Quantcast

Το ελληνικό κρασί... πόλος έλξης τουριστών

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στους ανερχόμενους προορισμούς με γαστρονομικό ενδιαφέρον, λόγω των κρασιών της, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «The Sun Herald» του Σίδνεϊ.
Όπως επισημαίνεται, καθώς αυξάνεται η εκτίμηση των Αυστραλών απέναντι στο καλό φαγητό και το κρασί, αυξάνεται και το ενδιαφέρον τους για γαστρονομικές εμπειρίες σε μη αναμενόμενους προορισμούς. Κι ενώ ο ενθουσιασμός για τηλεοπτικές σειρές, όπως το «Μάστερ- σεφ (Masterchef), έχει κοπάσει, διατηρείται η όρεξη των Αυστραλών για ό,τι έχει σχέση με το φαγητό. Η Κάρεν Ριντζ (Karen Ridge), ιδιοκτήτρια του εξειδικευμένου ταξιδιωτικού πρακτορείου «Food and Wine Travel», υποστηρίζει ότι πρόκειται για μια πολύ μεγάλη και δυναμική αγορά και ότι οι ταξιδιώτες δεν αναζητούν μόνο το καλό φαγητό, αλλά ενδιαφέρονται για την όλη εμπειρία που συνδέεται με το φαγητό, όπως η παραγωγή των υλικών και η προετοιμασία του.

Σύμφωνα με την κ. Ridge, η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία είναι δημοφιλείς, αλλά η ίδια αναμένει ότι θα αναδειχθούν και η Αυστρία, η Ελβετία, η Κροατία, η Τουρκία και η Ελλάδα. Όπως επισημαίνεται, η οινοπαραγωγή στην Ελλάδα είναι πολύ υποτιμημένη, ενώ διαθέτει πολύ διαφορετικές ποικιλίες σε σχέση με την Αυστραλία.

Εξάλλου και η εφημερίδα «The Age», με την υπογραφή της Τζέιν Φάουλκνερ (Jane Faulkner) έκανε αφιέρωμα στο ελληνικό κρασί. Η συντάκτρια σημειώνει ότι παρόλο που η ελληνική παράδοση στην παρασκευή οίνου προσμετρά 6.000 χρόνια ιστορίας με 300 εγχώριες ποικιλίες (αν κι όχι όλες υψηλής ποιότητας), είναι μόλις τα τελευταία 15 χρόνια που ο υπόλοιπος κόσμος έρχεται σε επαφή με το Ξινόμαυρο, το Αγιωργίτικο, το Μοσχοφίλερο, το Ασύρτικο.

Η Faulkner αναφέρεται και στη ρετσίνα, που ευθύνεται για το κακό όνομα των ελληνικών κρασιών στο εξωτερικό, «εξαιτίας του γεγονότος ότι συχνά παρασκευάζεται λανθασμένα», σύμφωνα με τον οινοποιό κ. Παρασκευόπουλο.

Άλλο δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας κάνει λόγο για την καλλιέργεια των ελληνικών ποικιλιών Ασύρτικο και Ξινόμαυρο εκτός Ελλάδος: το μεν πρώτο καλλιεργείται στην Αυστραλία από το κτήμα Τζιμ Μπάρι (Jim Barry) στην περιοχή Clare Valley έπειτα από πρόσφατη αγορά κλημάτων από τη Σαντορίνη, ενώ το δεύτερο καλλιεργείται στην Κίνα, με τη συνεργασία του κτήματος Κυρ-Γιάννης με την κινέζικης κρατικής ιδιοκτησίας εταιρία Mogao (πιλοτικό πρόγραμμα).