κυβέρνηση, που είχε σχέδιο έγκαιρα και τα πήγε εξαιρετικά ακούγοντας τους ειδικούς στην αντιμετώπιση της πανδημίας, σώζοντας την κοινωνία, δείχνει να μην πείθει με το σχέδιο που παρουσίασε προς επιστροφή στην κανονικότητα. Η εξήγηση είναι απλή. Επειδή ο φόβος είναι ανεξέλεγκτο συναίσθημα, δεν μετριάζεται εύκολα από τη μια στιγμή στην άλλη βάσει του όποιου χρονοδιαγράμματος παρουσιάζεται προς επανέναρξη της φυσιολογικής ζωής. Ειδικά όταν το σχέδιο που η κυβέρνηση παρουσίασε από την πλευρά του κοινού νου εξεταζόμενο, που ορθά συναίνεσε στα εξαιρετικά μέτρα περιορισμού της ελευθερίας κίνησης στους δημόσιους χώρους κι εντός επικράτειας, εμπεριέχει επιστροφή όλων των μαθητών στα θρανία αρχές Ιουνίου. Διατυπώθηκαν λοιπόν ενστάσεις δικαιολογημένες βάσει φόβου από πλευράς γονιών και μαθητών γι’ αυτήν τη σπουδή. Τα επιχειρήματα των αρμοδίων, ότι θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για να μην υπάρξει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, δεν έπεισαν. Οταν τα σχολεία θα ανοίξουν δεν θα πολλαπλασιαστεί, άραγε, η πιθανότητα να κολλήσουν οι ανήλικοι τον κορωνοϊό και να τον μεταφέρουν στους ενηλίκους με τους οποίους συνοικούν; Η βήμα-βήμα, λοιπόν, από πλευράς κυβέρνησης προσέγγιση της επανέναρξης της φυσιολογικής ζωής πάσχει επ’ αυτού του σημείου. Η κυβέρνηση οφείλει, όπως μέχρι τώρα το σχέδιό της προς αντιμετώπιση της πανδημίας είχε λογική και συνέπεια, να έχει και το σχέδιό της περί επανέναρξης της φυσιολογικής ζωής. Γιατί επειδή τα πήγε καλά μέχρι τώρα, ο κόσμος δεν θα τη συγχωρήσει, αν κάτι εφ’ εξής δεν πάει εξ ίσου καλά. Οτι βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά δεν θα αρκεί ως δικαιολογία. Η ευθύνη που η κυβέρνηση δείχνει να αναλαμβάνει με την απόφασή της αυτή να ανοίξει για όλους τους μαθητές τα σχολεία αρχές Ιουνίου είναι τεράστια. Γιατί αν πολλαπλασιαστεί εξαιτίας αυτού του καθολικού ανοίγματος των σχολείων η εξάπλωση του ιού, δεν θα είναι εύκολο να κρυφτεί πίσω από την ατομική μας ευθύνη, που μόνο από ενήλικους δικαιολογείται να απαιτεί.