γράφει ο ΜΑΚΗΣ ΤΖΙΦΡΑΣΔΕΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗΚΑΜΕμε τους δανειστές μας ως «χώρα κυρίαρχη» τρόπους αποπληρωμής του χρέους. Επιλέξαμε ως «χώρα οφειλέτρια» να υπογράψουμε το «Μνημόνιο», υποθηκεύοντας τον δημόσιο πλούτο. Το «Μνημόνιο» θεμελίωσε εντός Ε.E. για τους αντισυμβαλλόμενούς μας – «διαμεσολαβητές», μία πρωτόγνωρη επικυριαρχία. Εκτοτε ήταν προφανές, από απλή ανάγνωση των όρων του, ότι ο οικονομικός αυτοπροστατευτισμός της χώρας απέναντι στην «ελεύθερη αγορά» είχε αρθεί. Φυσικά, ότι μαζί θα κατελύετο και το «κοινωνικό κράτος».
Τα δικαιώματα, δηλαδή, που αναγνωρίστηκαν στους νόμους για κάθε πολίτη «προς εργασία», αλλά και σε σταθερό «μη δεχόμενο μείωση» εισόδημα, όπως και σε αντίστοιχη «αξιοπρεπή» σύνταξη. Οι υπέρμαχοι, βέβαια, της ελεύθερης αγοράς, σε πολιτικό επίπεδο τουλάχιστον, από το 1968 είχαν διαμηνύσει ότι στο μέλλον θα ’πρεπε το κοινωνικό αυτό κράτος να το ξεχάσουμε. Αυτό που βιώνουμε σήμερα, θέλω να πω, είχε προαναγγελθεί και ήταν από παλιά «ζητούμενο», αλλά πλέον, κατά την τελευταία δεκαετία, μετεβλήθη σε «απαίτηση» του νέου παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος. Τα «μέτρα» που η κυβέρνηση παίρνει, με δικαιολόγηση το Μνημόνιο, δεν παύουν να συνιστούν εξίσου υλοποίηση αυτής της πολιτικής, που συρρικνώνει σε νομικό επίπεδο το κοινωνικό κράτος. Τούτο, εν τέλει, κάνει όλους μας να αισθανόμαστε ως «καναρίνια σ’ ανθρακωρυχείο…».