Quantcast

Αισιόδοξος για συμφωνία έως το τέλος του μήνα ο πρωθυπουργός

Σταθερά αισιόδοξος σε σχέση με την επίτευξη συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους παραμένει ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος, ωστόσο, αναγνωρίζει ότι υπάρχουν σημαντικά αγκάθια στη διαπραγμάτευση.
Σταθερά αισιόδοξος σε σχέση με την επίτευξη συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους παραμένει ο Πρωθυπουργός κ. Αλ. Τσίπρας, ο οποίος ωστόσο αναγνωρίζει ότι υπάρχουν σημαντικά αγκάθια στη διαπραγμάτευση και εμμέσως πλην σαφώς παραδέχεται, ότι στο Eurogroup της 24ης Απριλίου δεν θα υπάρξουν αποτελέσματα.

Η καταιγίδα των τελευταίων ημερών, με σωρεία αρνητικών δηλώσεων και μηνυμάτων από τους εταίρους ότι στη διαπραγμάτευση δεν σημειώνεται πρόοδος και ότι υπεύθυνη γι’ αυτό είναι η ελληνική κυβέρνηση, υποχρέωσε τον κ. Τσίπρα να παρέμβει με δημόσια δήλωση ώστε να αποκαταστήσει την πολύ αρνητική για την Αθήνα εικόνα των εξελίξεων.

Στη δήλωση αυτή, στο πρακτορείο Reuters, ο κ. Τσίπρας αποδίδει την ευθύνη για τα αρνητικά για την Ελλάδα δημοσιεύματα και τις διαρροές στους δανειστές, κάνοντας λόγο για «κακοφωνίες αλλοπρόσαλλες διαρροές και δηλώσεις των τελευταίων ημερών από την άλλη πλευρά», υιοθετώντας έτσι και επίσημα την άποψη, ότι η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα μπαράζ επικοινωνιακού χαρακτήρα πιέσεων.

Δηλώνει ωστόσο αισιόδοξος «για συμφωνία μέχρι το τέλος του μήνα», ενώ κάνει λόγο για «πολλά σημεία σύγκλισης και επαφής των δύο πλευρών», τα οποία, όπως επισημαίνει, συγκροτούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί η συμφωνία αυτή».

Με τη φράση αυτή πάντως και ο Πρωθυπουργός παραδέχεται, ότι η οποία συμφωνία επιτευχθεί σύντομα, θα είναι απλώς ένα πλαίσιο δεδομένων και θα χρησιμεύσει ως βάση για διαπραγμάτευση. Αυτή άλλωστε είναι και η εκτίμηση, κοινοτικών αξιωματούχων και των ευρωπαίων εταίρων.

Θέλοντας να καταδείξει, ότι η κατάσταση δεν είναι τόσο αρνητική όσο παρουσιάζεται μέσα από τα δημοσιεύματα του ξένου τύπου αλλά και τις δηλώσεις των κοινοτικών και Ευρωπαίων αξιωματούχων, και ιδιαίτερα, θέλοντας να απαντήσει στις δηλώσεις του Γερμανού ΥΠΟΙΚ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αλλά και στην επίσημη εκδήλωση δυσαρέσκειας από την πλευρά της Κομισιόν για την έλλειψη προόδου, ο κ. Τσίπρας προχώρησε σε μια εκτενή αναφορά στις διαπραγματεύσεις όπου αναφέρει, ότι «η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται σκληρά σε όλα τα επιμέρους πεδία διαπραγμάτευσης, τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Αθήνα, προκειμένου να βρεθεί μια αμοιβαία επωφελής λύση, ένας έντιμος συμβιβασμός με τους εταίρους μας».

Ειδικότερα, ο κ. Τσίπρας προσθέτει ότι, «σε σύγκριση με την αφετηρία έχει γίνει αξιόλογη πρόοδος σε σειρά θεμάτων που αφορούν την βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και την ενίσχυση της αυτονομίας του, την καταπολέμηση της διαφθοράς, την αποτελεσματικότητα των διοικητικών υπηρεσιών αλλά και για φορολογικές παρεμβάσεις που θα εξασφαλίσουν ένα κατάλληλο πρωτογενές πλεόνασμα για το τρέχον έτος δίχως να επιβαρύνουν την κοινωνική πλειοψηφία αλλά κατανέμοντας τα βάρη σε αυτούς που αποδεδειγμένα έχουν υψηλή φοροδοτική ικανότητα».

Πάντως ο Πρωθυπουργός παραδέχεται, ότι έχουν καταστεί σαφή τέσσερα σημεία διαφωνίας στις διαπραγματεύσεις, που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό, την αύξηση του ΦΠΑ αλλά και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Για τον κ. Τσίπρα οι διαφωνίες αυτές δεν είναι τεχνικές αλλά πολιτικές: «Δεν πρόκειται εδώ για αδυναμία τεχνικής προσέγγισης αλλά για πολιτική διαφωνία, που, όμως, όλοι γνώριζαν εκ των προτέρων στο βαθμό που αναγνωρίζουν ότι ο συμβιβασμός που επιδιώκουμε θα σέβεται τη σαφή εντολή του ελληνικού λαού έτσι όπως αυτή εκφράστηκε στις εκλογές του Ιανουαρίου».

Ο κ. Τσίπρας εκτιμά, ότι οι πολιτικές αυτές διαφωνίες θα υπερκεραστούν και ότι η διαπραγμάτευση θα καταλήξει σε μια συμφωνία την οποία θα μπορεί να προσυπογράψει η ελληνική κυβέρνηση.

Όπως δήλωσαν άλλωστε χθες ο υπουργός Οικονομίας κ.Γ. Σταθάκης αλλά και ο ΥΠΟΙΚ κ. Γ. Βαρουφάκης στην ομιλία του στο ΔΝΤ, βάση της διαπραγμάτευσης για την Αθήνα είναι η αποτροπή μέτρων και περικοπών που θα οδηγούσαν σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση.

Ο Πρωθυπουργός τέλος εμφανίζεται να πιστεύει, ότι οι πιέσεις που ασκούνται στην Αθήνα θα παραμείνουν σε καθαρά επικοινωνιακό επίπεδο: «Είμαι πεπεισμένος ότι η Ευρώπη δεν θα υποκύψει σε ακραίες φωνές κάποιων, δεν θα επιλέξει τον δρόμο ενός ανήθικου και στυγνού χρηματοδοτικού εκβιασμού», καταλήγει στη δήλωση του.