Quantcast

Μαθήματα υποκρισίας

Ενας αρνητής της τεχνολογίας που ζει (και υποχρεώνει την υπόλοιπη οικογένειά του να τον ακολουθεί) στα πρότυπα των παλαιοχριστιανικών κοινοτήτων της Ρωσίας και των Αμις στις ΗΠΑ, ο οποίος όμως είναι ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με blog στο διαδίκτυο και κείμενα κατά των εμβολίων. Και μια πολιτεία που θεωρητικά δρα με βάση την παραδοχή ότι οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους και αποστρέφει το βλέμμα, όταν αναφερθεί ότι κάπου, σε κάποια περιοχή, ανήλικα μεγαλώνουν σε σπηλιές, ενώ υποδύεται για χρόνια την ανήξερη, παρά τις ανεπίσημες πληροφορίες για την κραυγαλέα ακαταλληλότητα των γονέων. Μαθήματα υποκρισίας από όλες τις πλευρές και παιδιά που, σύμφωνα με τον διάσημο Ελβετό ψυχολόγο Καρλ Γιουνγκ, κουβαλούν το μεγάλο βάρος της ζωής των γονιών τους. Αλλά και οι θύλακες αμφισβήτησης στην κοινωνία, οι οποίοι καταγγέλλουν ότι «υπάρχουν δυστυχισμένοι στον δρόμο, αλλά εμείς ασχολούμαστε με τα λαγούμια...». Να ξανασυστηθούμε όλοι, λοιπόν. Οι γονείς μπορούν να επιλέξουν να μετακομίσουν στις όχθες του Αμαζονίου μαζί με τις φυλές των κανίβαλων για να βρουν περιπέτεια και ευτυχία. Ομως, όταν έχεις παιδιά, δεν μπορείς να τα τραβολογάς χωρίς να υπολογίζεις την ύπαρξη και τη βούλησή τους. Η πολιτεία οφείλει να λειτουργεί προληπτικά και εγκαίρως. Εδώ έχουμε μια περίπτωση ανθρώπων σε απόσταση έξι χιλιομέτρων από τα πλέον τουριστικά χειμερινά θέρετρα της Ελλάδας. Αδικαιολόγητη, επομένως, η σπατάλη χρόνου, όπως και η πρακτική που θέλει τις Αρχές να εξαντλούν την αυστηρότητά τους, όταν, για παράδειγμα, γίνεται μια υποχρεωτική έξωση, αλλά να περιμένουν επίσημη καταγγελία από κάποιον πολίτη για να επέμβουν εκεί όπου κινδυνεύει η υγεία παιδιών. Και οι «ενεργοί πολίτες» που καταγγέλλουν ό,τι κινείται και κολυμπάει, ας αναλάβουν δράση στον δρόμο, ενημερώνοντας τις αρμόδιες υπηρεσίες για τους ανθρώπους που λιώνουν στα πεζοδρόμια. Φτάνει πια η καταγγελία από το πληκτρολόγιο. Μια χώρα που πήρε την ποίηση του Βάρναλη και την έκανε σημαία (Ποιος φταίει; Ποιος φταίει; Κανένα στόμα δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα») έχει γεμίσει μώλωπες, πέφτοντας καθημερινά «από τα σύννεφα». Νισάφι πια.