Quantcast

Νέο χτύπημα από Τόμσεν - Τι λέει για ΔΝΤ, χρέος και πλεονάσματα

Σε άρθρο που υπογράφει ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, Μορίς Όμπσφελντ, ο Πολ Τόμσεν και ο Σον Χάγκαν, το Ταμείο διακρίνει δύο διαφορετικές κατηγορίες χωρών με μη βιώσιμο χρέος.
Παρέμβαση σχετικά με την αντιμετώπιση του κρατικού χρέους πραγματοποιεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε μια κρίσιμη καμπή όσον αφορά τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Στη σκιά των δηλώσεων του Τζέρι Ράις, ότι η περιγραφή των μέτρων για ελάφρυνση χρέους πρέπει να γίνει αμέσως μετά τη συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις, σε άρθρο του το ΔΝΤ διατυπώνει έμμεσα προτροπές για την αντιμετώπιση του ζητήματος του ελληνικού χρέους από τους δανειστές.

Σε άρθρο που υπογράφει ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, Μορίς Όμπσφελντ, ο Πολ Τόμσεν και ο Σον Χάγκαν, το Ταμείο διακρίνει δύο διαφορετικές κατηγορίες χωρών με μη βιώσιμο χρέος.

Στην πρώτη συγκαταλέγει τις χώρες με δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα. Στην περίπτωση αυτή η αναδιάρθρωση του χρέους πρέπει να γίνεται στην αρχή του προγράμματος ή στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης.

Στη δεύτερη κατηγορία, περιλαμβάνονται οι χώρες με δάνεια προς τον επίσημο τομέα. Στην κατηγορία αυτή η προσέγγιση για την αντιμετώπιση του χρέους μπορεί να ποικίλει. Για παράδειγμα αν το χρέος αναδιαρθρώνεται υπό την αιγίδα του Paris Club, γίνονται συγκεκριμένες δεσμεύσεις ελάφρυνσης χρέους από κάθε επίσημο πιστωτή στην αρχή του προγράμματος (στη μορφή συμφωνηθέντων πρακτικών) και οι δεσμεύσεις αυτές εφαρμόζονται μέσω της τροποποίησης των ξεχωριστών δανειακών συμβάσεων.

Ωστόσο, μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι πιστωτές μπορεί να επιθυμούν να συνδέσουν την πραγματοποίηση της ελάφρυνσης χρέους με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος.

Οι τρεις οικονομολόγοι, χωρίς να κατανομάζουν την Ελλάδα, τονίζουν πως στις περιπτώσεις αυτές, η δέσμευση για την πραγματοποίηση της ελάφρυνσης θα πρέπει «να γίνεται στην αρχή του προγράμματος και να είναι αρκούντως αξιόπιστη».

«Η αξιοπιστία της δέσμευσης πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις λεπτομέρειες που αφορούν την συγκεκριμένη ελάφρυνση χρέους. Μια υπερβολικά ασαφή δέσμευση θα αύξανε την αβεβαιότητα, και στις αγορές, σχετικά με την πραγματοποίηση της ελάφρυνσης χρέους, υπονομεύοντας έτσι τις πιθανότητες επιτυχίας του προγράμματος» σημειώνουν.

Επιπλέον, κάνουν και έμμεση αναφορά στους στόχους για το πλεόνασμα, σημειώνοντας «πως ενώ μπορούμε να συμφωνήσουμε στο να εξαρτάται η ελάφρυνση χρέους από την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων από τη χώρα οφειλέτη, οι στόχοι αυτοί πρέπει να είναι ρεαλιστικοί για να παραμείνει αξιόπιστη η στρατηγική για το χρέος».

Το άρθρο καταλήγει επισημαίνοντας ότι «το να υποκρίνεται κανείς ότι τα απλήρωτα χρέη μπορούν να αποπληρωθούν απλά θα εξουδετερώσει την αποτελεσματικότητα της προσπάθειας προσαρμογής του οφειλέτη, οδηγώντας στο τέλος όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να χάσουν περισσότερα από ότι θα έχαναν αν αντιμετώπιζαν έγκαιρα τα γεγονότα».

Αναλυτικά, οι παρατηρήσεις του ΔΝΤ:

«Όταν το χρέος κρίνεται ότι δεν είναι βιώσιμο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορούν να γίνουν οι αναγκαίες ελαφρύνσεις χρέους. Όταν τα χρέη που αναδιαρθρώνονται είναι απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα, η αναδιάρθρωση χρέους εφαρμόζεται συνήθως στην αρχή του προγράμματος ή ως προϋπόθεση στην πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος. Όταν οι απαιτήσεις ανήκουν σε πιστωτές του επίσημου τομέα, η προσέγγιση μπορεί να ποικίλει. Για παράδειγμα αν το χρέος αναδιαρθρώνεται υπό την αιγίδα του Paris Club, γίνονται συγκεκριμένες δεσμεύσεις ελάφρυνσης χρέους από κάθε επίσημο πιστωτή στην αρχή του προγράμματος (στη μορφή συμφωνηθέντων πρακτικών) και οι δεσμεύσεις αυτές εφαρμόζονται μέσω της τροποποίησης των ξεχωριστών δανειακών συμβάσεων.

Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι πιστωτές μπορεί να επιθυμούν να συνδέσουν την πραγματοποίηση της ελάφρυνσης χρέους με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος. Μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να είναι επιβεβλημένη για παράδειγμα, όταν υπάρχουν ανησυχίες για το ιστορικό οικονομικής προσαρμογής ενός μέλους. Στις περιπτώσεις αυτές ωστόσο, η δέσμευση για την πραγματοποίηση της απαραίτητης ελάφρυνσης χρέους – ενώ μπορεί να εξαρτάται από την εφαρμογή του προγράμματος – θα πρέπει να γίνεται στην αρχή του προγράμματος και να είναι αρκούντως αξιόπιστη. Η αξιοπιστία της δέσμευσης πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις λεπτομέρειες που αφορούν την συγκεκριμένη ελάφρυνση χρέους. Μια υπερβολικά ασαφή δέσμευση θα αύξανε την αβεβαιότητα, και στις αγορές, σχετικά με την πραγματοποίηση της ελάφρυνσης χρέους, υπονομεύοντας έτσι τις πιθανότητες επιτυχίας του προγράμματος. Επιπλέον, ενώ μπορούμε να συμφωνήσουμε στο να εξαρτάται η ελάφρυνση χρέους από την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων από τη χώρα οφειλέτη, οι στόχοι αυτοί πρέπει να είναι ρεαλιστικοί για να παραμείνει αξιόπιστη η στρατηγική για το χρέος.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως ενώ μπορεί να είναι αναγκαία η ελάφρυνση χρέους για να χορηγήσει δάνειο το Ταμείο, η απόφαση για την διεκδίκηση αυτής της ελάφρυνσης παραμένει μια απόφαση του μέλους. Επιπλέον, σε περιπτώσεις όπου επιδιώκεται ελάφρυνση χρέους, οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται ανάμεσα στο μέλος και τους πιστωτές του, αν και το Ταμείο συνήθως καλείται για να εξηγήσει που εδράζεται η αξιολόγηση βιωσιμότητας χρέους του Ταμείου. Όπου αυτό είναι δυνατό, το Ταμείο ενθαρρύνει ένα μέλος να αναδιαρθρώσει το μη βιώσιμο χρέος χωρίς χρεοκοπία, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει διαταραχές.

Για να ολοκληρώσουμε, όταν τα κρατικά χρέη δεν είναι βιώσιμα, αν δεν είναι διαθέσιμη χρηματοδότηση, τότε ένας βαθμός ελάφρυνσης χρέους σε συνδυασμό με ένα ισχυρό και αξιόπιστο πρόγραμμα προσαρμογής είναι το μόνο μέσο για να βγει ότι καλύτερο από μια κακή κατάσταση.

Το να υποκρίνεται κανείς ότι τα απλήρωτα χρέη μπορούν να αποπληρωθούν απλά θα εξουδετερώσει την αποτελεσματικότητα της προσπάθειας προσαρμογής του οφειλέτη, οδηγώντας στο τέλος όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να χάσουν περισσότερα από ότι θα έχαναν αν αντιμετώπιζαν έγκαιρα τα γεγονότα»


ΠΗΓΗ: euro2day.gr