να σώσει την ευρωζώνη από την κρίση. Το δις εξαμαρτείν της ΕΚΤ μπορεί να μας βάλει σε νέους μεγάλους μπελάδες.