Quantcast

Φάρμακα και για προχωρημένο στάδιο Αλτσχάιμερ

Πολλοί ασθενείς σε προχωρημένο στάδιο της νόσου Αλτσχάιμερ δεν πρέπει να εγκαταλείπουν τη φαρμακευτική αγωγή, αλλά θα ωφεληθούν αν συνεχίσουν να παίρνουν τα φάρμακά τους.
Πολλοί ασθενείς σε προχωρημένο στάδιο της νόσου Αλτσχάιμερ δεν πρέπει να εγκαταλείπουν τη φαρμακευτική αγωγή, αλλά θα ωφεληθούν αν συνεχίσουν να παίρνουν τα φάρμακά τους, καθώς θα επιβραδύνουν τα συμπτώματά τους, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη βρετανική επιστημονική έρευνα.

Οι ερευνητές, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό "New England Journal of Medicine", σύμφωνα με τα πρακτορεία Reuters και Γαλλικό και το BBC, ανακοίνωσαν ότι οι ασθενείς που συνεχίζουν να παίρνουν ένα φάρμακο κατά της άνοιας (μια μορφή της οποίας είναι το Αλτσχάιμερ), εμφανίζουν βραδύτερη απώλεια της μνήμης τους. Το εν λόγω φάρμακο συνήθως δεν συνταγογραφείται όταν οι ασθενείς είναι πια σε προχωρημένο στάδιο της πάθησης.

Οι βρετανοί επιστήμονες δήλωσαν ότι, με βάση τα ευρήματά τους, σχεδόν διπλάσιοι ασθενείς με Αλτσχάιμερ παγκοσμίως θα έπρεπε να παίρνουν τέτοια φάρμακα. Οι συγκριτικές κλινικές δοκιμές σε ομάδα σχεδόν 300 ασθενών, οι οποίες περιλάμβαναν τη χρήση εικονικών φαρμάκων «πλασέμπο», καθώς και άλλων φαρμάκων κατά της άνοιας, έδειξαν ότι ναι μεν δεν κατέστη δυνατό να σταματήσει ο νοητικός εκφυλισμός των ασθενών, όμως επιβραδύνθηκε.

«Για πρώτη φορά έχουμε σίγουρα και πειστικά στοιχεία ότι η θεραπεία με αυτά τα φάρμακα μπορεί να συνεχίσει να βοηθά τους ασθενείς ακόμα και σε προχωρημένα στάδια», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας. Όπως είπε, υπήρχε κέρδος τεσσάρων έως 12 μηνών από άποψη καλύτερης μνήμης και μεγαλύτερων ικανοτήτων επικοινωνίας και εκτέλεσης διάφορων καθημερινών λειτουργιών για όσους συνέχιζαν να παίρνουν το φάρμακο και δεν το σταματούσαν μετά την επιδείνωση των συμπτωμάτων. 

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου 35 εκατ. άτομα διεθνώς πάσχουν από άνοια και από αυτούς τα 18 εκατ. έχουν Αλτσχάιμερ, ενώ τα περιστατικά προβλέπεται ότι θα αυξάνονται συνεχώς, φθάνοντας τα 66 εκατ. το 2030 και τα 115 εκατ. το 2050.