Δεν είναι γνωστό αν η Ευρώπη θέλει να συνεχιστεί ο πόλεμος (άλλωστε και να ισχύει, ποτέ δεν πρόκειται να δηλωθεί έτσι), αλλά είναι γνωστό σε όλους ότι έχει υιοθετήσει ρητορική άμεσης αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Οι τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, leaders (εκ των πραγμάτων ) της ηπείρου, Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία (οι δύο πρώτες και μέλη της Ε.Ε.) θέτουν το ρωσο-ουκρανικό ζήτημα στη βάση ανάγκης για ετοιμότητα των ευρωπαϊκών χωρών αν επεκταθεί ο πόλεμος. Το βέβαιο είναι πως η Ευρώπη δεν θέλει ενδυνάμωση της Ρωσίας.

Το ειρηνευτικό των ΗΠΑ (δομημένο στη λογική και πρακτική του σχεδίου για τη Λωρίδα της Γάζας) για τη λήξη του ρωσο-ουκρανικού πολέμου βρίσκει αντίθετη την ηγεσία της Γηραιάς Ηπείρου για δύο λόγους: Πρώτον, διότι στο όνομα του ρεαλισμού («έτσι έχει η κατάσταση, άρα τέτοιο σχέδιο φτιάχνω») αναγνωρίζει αλλαγή συνόρων με τη βία «για πρώτη φορά μεταπολεμικά». Δεύτερον, διότι δεν θέλει να βγει δικαιωμένη η Ρωσία από όλη την ιστορία. Αντιθέτως, θέλει να αποδυναμωθεί (ενισχυόμενης ταυτόχρονα στρατιωτικά της Ουκρανίας) και αυτό ακριβώς πρεσβεύουν όσοι επιθυμούν συνέχιση του πολέμου. Πιστεύουν ότι η Ρωσία θα αποδυναμωθεί, άρα «θα μαζευτεί» από ανάλογα σχέδια για αλλού. Πάντως, ως προς την αλλαγή συνόρων με τη βία, καλό είναι να μην αποκρύπτεται από όσους τη φοβούνται ότι ήδη συνέβη και μάλιστα εκτεταμένη αιματηρά στην περίπτωση διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας (1990-2008). Η μία χώρα έγινε επτά: Σερβία, Σλοβενία, Κροατία, Μαυροβούνιο, Βοσνία/Ερζεγοβίνη, Βόρεια Μακεδονία, Κόσοβο. Στις περιπτώσεις μάλιστα Βοσνίας/Ερζεγοβίνης, Κροατίας και Κοσόβου με μεγάλες και αιματηρές συγκρούσεις.