Quantcast

Δικαστήριο ΕΕ: O αιτών ασύλου επιστρέφει στο Κράτος Μέλος εξέτασης της αίτησης μόνον αν δεν εκτίθεται εκεί σε απάνθρωπες συνθήκες

"Ο αιτών άσυλο μπορεί να μεταφερθεί προς το κράτος μέλος το οποίο είναι κατ’ αρχήν υπεύθυνο για την εξέταση της αιτήσεώς του ή το οποίο του έχει ήδη χορηγήσει επικουρική προστασία, εκτός εάν οι προβλέψιμες συνθήκες διαβιώσεως των δικαιούχων διεθνούς προστασίας θα τον εξέθεταν εντός του κράτους μέλους αυτού σε κατάσταση έσχατης υλικής στερήσεως, αντίθετης προς την απαγόρευση της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχειρίσεως", έκρινε σήμερα το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξετάζοντας υπόθεση που του παρέπεμψε το Verwaltungsgerichtshof Baden-Württemberg (διοικητικού εφετείου του ομόσπονδου κράτους της Βάδης-Βιρτεμβέργης, Γερμανία), για υπήκοο Γκάμπιας και την δυνατότητα επιστροφής του στην Ιταλία.

Το ΔΕΕ με τη σημερινή του απόφαση διευκρινίζει ότι "τυχόν ελλείψεις στο κοινωνικό σύστημα του συγκεκριμένου κράτους μέλους δεν επιτρέπουν, αυτές και μόνον, να συναχθεί ότι υπάρχει κίνδυνος τέτοιας μεταχειρίσεως". "Η μεγάλη ανασφάλεια ή η έντονη επιδείνωση των συνθηκών διαβιώσεως έχουν αυτόν τον βαθμό σοβαρότητας μόνον όταν συνεπάγονται έσχατη υλική στέρηση περιάγουσα το πρόσωπο αυτό σε μια κατάσταση τόσο σοβαρή ώστε να μπορεί να εξομοιωθεί με απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση", διευκρινίζει το ΔΕΕ.

Αναλυτικά, το ΔΕΕ υπενθυμίζει στην απόφασή του ότι, "στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου το οποίο εδράζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, πρέπει να τεκμαίρεται ότι η μεταχείριση την οποία επιφυλάσσει ένα κράτος μέλος στους αιτούντες διεθνή προστασία και στα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί επικουρική προστασία είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του Χάρτη, της συμβάσεως της Γενεύης καθώς και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων".

"Δεν αποκλείεται, πάντως, το σύστημα αυτό να αντιμετωπίζει στην πράξη σοβαρές δυσλειτουργίες εντός ορισμένου κράτους μέλους, οπότε οι αιτούντες διεθνή προστασία να διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο να τύχουν σε αυτό το κράτος μέλος μεταχειρίσεως αντίθετης προς τα θεμελιώδη δικαιώματά τους, και ιδίως προς την απόλυτη απαγόρευση της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχειρίσεως", αναφέρει. "Ως εκ τούτου, οσάκις το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά αποφάσεως μεταφοράς ή κατά αποφάσεως με την οποία απορρίπτεται νέα αίτηση διεθνούς προστασίας ως απαράδεκτη διαθέτει στοιχεία που προσκομίζει ο αιτών προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη του κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχειρίσεως στο άλλο κράτος μέλος, το δικαστήριο αυτό οφείλει να εκτιμήσει εάν όντως υφίστανται είτε συστημικές είτε γενικευμένες ελλείψεις είτε ελλείψεις που επηρεάζουν ορισμένες ομάδες προσώπων", αναφέρει το ΔΕΕ.

Το ΔΕΕ συνεχίζει εξηγώντας ότι "εντούτοις, οι ελλείψεις αυτές αντιβαίνουν στην απαγόρευση της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχειρίσεως μόνον εάν έχουν έναν ιδιαιτέρως αυξημένο βαθμό σοβαρότητας, ο οποίος εξαρτάται από το σύνολο των δεδομένων της υπό εξέταση υποθέσεως" και "αυτός ο ιδιαιτέρως αυξημένος βαθμός σοβαρότητας υπάρχει όταν η αδιαφορία των αρχών ενός κράτους μέλους θα είχε ως συνέπεια να περιέλθει ένα πρόσωπο το οποίο είναι απολύτως εξαρτημένο από την κρατική αρωγή, ανεξαρτήτως της θελήσεώς του και των προσωπικών του επιλογών, σε κατάσταση έσχατης υλικής στερήσεως, η οποία θα τον εμπόδιζε να αντιμετωπίσει τις πλέον στοιχειώδεις ανάγκες του, όπως είναι μεταξύ άλλων η τροφή, η προσωπική καθαριότητα και η στέγαση, και η οποία θα έβλαπτε την ψυχική ή σωματική υγεία του ή θα τον περιήγε σε κατάσταση εξευτελισμού ασυμβίβαστη με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια".

Το ΔΕΕ καταλήγει ότι "το δίκαιο της Ένωσης δεν απαγορεύει τη μεταφορά αιτούντος διεθνή προστασία στο υπεύθυνο κράτος μέλος ή την απόρριψη αιτήσεως χορηγήσεως του καθεστώτος του πρόσφυγα ως απαράδεκτης για τον λόγο ότι στον αιτούντα έχει ήδη χορηγηθεί επικουρική προστασία από άλλο κράτος μέλος, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι ο αιτών θα περιέλθει, σε αυτό το άλλο κράτος μέλος, σε κατάσταση στερήσεως, ανεξαρτήτως της θελήσεώς του και των προσωπικών του επιλογών".