Quantcast

Κερδίζουν τον χρυσό, αλλά χάνουν το δάσος

Έντονες αντιδράσεις οργανώσεων και φορέων για τις επιπτώσεις που έχει στο περιβάλλον η κατασκευή επιφανειακού ορυχείου στις Σκουριές Χαλκιδικής

Της Αλεξάνδρας Χαΐνη

Θυσία στον βωμό της «χρυσής» ανάπτυξης γίνονται 3.300 στρέμματα αρχέγονου δάσους στη χερσόνησο του Αθω, στην ανατολική Χαλκιδική. Το πυκνόφυτο όρος Κάκκαβος, στην περιοχή Σκουριές, υλοτομείται εδώ και περίπου έναν μήνα με γοργούς ρυθμούς αφότου δόθηκε το «πράσινο φως» ώστε να ξεκινήσουν οι εργασίες κατασκευής ορυχείου χρυσού. Δάσος οξιάς, δρυός, ελάτης και πεύκης, σε πολύ καλή κατάσταση και μεγάλης οικολογικής αξίας, με σπάνια είδη πουλιών και ζώων, ο Κάκκαβος αποτελεί εδώ και αρκετό διάστημα πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης μεταξύ της πολιτείας και των τοπικών περιβαλλοντικών φορέων που προσπαθούν να τον προστατεύσουν.

Οι τελευταίοι, μάλιστα, έφτασαν έως το Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας αναστολή των εξορυκτικών δραστηριοτήτων στην περιοχή, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το ΣτΕ απέρριψε το αίτημά τους, με το σκεπτικό ότι η υλοποίηση της επένδυσης κρίνεται «ιδιαίτερα συμφέρουσα για την εθνική οικονομία».
Κάτοικοι και φορείς χαρακτηρίζουν απορίας άξιον το γεγονός ότι οι διαδικασίες εγκατάστασης του επιφανειακού ορυχείου έχουν δρομολογηθεί παρά τις «δυσοίωνες» προβλέψεις της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), στην οποία στηρίχτηκε η απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων που πέρασε από το υπουργείο Περιβάλλοντος.

Οι μελετητές μιλούν για «σημαντικές, μόνιμες και μερικώς ανατρέψιμες» επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον, ενώ χαρακτηρίζουν εξαιρετικά δύσκολη την αποκατάσταση της περιοχής μετά τη λήξη της εξορυκτικής δραστηριότητας, δηλαδή έπειτα από 30-33 χρόνια. Κάνουν αναφορά για ανεπανόρθωτες ζημιές στην απειλούμενη πανίδα και χλωρίδα των Σκουριών και εμφανίζονται ασαφείς σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων.

Η Μαρία Καδόγλου από το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων, που παρακολουθεί στενά τις δραστηριότητες στην περιοχή, επισημαίνει ότι η καταστροφή δεν «περιορίζεται» στο ξεχέρσωμα του δάσους, αλλά επεκτείνεται και στο νερό, καθώς «σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη, μεγάλο μέρος του ορεινού όγκου του Κακκάβου, που αποτελεί βασικό υδροδότη για πολλά από τα γύρω χωριά, θα αποστραγγιστεί, γεγονός που αναμένεται να έχει σημαντική επίπτωση στην υδροδότηση της περιοχής».

Η οργάνωση WWF Ελλάς, που έχει διενεργήσει αυτοψία στην περιοχή, θέτει και το ζήτημα της κατάργησης δύο ρεμάτων, τα οποία προβλέπεται να αντικατασταθούν «από επιφάνειες με χαρακτήρα λοφώδη».

«Σύμφωνα με τη νομολογία, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, η προστασία των ρεμάτων αποτελεί συνταγματική επιταγή, σύμφωνα με την οποία αποκλείονται εργασίες επιχωμάτωσης ή κάλυψης», αναφέρει η Θεοδότα Νάντσου, συντονίστρια Πολιτικής της οργάνωσης. Παράλληλα, θέμα φαίνεται να προκύπτει και με τα απόβλητα της εξόρυξης. Σύμφωνα με το WWF, «το Σχέδιο Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, σε αντίθεση με την ειδική νομοθεσία, δεν εξετάζει τους κινδύνους για το περιβάλλον (σε αντίθεση με τους κινδύνους για την ανθρώπινη ζωή, που αξιολογούνται ως ανεκτοί), στους οποίους μπορεί να οδηγήσει μία αστοχία των εγκαταστάσεων αποβλήτων».

Επιφυλάξεις

Το Τεχνικό Επιμελητήριο, σε σχετική έκθεση όπου σχολιάζει συνολικά τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, μιλά για απόκρυψη του πραγματικού μεγέθους των επιπτώσεων της επένδυσης και αναφέρει ενδεικτικά: «Ολα τα απόβλητα χαρακτηρίζονται, χωρίς την απαιτούμενη τεκμηρίωση, ως μη επικίνδυνα. Η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας από τη σκόνη αξιολογείται ως αμελητέα... Υπάρχει έλλειψη ισοζυγίου υδατικών πόρων. Δεν γίνεται αναφορά στις ποσότητες βαρέων μετάλλων στο υπέδαφος». Ταυτόχρονα, το ΤΕΕ θέτει ζήτημα «ασάφειας» σχετικά με τον χρόνο λειτουργίας και αποκατάστασης του ορυχείου και σημειώνει ότι δεν έχουν συνεκτιμηθεί οι επιπτώσεις του έργου στις αξίες των ακίνητων περιουσιών, λόγω της υποβάθμισης της ποιότητας του περιβάλλοντος και της βαριάς βιομηχανοποίησης της περιοχής.

Επιφυλάξεις, όμως, είχαν εκφράσει και οι άμεσα εμπλεκόμενες υπηρεσίες, όπως το δασαρχείο Αρναίας και η Γενική Διεύθυνση Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης. Από τη σχετική αλληλογραφία τους προκύπτει ότι, για να προχωρήσει το έργο, κρίθηκε απαραίτητη η προσκόμιση τεχνικής μελέτης, πράγμα όμως που στην πορεία απορρίφθηκε από το υπουργείο Περιβάλλοντος, το οποίο με συνοπτικές διαδικασίες ζήτησε την άμεση εφαρμογή του πρωτοκόλλου εγκατάστασης και υλοτόμησης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ αναλυτικά το δημοσίευμα της Realnews