Quantcast

«Με απόδειξη φερεγγυότητας θα σας επιτραπεί η χαλάρωση»

Αυστηρό μήνυμα στέλνουν οι Βρυξέλλες, μέσω του υπουργού οικονομικών που συμμετείχε στις συνεδριάσεις του eurogroup και ecofin.
Βρυξέλλες: του Θάνου Αθανασίου

Αυστηρό μήνυμα στέλνουν οι Βρυξέλλες, μέσω του υπουργού οικονομικών που συμμετείχε στις συνεδριάσεις του eurogroup και ecofin, αλλά και απευθείας προς το ελληνικό πολιτικό σύστημα, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αποφύγει τον λαϊκισμό.

Η αναδιαπραγμάτευση των μέτρων του ελληνικού οικονομικού προγράμματος είναι μια διαδικασία που για τις Βρυξέλλες πρέπει να γίνει χωρίς περιττές τυμπανοκρουσίες και λαμβάνοντας υπόψιν ότι εκτός από την Ελλάδα, κοινή γνώμη και κοινοβούλια έχουν και τα άλλα 16 κράτη μέλη του ευρώ. Μια παράταση στους χρόνους προσαρμογής, απαιτεί νέα δάνεια και έγκριση των κοινοβουλίων των εταίρων - κάτι από αμφίβολο ως αδύνατο αυτή τη στιγμή. Δεν είναι ζήτημα που έχει να κάνει με την πολιτική ατζέντα ή την επιβίωση του ενός ή του άλλου κόμματος στην Ελλάδα και σαφώς εμπίπτει σε ένα πλαίσιο κοινοτικών αρχών.

Τα συμβούλια eurogroup και ecofin, δίνοντας παράταση στην Ισπανία και προχωρώντας τις ρυθμίσεις για το μελλοντικό πρόγραμμα απευθείας δανεισμού των τραπεζών από τον ESM, άνοιξαν διάπλατα το παράθυρο για χαλάρωση του ελληνικού προγράμματος, όταν η Αθήνα αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει ως Μαδρίτη.

Κύκλοι της Κομισιόν, που ενημερώθηκαν για τα πολιτικά αιτήματα, ενός εκ των κυβερνητικών εταίρων για «συνολική επανδιαπραγμάτευση» και «ταυτόχρονη λήψη των μέτρων με την απόδοση της χρονικής παράτασης», μάλιστα πριν από το τέλος του μήνα, κάνουν λόγο για «δηλώσεις προς εσωτερική κατανάλωση» καθώς «η κατάσταση στην Ελλάδα και το διαπραγματευτικό πλαίσιο είναι γνωστό σε όλους τους κυβερνητικούς εταίρους». Θυμίζουν μάλιστα πως «ξεκινάτε από το -1 και όχι από το 0». Επιπλέον ξεκαθαρίζουν ότι «με το ελληνικό ζήτημα θα ασχοληθούμε ξανά το Σεπτέμβρη».

Η αποστολή των ελεγκτών που θα επιστρέψει στην Αθήνα στις 24 Ιουλίου, έχει λάβει τη πολιτική καθοδήγηση του συμβουλίου των υπουργών οικονομικών για να διαπραγματευτεί και κρίνει τους τρόπους που η κυβέρνηση θα προτείνει για να καλύψει την τρύπα του φετινού ελλείμματος. Όπως έγινε γνωστό από τον υπουργό οικονομικών και επιβεβαιώθηκε από κοινοτικούς αξιωματούχους, η τρόικα βλέπει απόκλιση στον ονομαστικό στόχο του ελλείμματος περί τα 3 δις ευρώ. Η απόκλιση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι αντίστοιχα μέτρα, από τις δαπάνες κυρίως, τα οποία η κυβέρνηση Παπαδήμου και ο υπουργός οικονομικών Ε.Βενιζέλος είχαν συμφωνήσει με την Τρόικα τον Μάρτιο, ουδέποτε ελήφθησαν ή εφαρμόστηκαν.

Ως εκ τούτου, οι Βρυξέλλες, χωρίς να προβάλουν καμία νέα απαίτηση, δεχόμενες το σκεπτικό περί υψηλής ύφεσης, ζητούν από την νέα κυβέρνηση να εφαρμόσει τις πρότερες συμφωνημένες δράσεις - με την υπόσχεση των οποίων η Ελλάδα έλαβε την προηγούμενη δόση - ή να προτείνει ισοδύναμα μέτρα, ώστε στο τέλος του έτους το έλλειμμα να φτάνει τα 14,9 δις ευρώ.

Πηγές των Βρυξελλών ξεκαθαρίζουν ότι δεν πρόκειται για καινούργια απαίτηση, αλλά για ξεπάγωμα του οικονομικού προγράμματος που «μπήκε στον πάγο» λόγω της προεκλογικής περιόδου.

Η πλευρά της Κομισιόν επιθυμεί να δει την ελληνική κυβέρνηση να αντικαθιστά φοροεισπρακτικά μέτρα με παρεμβάσεις επί των δαπανών, δεδομένου ότι η σπατάλη του δημοσίου είναι εγνωσμένα παράλογη και υπέρογκη. Αυτό δε μεταφράζεται απαραίτητα σε μισθολογικές μειώσεις, όμως το ζήτημα των ειδικών μισθολογίων έχει από καιρού εξεταστεί από την τρόικα και ως σήμερα δεν έχει τύχει της δέουσας προσοχής. Οι αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες, ωστόσο, έχουν πολλές φορές εκφράσει την προτίμησή τους στο να κλείσουν μερικές μη παραγωγικές σχολές των ελληνικών ΑΕΙ και ΤΕΙ, από το να περικοπούν οι μισθοί των διδασκόντων. Θα δεχθούν όμως, ότι αποδεδειγμένα οδηγεί στον ίδιο στόχο.

Μια πρώτη νίκη του νέου υπουργού οικονομικών Γ. Στουρνάρα μπορεί να θεωρηθεί ότι η διαπραγμάτευση θα γίνει επί του ονομαστικού στόχου (14,9 δις) και όχι με βάση το ποσοστό του ελλείμματος επί του ΑΕΠ, μειώνοντας το κόστος των μέτρων στο μισό. Ως εκ τούτου σιωπηρά οι εταίροι προλειαίνουν το έδαφος για την μελλοντική παράταση, όταν οι πολιτικές συνθήκες στην ΕΕ το επιτρέψουν. Αυτό αν, στο μεταξύ, στην Αθήνα επικρατήσει η λογική και όχι οι φωνές και τα μαξιμαλιστικά αιτήματα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πολιτικές εξελίξεις.