Το πρόσφατο επεισόδιο στη Βουλή, με αφορμή τις καταγγελίες για τον ΟΠΕΚΕΠΕ και τη συζήτηση περί παραπομπής πολιτικών προσώπων σε εξεταστική ή προανακριτική, αποκάλυψε κάτι βαθύτερο από την ουσία της υπόθεσης: μια ανησυχητική φθορά στον τρόπο που λειτουργεί το πολιτικό σύστημα. Η Βουλή δεν έμοιαζε με χώρο ελέγχου, λογοδοσίας και «νομοθεσίας», αλλά με πεδίο εκρηκτικής αντιπαράθεσης, όπου η ένταση υπερίσχυσε της ουσίας και η πολιτική αισθητική υπέστη ένα ακόμη πλήγμα.
Οι βαριές κουβέντες που αντηλλάγησαν μεταξύ των πολιτικών αρχηγών δεν είναι πια «εξαιρέσεις». Τείνουν να γίνουν κανόνας. Η συζήτηση περί δικαίου, νομιμότητας και ευθύνης -θεμέλια του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος- χάθηκε μέσα σε διαδικαστικά τερτίπια, επικοινωνιακά παιχνίδια και φωνές. Και όμως, πίσω από τις κομματικές γραμμές και τις εντυπώσεις, παραμένει το ουσιώδες: ποιος ελέγχει ποιον; Και με ποιους θεσμικούς κανόνες;
Η φθορά δεν είναι απλώς πολιτική – είναι θεσμική. Οταν η Βουλή εμφανίζεται να νομιμοποιεί ή να αποτρέπει διαδικασίες με κομματικά κριτήρια, όταν η διαφάνεια υπονομεύεται από αριθμητικές ισορροπίες και δεν επιβάλλεται από τη βαρύτητα των στοιχείων, τότε το πρόβλημα δεν αφορά απλώς τον ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά τη συνοχή της Δημοκρατίας μας.
Σε μια εποχή που οι πολίτες έχουν αποστασιοποιηθεί και νιώθουν καχύποπτοι απέναντι στους θεσμούς, η ανάγκη για θεσμική σοβαρότητα και πολιτική αξιοπρέπεια είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Η Βουλή οφείλει να είναι παράδειγμα δημοκρατίας, όχι καθρέφτης της κρίσης της.