γράφει ο ΜΑΚΗΣ ΤΖΙΦΡΑΣΟ ΠΛΟΗΓΟΣ-κυβερνήτης, εν μέσω χρηματοπιστωτικής τρικυμίας, υποθήκευσε το πλοίο, στη συνέχεια διεμήνυσε ότι θα πωλήσει το φορτίο για να εξασφαλίσει προμήθειες για τον πλου και, αμέσως μετά, ανακοίνωσε στο πλήρωμα ότι, παρ’ όλα αυτά, δεν είναι αισιόδοξος ότι θα πιάσουμε λιμάνι. Σ’ επίπεδο σύγχρονης κυβερνητικής, οι ενέργειες αυτές, φυσικά, δεν εναρμονίζονται με μία τέτοια ρητορική αβεβαιότητας. Κίνδυνος που ελλοχεύει, να πάψουν οι πολίτες-πλήρωμα ακόμα και να κωπηλατούν, καθώς αισθάνονται ήδη «ναυαγοί».

Σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο, αναρωτιέται κανείς αν παρακολουθούνται οι συνταγματικοί περιορισμοί πλεύσης, όπως δηλαδή ότι το σκάφος δεν ανήκει στον πλοηγό για να το υποθηκεύσει, ούτε και το φορτίο για να το διαθέσει στις «αγορές». Μήπως είναι κάτι διαφορετικό από αυτό οι «υποδομές» που θα εκποιηθούν «χρηματιστηριακά»; Στη δημοκρατία, επιλέγουμε τον καλύτερο πλοηγό για να τιμονεύει σε κάθε καιρό, αλλά και αυτός δεσμεύεται να είναι εγγυητής όλων των παραπάνω, βάζοντας τη ρότα εντός των συνταγματικών ορίων πλεύσης. Θέλουμε, λοιπόν, πράγματι να καταστεί ο πλους μας παίγνιο στα χρηματιστήρια της Αμβέρσας, του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης; Μήπως, αφού αυτό γίνει, θα ενδιαφέρει μετά, μόνο πόσα κέρδισαν και ποιοι από τις μεταπωλήσεις των υποδομών μας, και όχι το εύρος της αμετάκλητης βλάβης μας;