Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κατάφερε ό,τι δεν είχε καταφέρει κανείς από τους εκλεγμένους προκατόχους του: Να έχει συνέχεια τον κόσμο είτε σε επιφυλακή είτε στους δρόμους. Ακόμα και τους «νοικοκυραίους». Οι κυβερνήσεις που έφτιαξε σε συνεργασία με τους πρωθυπουργούς του (στα προεδρικά πολιτεύματα οι πρωθυπουργοί δεν έχουν πολλά καθήκοντα εξουσίας, στις ΗΠΑ και στην Κύπρο μάλιστα δεν υπάρχει καν ο θεσμός του πρωθυπουργού) δεν βρήκαν καμιά λαϊκή απήχηση. Δύσκολα θυμάται κανείς υψηλά ποσοστά αποδοχής του Μακρόν. Οσο για το… σύνθετο ερώτημα «τότε πώς ξανακέρδισε τις προεδρικές εκλογές το 2022;», η απλή απάντηση είναι διότι είχε αντίπαλό του τη Μαρίν Λεπέν.

Η αυτοσυγκράτηση/αυτολογοκρισία των Γάλλων να πάνε «στην άλλη όχθη» και να ψηφίσουν την ακροδεξιά ηγέτιδα για Πρόεδρο έφερε τον άχρωμο πρώην υψηλόβαθμο τραπεζικό, προσωπάρχη του Προέδρου Ολάντ και αργότερα υπουργό Οικονομικών, και πάλι στο Ελιζέ. Ομως, η τάση είχε φανεί. Το 66% των προεδρικών εκλογών του 2017 έγινε 58% και το 34% της Λεπέν έγινε 41% το 2022. Ηδη ο κόσμος είχε τα μάτια του πάνω στον Πρόεδρο Μακρόν, υποψιασμένος για τις επιλογές του που δεν συμβάδιζαν με αυτές των πολιτών. Η εικόνα του Μακρόν είναι αυτή κάποιου που βρέθηκε (δις) με (σχεδόν) απόλυτη πολιτική εξουσία και δεν ξέρει τι να την κάνει. Ευτυχώς για τη χώρα του, ξέρουν αυτοί που την έδωσαν.